Ότι η σημερινή πραγματικότητα επιβάλλει μια νέα αναθεώρηση όχι μόνο στις κοινωνιολογικές θεωρίες, αλλά και στις γνωσιολογικές και φιλοσοφικές είναι γνωστό και συζητείται ευρέως. Ότι, επίσης, επιβάλλεται η συνολική αλλά και ειδική μελέτη του λαϊκού πολιτισμού μπροστά σ΄αυτή τη νέα πραγματικότητα είναι επίσης γνωστό και ευκταίο. Ότι, όμως ,στην προσέγγιση αυτή (θεωρητική και πρακτική) συμμετέχει αποφασιστικά ο μηχανισμός της Εκπαίδευσης, είναι λιγότερο γνωστό αλλά με ευθύνη βαρύτερη.Ήδη τις δυο τελευταίες δεκαετίες με την αναμόρφωση των σχολικών προγραμμάτων η έρευνα γύρω από τις διάφορες και διαφορετικές μορφές του λαϊκού πολιτισμού ,τον πνευματικό και υλικό βίο του λαού μας,έχει κερδίσει έδαφος μέσα στην εκπαιδευτική διαδικασία. Κέρδισε,γιατί κερδίζει το μαθητικό πληθυσμό με τις ποικίλες δραστηριότητες, στις οποίες, τις πιο πολλές φορές,συμμετέχουν με σημαντική εισφορά σε πληροφορίες κυρίως η οικογένει και η ,μικρή ή μεγάλη, κοινότητα.Γι΄αυτό και μιλάμε για σχολική λαογραφία και επέκταση αυτού του πνεύματος σε δρώμενα και δραστηριότητες παιδιών και εφήβων.
Στην εποχή μας,δεν μπορεί παρά να ελπίζουμε πολλά από αυτή τη σύζευξη λαϊκού πολιτισμού και Εκπαίδευσης, δεδομένου ότι, έτσι, καλλιεργούνται οι πνευματικές και ανθρωπιστικές ρίζες του λαού μας.Η επιβίωση των όποιων στοιχείων του λαϊκού πολιτισμού εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο προσέγγισης αυτών στο χώρο της εκπαιδευτικής διαδικασίας.Γι΄αυτό και η μεγαλύτερη ευθύνη για το αποτέλεσμα βαρύνει τους εκπαιδευτικούς,που πρέπει να σκύψουν στο αίτημα των καιρών που συμπυκνώνεται στο ζεύγμα «Λαϊκός πολιτισμός και Εκπαίδευση». Αυτό είχε ως θέμα του το Συνέδριο στην Καρδίτσα (Οκτώβριο 2012) που διοοργανώθηκε από το Κέντρο Ιστορικής και Λαογραφικής Έρευνας «Ο ΑΠΟΛΛΩΝ» σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Τμήμα Ιστορίας,Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας).
Πρόσφατα κυκλοφόρησαν τα ΠΡΑΚΤΙΚΑ του συνεδρίου (επιμέλεια Ε.Αυδίκου-Σ.Κοζιού , εκδ.Graphicart, Kαρδίτσα,σελ.483),με 41 εισηγήσεις και μεγάλη συμμετοχή καθηγητών Πανεπιστημίου,εκπαιδευτικών, ερευνητών, λαογράφων , αφηγητών κ.ά.και το παρακολούθησε πλήθος κόσμου. «Η ανταπόκριση αυτή-όπως τονίζει στον πρόλογο ο Καθηγητής Ευ.Αυδίκος-επιβεβαίωσε την παρατήρηση για τη χρησιμότητα του λαϊκού πολιτισμού ως μηχανισμού υλοποίησης των εκπαιδευτικών προγραμμάτων τόσο στην επίσημη εκπαίδευση (προσχολική,πρωτοβάθμια,δευτεροβάθμια και πανεπιστημιακή) όσο και σε άλλες, παράλληλες μορφές εκπαιδευτικών δράσεων (μουσεία)».Υπάρχει μεγάλη ποικιλία θεμάτων, σφαιρική και σε βάθος εξέταση, θεωρητική και πρακτική, ώστε να δίνονται στους μαχόμενους εκπαιδευτικούς τα κατάλληλα εργαλεία και τρόποι μελέτης του πολιτισμικού υλικού. Δίνονται δειγματικές προσεγγίσεις για το χορό,τη μουσική,το παραμύθι,τον μύθο,το αίνιγμα,τα δρώμενα κ.λπ.,ώστε διευρύνεται τρόπον τινά η γραμμή πλεύσης που είχε πριν λίγα χρόνια σχεδιαστεί στα νέα αναλυτικά προγράμματα από τους Μ.Γ.Μερακλή και Κακάμπουρα.
Εύχομαι ο τόμος « Λαϊκός Πολιτισμός και Εκπαίδευση» να αξιοποιηθεί στην πράξη από τους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων, γιατί αναπληρώνει πράγματι κάτι ολοκληρωμένο που έλειπε από την φαρέτρα της εκπαίδευσης και του σχολείου.