Μιλώντας σε ημερίδα με θέμα «Ιατρική πράξη και ιατρική ευθύνη» που συνδιοργάνωσε ο Ιατρικός Σύλλογος Ρεθύμνου, η Ένωση γιατρών ΕΣΥ και ο Δικηγορικός Σύλλογος Ρεθύμνου, το Σάββατο, ο κ. Ξανθός είπε ότι η συζήτηση για το ιατρικό λάθος συνιστά ευκαιρία για δομικές αλλαγές στο ΕΣΥ
«Το Υπουργείο Υγείας επεξεργάζεται την πρόταση θεσμοθέτησης ενός μηχανισμού προδικαστικού ελέγχου των καταγγελιών για ιατρικό λάθος από ένα ειδικό σώμα εμπειρογνωμόνων, περιορίζοντας έτσι τη "βιομηχανία" μηνύσεων και διεκδίκησης αποζημιώσεων από γιατρούς ή από το Σύστημα Υγείας, που αρχίζει να παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και στη χώρα μας», ανέφερε ο υπουργός Υγείας.
Όπως είπε, η πλειονότητα των ιατρικών λαθών συμβαίνει στο χώρο των Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ), όπου λόγω της συσσώρευσης μεγάλου όγκου περιστατικών, της εργασιακή πίεσης και των οριακών αντοχών του προσωπικού, δημιουργούνται ευνοϊκές συνθήκες για mall practice που συνήθως δεν οφείλεται σε ανεπάρκεια των ανθρώπων αλλά σε διαχρονικές ανεπάρκειες και ελλείμματα του Συστήματος.
«Η συζήτηση λοιπόν για το ιατρικό λάθος συνιστά ευκαιρία για δομικές αλλαγές στο ΕΣΥ και στην οργάνωση του, καθώς και στην ιατρική-νοσηλευτική εκπαίδευση», τόνισε ο κ. Ξανθός και συμπλήρωσε ότι «το ιατρικό λάθος, ή ορθότερα το "σύμβαμα ασφάλειας του ασθενή" (Patient Safety Incident, όπως το χαρακτηρίζει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, είναι ένα υπαρκτό πρόβλημα το οποίο είμαστε υποχρεωμένοι να καταγράψουμε και να αναλύσουμε, όχι για να στοχοποιήσουμε τους γιατρούς και να ποινικοποιήσουμε την ιατρική πράξη αλλά για να ενισχύσουμε πρωτίστως την ασφάλεια του ασθενή, την ασφάλεια του ιατρικού και λοιπού υγειονομικού προσωπικού και την αξιοπιστία του ΕΣΥ».
Και έκλεισε την παρέμβασή του υπενθυμίζοντας ότι το υπουργείο Υγείας υλοποιεί την αυτόνομη συγκρότηση και στελέχωση των ΤΕΠ με προκήρυξη 465 θέσεων μόνιμων γιατρών ΕΣΥ, με προώθηση 3ετους εξειδίκευσης στην Επείγουσα Ιατρική, με οργάνωση συστήματος διαλογής (triage) στα ΤΕΠ για την προτεραιοποίηση και καλύτερη διαχείριση των περιστατικών, με έμφαση στη συνεχιζόμενη εκπαίδευση, στα διαγνωστικά και θεραπευτικά πρωτόκολλα και στις αρχές της τεκμηριωμένης και βάσει ενδείξεων ιατρικής φροντίδας.