Από την πλευρά της πλειοψηφίας ο εισηγητής Σπύρος Λάππας, στην τοποθέτησή του υπογράμμισε τις τεράστιες παθογένειες του Οργανισμού και απάντησε στη ρητορική, όπως είπε, ερώτηση για «δίωξη αντιπάλων» ότι «το πόρισμα του ΣΥΡΙΖΑ στηρίχτηκε σε άλλα πορίσματα ανεξάρτητων αρχών τα οποία είχαν συνταχθεί στο παρελθόν από στελέχη όπως οι κ.κ. Σούρλας, Ρακιτζή κ.ά.». Ο κ. Λάππας, στην ομιλία του, επανέλαβε ότι «η διαφθορά υπήρξε κατ΄ εξοχή στον χώρο της Υγείας» και υποστήριξε ότι «είναι η βασικότερη αιτία χρεοκοπίας της χώρας», ενώ χαρακτήρισε το πόρισμα που κατατέθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ «καταπέλτη». Ο εισηγητής της ΝΔ, Γιώργος Γεωργαντάς καταθέτοντας το πόρισμα της ΝΔ δήλωσε ότι «η ΝΔ θεωρεί ότι πράγματι, μέσω της Εξεταστικής Επιτροπής, ανέκυψαν σοβαρά ζητήματα πολιτικών ή και ποινικών ευθυνών που χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης και αφορούν στην περίοδο 2015-2018 και που η πλειοψηφία αρνήθηκε να εξεταστούν στην παρούσα Εξεταστική». Μάλιστα, σύμφωνα με το πόρισμά της η ΝΔ ζητεί δικαστική διερεύνηση και μιας απόφασης της υφυπουργού Υγείας επί κυβέρνησης Σαμαρά Φωτεινής Σκοπούλη για το θέμα των αντιδραστηρίων και καταλήγει στο ότι πλην της υπόθεσης της κ. Σκοπούλη δεν προκύπτουν ούτε πολιτικές ούτε ποινικές ευθύνες για υπουργούς της κυβέρνησης ΝΔ. Τα υπΟλοιπα κΟμματα Η Εύη Χριστοφιλοπούλου, εισηγήτρια της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, καταθέτοντας το πόρισμα του κόμματός της υπογράμμισε ότι αναφορικά με το ΚΕΕΛΠΝΟ «διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν προβλήματα, αταξία, κακοδιαχείριση ενδεχομένως και σπατάλη. Ωστόσο είναι άλλο πράγμα να πει κανείς ότι υπήρξαν αυτά και τελείως διαφορετικό να μπορούμε σήμερα να περιγράψουμε ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων». Σύμφωνα με την κ. Χριστοφιλοπούλου η Δημοκρατική Συμπαράταξη «δεν μπορεί να διαπιστώσει ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων» ωστόσο, σημείωσε ότι «τα συμπεράσματά μας είναι χρήσιμα για το πώς διαχειριζόμαστε τον ευαίσθητο χώρο της υγείας και είναι πάρα πολύ σημαντικό να δούμε πως στο μέλλον θα νομοθετήσουμε αλλιώς για το ΚΕΕΛΠΝΟ». Ο εισηγητής του ΚΚΕ Γιώργος Λαμπρούλης είπε ότι η θέση του κόμματός του «είναι να σταλεί ο φάκελος στη Δικαιοσύνη και να διερευνηθούν τυχόν ποινικές ευθύνες των εμπλεκομένων» ενώ σημείωσε ότι και η περίπτωση του ΚΕΕΛΠΝΟ «αναδεικνύει τις τεράστιες πολιτικές ευθύνες όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων αλλά και της νυν κυβέρνησης». Ο Γιώργος Μαυρωτάς, εισηγητής του Ποταμιού, υποστήριξε ότι «για όλες τις παραπάνω υποθέσεις αρμόδιες είναι δικαστικές αρχές» ωστόσο επιφυλάχθηκε στο αν υπάρχουν ή όχι πολιτικές ευθύνες. Εντούτοις προσέθεσε ότι «ακόμα και αν υπάρχουν πολιτικές ευθύνες έχουν παραγραφεί» και σημείωσε ότι «αν το πολιτικό προσωπικό ενδιαφέρεται πραγματικά για τα θέματα αυτά να το αποδείξει με την Συνταγματική Αναθεώρηση και να υιοθετήσει τις προτάσεις του Ποταμιού για μη παραγραφή πολιτικών ευθυνών». Αλλιώς, όπως είπε, «θα πιστέψουμε ότι αυτό που ενδιαφέρει τη Βουλή δεν είναι η πραγματική απόδοση ευθυνών αλλά μόνο η λάσπη». Ο εισηγητής των ΑΝΕΛ Θανάσης Παπαχριστόπουλος συντάχθηκε απολύτως με το πόρισμα της πλειοψηφίας και στάθηκε στο θέμα των 23 προσλήψεων στο ΚΕΕΛΠΝΟ επί υπουργίας Άδωνι Γεωργιάδη. Τέλος, ο ανεξάρτητος βουλευτής-πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος Νίκος Νικολόπουλος, στην τοποθέτησή του ήταν καταπέλτης για τα όσα περιγράφονται στο πόρισμα της πλειοψηφίας για το ΚΕΕΛΠΝΟ και σημείωσε ότι «είναι ζήτημα Δημοκρατίας» η διαλεύκανση των ζητημάτων στο χώρο της Υγείας. Ο πρόεδρος της Εξεταστικής Επιτροπής Αντώνης Μπαλωμενάκης ενημέρωσε το σώμα ότι έλαβε εξώδικο από τον αντιπρόεδρο της ΝΔ, Άδωνι Γεωργιάδη, ο οποίος θεωρεί τον πρόεδρο της Επιτροπής υπεύθυνο για την διαρροή στα ΜΜΕ του πορίσματος της πλειοψηφίας, κατηγορία την οποία αντέκρουσε ο κ. Μπαλωμενάκης. Ωστόσο τόσο τα μέλη της πλειοψηφίας όσο και ο ανεξάρτητος βουλευτής Νίκος Νικολόπουλος αντέδρασαν έντονα και πρότειναν να συνταχθεί μία επιστολή προς τους προέδρους των κομμάτων όπου θα καταγράφεται προσπάθεια εκφοβισμού στα μέλη της Εξεταστικής Επιτροπής. Την προσεχή Πέμπτη το πρωί ορίστηκε η τελική συνεδρίαση ώστε να γίνει ψηφοφορία επί του πορίσματος ή των πορισμάτων συνολικά για τα θέματα που εξέτασε επί 18 μήνες η Εξεταστική Επιτροπής της Βουλής και να παραδοθεί το υλικό, την Παρασκευή, στον πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση.