Οι τέσσερις αυτές χώρες έχουν αναλογικά τον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων άνω των 110 ετών.
Η ανάλυση αποκαλύπτει ότι τόσο το προσδόκιμο της ανθρώπινης ζωής όσο και η μέγιστη ηλικία θανάτου εμφάνισαν σταθερή αύξηση κατά τον 19ο και τον 20ό αιώνα, χάρη στα εμβόλια, τα αντιβιοτικά, τις καλύτερες συνθήκες διατροφής και υγιεινής κ.α, ενισχύοντας έτσι την θεωρία ότι η διάρκεια της ζωής μας μπορεί να μην έχει κάποιο εγγενές φυσικό όριο.
Όμως, η έρευνα αποκαλύπτει επίσης ότι αυτή η σταδιακή βελτίωση στην επιβίωση έχει εμφανίσει μια επιβράδυνση κατά τις τελευταίες δεκαετίες (το αποκορύφωμα ήταν περίπου το 1980). Ακόμη, ενώ καταγράφεται μια διαχρονική βελτίωση στο προσδόκιμο ζωής του μέσου ανθρώπου από τα 70 έως τα 100 (δηλαδή όλο και περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο ζουν τόσα χρόνια), μετά τα 100 η βελτίωση μειώνεται πλέον δραστικά. Οι άνθρωποι που φθάνουν σήμερα τα 110, δεν έχουν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής από όσους έφθαναν στην ίδια ηλικία το 1970.
Από την άλλη, η μέγιστη ηλικία θανάτου αυξήθηκε σταδιακά μετά το 1970 (περίπου κατά 0,15 χρόνια ανά έτος) και φαίνεται να έφθασε διεθνώς σε ένα μέγιστο κατά το τέλος του 20ού αιώνα, περίπου όταν πέθανε η Ζαν Καλμάν. Αλλά έκτοτε, στη διάρκεια του 21ού αιώνα, δεν φαίνονται περαιτέρω βελτιώσεις στη μέγιστη διάρκεια της ζωής. Γι' αυτό, άλλωστε, έχουν περάσει σχεδόν 20 χρόνια από το θάνατο της υπεραιωνόβιας Γαλλίδας, αλλά στο μεταξύ κανείς άλλος άνθρωπος στη Γη δεν πέθανε σε μεγαλύτερη ηλικία από αυτήν (τουλάχιστον με βάση τα επίσημα αρχεία), πράγμα που καθιστά την ίδια μια εντυπωσιακή στατιστική εξαίρεση.
Σήμερα η μέση μέγιστη ηλικία θανάτου είναι τα 115 έτη και οι επιστήμονες προβλέπουν ότι θα παραμείνει ίδια για αρκετά ακόμη χρόνια. Στην εποχή μας ως γηραιότερος εν ζωή άνθρωπος θεωρείται η Ιταλίδα Έμα Μοράνο, 116 ετών.