«Δεν υπάρχει κανένα άλλο εικαστικό μέσο που να μπορεί να αποδώσει τόσο πειστικά τα ανθρώπινα συναισθήματα όπως ο φωτογραφικός φακός» λέει ο γνωστός Έλληνας φωτογράφος Δημήτρης Σούλας, ιστορικά στιγμιότυπα του οποίου εκτίθεται έως τις 18 Οκτωβρίου στην Αθήνα στο Μουσείο Μπενάκη. Με τον άνθρωπο να είναι πάντα στο επίκεντρο, ο Έλληνας φωτογράφος του Μονάχου, επηρεασμένος από τη δεκαετία του ’60 και την κουλτούρα της εποχής απαθανάτισε με μοναδικό τρόπο στο πέρασμα του χρόνου, συναισθήματα, εκφράσεις, καθημερινές στιγμές, τρόπους ζωής, χαρακτηριστικά κοινωνιών μέσα από το φωτογραφικό του φακό στη Γερμανία και την Ελλάδα. Σύμφωνα με τις πεποιθήσεις του Δ. Σούλα η φωτογραφία όφειλε να αναδεικνύει τις κοινωνικές συνθήκες και την πραγματικότητα στο σύνολο των αντιφάσεών της. Το πιστεύω του υπήρξε η αυθεντική αποτύπωση του ανθρώπου, χωρίς στημένες πόζες, σε συγκινητικές και «αποφασιστικές» στιγμές. Τις πρώτες του επαφές, με την ιδιότητα του φωτογράφου, τις οφείλει στο πρακτορείο Associated Press (AP) και στον εκπρόσωπό του στο Μόναχο, τον Klaus Hampel, για λογαριασμό του οποίου ο κ. Σούλας φωτογράφιζε αρχικά διασημότητες και τοπικά γεγονότα στο Μόναχο.
«Μερικά έργα του Σούλα παρουσιάζουν ομοιότητες με τις σειρές της «νέας» γενιάς φωτογράφων του κύκλου του Hans-Martin Küsters ή της Gabriele και του Helmut Nothhelfer, στις οποίες απεικονίζεται η έλλειψη ανθρώπινης επαφής των Γερμανών σε στιγμές του ελεύθερου χρόνου τους. Όμως αυτή η νέα γενιά φωτογράφων κρατάει αποστάσεις από το κλασικό φωτορεπορτάζ. Αναπτύσσει μια διαφορετική αντίληψη περί πραγματικότητας που δεν μπορεί πλέον να συνοψιστεί στην απόδοση μιας «αποφασιστικής στιγμής» σημειώνει ένας από τους επιμελητές της έκθεσης, ο κ. Ούλριχ Πόλμαν. Με αφορμή τη μοναδική αυτή έκθεση, ο διάσημος Ελληνας φωτογράφος κ. Δημήτρης Σούλας μιλά στην «Ε» για τις μοναδικές φωτογραφικές του στιγμές.
Συνέντευξη στην Κανέλα Κοπάνου
* Κύριε Σούλα, οι φωτογραφίες απεικονίζουν στιγμιότυπα της καθημερινής ζωής των νέων, των μεταναστών, των ανθρώπων του περιθωρίου, των πόλεων που καλύπτουν την κρίσιμη περίοδο από το 1967 έως το 1974. Μιλήστε μας για τη ζωντάνια και τη δύναμη του φωτορεπορτάζ και για τον τρόπο με τον οποίο εσείς επιλέγατε να παρουσιάσετε τις συγκεκριμένες εικόνες μέσω του φακού;
-H όχι σκηνοθετημένη φωτογραφία, δηλαδή η «φωτογραφία του δρόμου», έχει μια μοναδική ικανότητα να απαθανατίζει στιγμιότυπα, εκφράσεις συναισθημάτων (θυμό, τρόπο, χαρά και άλλα όπως δεν μπορεί κανένα άλλο εικαστικό μέσο να αποδώσει. Κανένας ζωγράφος δεν μπορεί να αποδώσει τόσο πειστικά τα ανθρώπινα συναισθήματα όσο η φωτογραφία. Τέτοιες φωτογραφίες προσπαθούσα κι εγώ να βγάλω, να κρατήσω δηλαδή στην αιωνιότητα ένα δέκατο του δευτερολέπτου μιας έκφρασης, ή ενός συναισθήματος.
* Μια επίσκεψή σας το 1959 με το Goathe Institut στο Αμβούργο, στην έκθεση «The Family of Man» σας έπεισε ότι η φωτογραφία έχει μοναδικές δυνατότητες έκφρασης. Αυτή η έκθεση στάθηκε και η αιτία ενασχόλησής σας με τη φωτογραφία;
-Η έκθεση «The Family of Man», που είχε τότε οργανώσει ο Edward Steichen, ήταν η πρώτη μεγάλη έκθεση φωτογραφίας που έδειχνε τις καλύτερες φωτογραφίες από την εποχή της ανακαλύψεως της φωτογραφίας μέχρι το 1956. Υπήρχαν υπέροχες φωτογραφίες με κύριο θέμα τον άνθρωπο. Γι΄αυτό και ονομάστηκε «η οικογένεια του ανθρώπου». Αυτή η έκθεση με εντυπωσίασε πολύ και από τότε πράγματι άρχισα να ασχολούμαι ερασιτεχνικά με τη φωτογραφία.
* Σπουδάσατε οικονομικές επιστήμες στο περιβόητο Ινστιτούτο Κοινωνιολογίας στη Φρανκφούρτη και το 1965 προσλαμβάνεστε από μια πολυεθνική εταιρία φρούτων και λαχανικών του Μονάχου. Η κοινωνική και πολιτική κατάσταση όμως του 1967 σας επηρεάζει πολύ. Τον Απρίλιο του 1967, μετά το πραξικόπημα των συνταγματαρχών στην Ελλάδα, ιδρύετε μαζί με άλλους Έλληνες του Μονάχου την Πανελλήνια Αντιδικτατορική Ένωση. Η πολιτική σας στάση στέκεται αιτία απόλυσής σας αλλά με τα χρήματα που εξοικονομήσατε από το κόψιμο του τσιγάρου εξασφαλίσατε την πρώτη σας φωτογραφική μηχανή; Έτσι ξεκινάτε τις καταγραφές σας;
-Την πρώτη μου φωτογραφική μηχανή, μια Exakta spiegelreflex την είχα αγοράσει όταν ήμουν φοιτητής, εξοικονομώντας χρήματα από το κόψιμο του τσιγάρου. Η καριέρα μου όμως σαν επαγγελματίας φωτορεπόρτερ άρχισε όταν η αμερικανική εταιρία, στην οποία εργαζόμουν τότε στο Μόναχο, με απέλυσε. Τότε με την αποζημίωση που πήρα αγόρασα έναν πλήρη φωτογραφικό εξοπλισμό, μηχανές, φακούς, σκοτεινό θάλαμο και ό,τι χρειαζόμουν και έκανα βουτιά στα βαθιά νερά του φωτορεπορτάζ.
* Οι φωτογραφίες σας από την καθημερινότητα στους δρόμους του Μονάχου εντυπωσίασαν τον τότε υπεύθυνο φωτογραφιών του πρακτορείου Associated Press Klaus Hamper και σας προτείνει να συνεργαστείτε μαζί τους. Από τότε αλλάζει θετικά η καριέρα σας και επιβάλλεστε στο χώρο μέσα από τη διαφορετικότητα των θεμάτων που επιλέγετε να φωτογραφήσετε;
-Έτσι ακριβώς ήταν. Ό,τι με διαφοροποιούσε από τους συναδέλφους μου φωτογράφους ήταν ότι εγώ φωτογράφιζα τον «άγνωστο», τον τυχαίο άνθρωπο στο δρόμο, μέσα στην καθημερινότητά του, μέσα στις κοινωνικές του αντιφάσεις. Αυτές τις φωτογραφίες τις δημοσίευαν τότε οι εφημερίδες του Μονάχου, γιατί ήταν κάτι το καινούργιο.
* Είναι αλήθεια ότι σε ένα συνέδριο το 1970, ο ιδρυτής και διευθυντής της Photokina και πρόεδρος της Φωτογραφικής Εταιρίας της Γερμανίας, σας προσφωνεί «φωτογράφο της αποφασιστικής στιγμής» ενώ παράλληλα στο ίδιο συνέδριο γνωρίζετε και τον Henri Cartier Bresson. Ποιες οι αντιλήψεις που υποστηρίζονται γύρω από τη φωτογραφία και την αισθητική σε τέτοιους χώρους;
- Ναι ισχύει αυτό και πράγματι προέκυψαν αυτές οι γνωριμίες. Σε ό,τι αφορά όμως στις αντιλήψεις γύρω από τη φωτογραφία, για μένα το κύριο, όχι το μοναδικό, θέμα της φωτογραφίας είναι ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος χωρίς στημένες πόζες, μέσα στη δουλειά του, ό άνθρωπος στη σχέση του με τους συνανθρώπους του, ό άνθρωπος στη χαρά η στη λύπη του. Σας είπα και θέλω να το επαναλάβω, ότι κανένας ζωγράφος δεν μπορεί να αποτυπώσει καλύτερα από τη φωτογραφία το δέκατο του δευτερολέπτου μιας ανθρώπινης έκφρασης ή γκριμάτσας που δείχνει ένα ανθρώπινο συναίσθημα.
* Μετά την πτώση της Δικτατορίας αποφασίζετε να γυρίσετε στην Ελλάδα. Πώς είδατε τη φωτοειδησεογραφία στη χώρα μας σε σχέση με αυτό που γνωρίζατε στη Γερμανία;
-Στην Ελλάδα δυστυχώς δεν υπήρχε και δεν υπάρχει ακόμα η φωτοδημοσιογραφία που υπάρχει στη Γερμανία ή στη Γαλλία ή στην Αμερική, επειδή η Ελλάδα δεν είχε και δεν έχει μεγάλα ειδησεογραφικά Πρακτορεία, ούτε Δημοσιογραφικούς Οργανισμούς. Επομένως οι Έλληνες φωτορεπόρτερ για να επιβιώσουν έπρεπε να φωτογραφίζουν γάμους, βαπτίσια και παρελάσεις.
* Τα τελευταία χρόνια ασχολείστε με τα ντοκιμαντέρ; Ποια το αντικείμενο που επεξεργάζεστε;
-Γυρίζω ταινίες μικρού μήκους με τις οποίες προσπαθώ να δείξω, με τα σύμβολα του κινηματογράφου, πάλι τον άνθρωπο στο επάγγελμά του ή στα χόμπι του. Το σινεμά έχει άλλου είδους εκφραστικές δυνατότητες με το μοντάζ και με τον ήχο.
* Ποια η προοπτική που μπορεί να έχει μια φωτογραφία και πού εντοπίζεται, κατά τη γνώμη σας, η γοητεία της;
-Η φωτογραφία έχει μια μοναδική δυνατότητα. Να συλλαμβάνει και να διατηρεί στην αιωνιότητα φευγαλέες στιγμές που το μάτι μας δεν μπορεί να τις συγκρατήσει, αν και τις βλέπει, επειδή συνεχίζει να παίρνει κι άλλες εικόνες. Αυτήν είναι η μοναδικότητα της φωτογραφίας.