Ένας πραγματικά σπάνιος τραγουδοποιός, ένας καλλιτέχνης διαφορετικός, αγνός, με ηθικές αξίες, ένας άνθρωπος μιας άλλης εποχής που μοιάζει σαν να βγήκε από τα παραμύθια. Σου μιλάει και έχει τη μαγική ικανότητα με την καθάρια φωνή του να σε γαληνεύει και να σε κάνει να ξεχνάς τα προβλήματα και την καθημερινότητα που κουβαλάς. Ο Λουδοβίκος των Ανωγείων συγκεντρώνει όλα αυτά τα στοιχεία και ακόμη περισσότερα. Ο τροβαδούρος των Ανωγείων τραγούδησε στη Λάρισα πριν από λίγες ημέρες και με μία απλότητα αλλά και με πολύ χιουμοριστική διάθεση μίλησε στην «Ε» για τη μουσική του, τους παραμυθάδες, το σημερινό Έλληνα, για τα μοιρολόγια και την ποίηση. Ο σύγχρονος παραμυθάς όπως θέλει να τον αποκαλούν με το δικό του ξεχωριστό τρόπο είπε τις δικές του ιστορίες και πάνω σε αυτές με τη μελωδική του φωνή τραγούδησε συνεπαίρνοντας το κοινό σε μία βραδιά παραμυθένια....
Συνέντευξη στη Σοφία Ορφανιώτη
* Ο τόπος καταγωγής σας είναι τα Ανώγεια της Κρήτης, μία κοινωνία κλειστή, οι προσλαμβάνουσες που είχατε ήταν τέτοιες που μοιραία καθόρισαν και το μετέπειτα δρόμο στο είδος της μουσικής που ακολουθήσατε;
- Ήταν υποχρέωσή μου αυτό, δεν ξέρω πώς και για ποιο λόγο αλλά ένα χωριό που για χίλια χρόνια δεν είχε άλλες επιρροές, δεν είχε ασφαλτοστρωμένους δρόμους αλλά ωστόσο κουβαλούσε πίσω του μία ιστορία χιλιόχρονη εμένα μου χάραξε το δρόμο της ζωής μου. Αυτοί οι άνθρωποι, οι συγχωριανοί μου, έφτιαξαν το δικό τους πολιτισμό, το δικό τους χιούμορ, τη δική τους μουσική, τα δικά τους ήθη και έθιμα, τις δικές τους αξίες. Πρέπει να σας πω ότι το τραγούδι εκεί ήταν η άμυνα ενός ερωτευμένου ανθρώπου που λόγω της σκληρότητας της εποχής αλλά και του τόπου δεν μπορούσε να εκφράσει τα συναισθήματά του. Ο έρωτας ωστόσο έπρεπε να εκδηλωθεί, έπρεπε να βρεθεί κάποιος τρόπος, αυτή η κοινωνία παρείχε τη νύχτα σαν δυνατότητα να εκφράσει ο καθένας την αγάπη του, εκεί λοιπόν γεννήθηκε και το μαγικό όργανο που λέγεται μαντολίνο και που το λάτρεψα.
Το τραγούδι που συντρόφευε κάθε βράδυ τους ερωτευμένους ανθρώπους ήταν ένας διάλογος ανάμεσα σε αυτόν που άκουγε και σε εκείνον που τραγουδούσε. Για παράδειγμα η γυναίκα εκεί που καθόταν ή κοιμόταν καθόριζε την αισθητική και το επίπεδο, δηλαδή έκανε μία προβολή του έρωτά της στο πρόσωπο που την ενδιέφερε και εκείνος με τη μουσική του έδινε το μήνυμα που έπρεπε.
* Στη μουσική σας μεγάλο μέρος κατέχουν τα μοιρολόγια, αυτά δεν εκφράζουν όμως μία απαισιοδοξία;
- Εμείς στην Κρήτη το λέμε μυρολόγι με ύψιλον που προέρχεται από το μύρομαι που σημαίνει κλαίω, τα δάκρυα είναι λυτρωτικά, σε απελευθερώνουν, θα το έχετε νιώσει σίγουρα, μερικές φορές κλαίμε και μετά λυτρωνόμαστε. Στη στιγμή αυτή που είναι δύσκολη η φύση επέλεξε το τραγούδι αυτό για να οδηγεί στην έξοδο του θρήνου.
Η γυναίκα η οποία μυρολογά το κάνει για τον αγαπημένο της, για τον αδερφό της. Το τραγούδι και το μυρολόι είναι ένα παραπονεμένο τραγούδι, πιστεύω ότι το τραγούδι της Κρήτης ήταν πάντα λυπημένο. Ο Κρητικός χορεύει χαρούμενα και τραγουδά πολύ λυπημένα. Ο χορός του Κρητικού είναι εκτόξευση, όταν βλέπω έναν Κρητικό να χορεύει βλέπω μία διαμαρτυρία στον Θεό που δεν του έδωσε φτερά.
* Από τη μια τα μοιρολόγια και από την άλλη η ποίηση;
- Εγώ δε νιώθω ότι γράφω ποίηση, θεωρώ ότι γράφω με έναν τρόπο ιδιαίτερα προσεκτικό, επικεντρώνω στα θέματα που θεωρώ εγώ ιδιαίτερα και προσπαθώ να πω αλήθειες που για μένα όμως είναι δεδομένες. Εγώ προσπαθώ να κάνω ερωτικό τραγούδι, περιγράφω την αγωνία του ανθρώπου για τον έρωτα και τη μάχη που δίνει για τον κερδίσει και να οδηγηθεί εν τέλει στη σκλαβιά.....
*Τα τραγούδια σας έχουν μία ιδιομορφία, δεν έχουν ρεφρέν που θα σταθεί ο ακροατής για να τα τραγουδήσει, ωστόσο υπάρχει κόσμος που σας ακολουθεί πιστά, ακούγοντας σιωπηλός και περιμένοντας τον επόμενό σας στίχο...
- Πράγματι, εγώ έχω μία άποψη για το ρεφρέν, θα σας την πω, είναι σαν να έχετε μπροστά σας ένα τραγούδι που μία φράση του επιβάλλεται εγωιστικά και λέει, εγώ είμαι εδώ και κανείς άλλος, ρωτήστε τους άλλους όμως πώς νιώθουν απέναντί της, σίγουρα άσχημα και μειονεκτικά... Το τραγούδι για μένα έχει μία ιστορία που εξυπηρετεί μία αρχή, μία μέση και ένα τέλος. Εγώ είμαι εναντίον των ρεφρέν, για μένα το ρεφρέν προσβάλει το τραγούδι ολόκληρο. Άντε να το πεις στο τέλος αφού θα έχει ολοκληρωθεί η ιστορία, αλλά όταν το ρεφρέν είναι η σημαία του τραγουδιού τότε αυτό μειώνει και την αξία του.
* Στη ζωή σας υπάρχει η μουσική, η ζωγραφική, η συγγραφή βιβλίων. Αν έπρεπε να τα βάλετε σε μία σειρά ποια θα ήταν αυτή και με ποιο κριτήριο;
- Πριν από κάθε τραγούδι λέω ένα κείμενο, μία φράση, εγώ θεωρώ ότι γράφω περισσότερο κείμενο, τη μουσική μου τη θεωρώ αδύναμη αλλά ωστόσο είναι ικανή να υπερασπιστεί το λόγο. Έχω την τύχη να γράφω τη μουσική πάνω στα δικά μου λόγια. Όταν από μένα εκπορεύονται και τα δύο, αυτό με κάνει να νιώθω πιο κοντά και πιο οικεία σε αυτά που αισθάνομαι.
• Ποια ταυτότητα θα δίνατε στον εαυτό σας, αυτή του τραγουδοποιού;
- Ναι, του τραγουδοποιού που γράφει, είναι οι στίχοι αλλά είναι και τα τραγούδια, είναι και η ποίηση καμιά φορά. Να σας πω, αυτό που με κινητοποιεί κάθε φορά είναι η ομορφιά, όταν εκπλαγώ από κάτι θετικά, το καταγράφω, το υπερτονίζω. Δεν με ενδιαφέρει για παράδειγμα μία πόλη που έχει σκουπίδια αλλά ένα μπαλκόνι που έχει λουλούδια.
* Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν αυτός που σας ανακάλυψε και πίστεψε στις δυνατότητές σας. Μιλήστε για τη γνωριμία σας;
- Ο Χατζιδάκις με βρήκε στην Κρήτη όπου και τραγουδούσα, του άρεσε η φωνή μου και πίστεψε σε μένα, το ίδιο και ο Γκάτσος ο οποίος με παρότρυνε να γράφω και αυτό ουσιαστικά μου έδωσε και το κίνητρο να το κάνω. Με το Χατζιδάκι δεν συνεργάστηκα ωστόσο παρακολουθούσα την αισθητική του στο τραγούδι, στο κοινό, στη σχέση του με τους τραγουδιστές.
* Η τέχνη τι θέση έχει στη ζωή σας;
- Η τέχνη για μένα είναι όλη μου η ζωή, κάνω μόνο αυτό και τίποτε άλλο, είμαι ένας παρατηρητής, γράφω, τραγουδώ, παίζω μουσική είναι ο τρόπος της ζωής μου. Δεν μπορώ και δεν θέλω να κάνω κάτι άλλο.
*Δίνετε την εντύπωση του γνήσιου, του αγνού Έλληνα που αγωνίζεται να επιβιώσει, του ανθρώπου εκείνου που μάχεται για το δίκιο και που προβάλλεται μόνο μέσω της δουλειάς του, μακριά από δημόσιες εμφανίσεις και δημόσιες σχέσεις.
- Έτσι είναι ακριβώς, δεν προσποιούμαι, είμαι αληθινός, ακόμα και τώρα που βγαίνω στη σκηνή λέω Θεέ μου που πάω; Ξέρετε είχα την τύχη στη ζωή μου να γνωρίσω σπουδαίους ανθρώπους την Κική Δημουλά, τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Νίκο Γκάτσο, τον Βαγγέλη Παπαθανασίου χωρίς καν να το επιδιώξω. Από αυτούς τους ανθρώπους πήρα τα θετικά τους στοιχεία. Εμένα με ενδιαφέρει η δουλειά μου, εμείς λέμε στην Κρήτη όταν κάποιος υπερπροβάλλει τον εαυτό του, «με τόσα φώτα χαλάσατε τη νύχτα».
* Σας ενοχλούν όλοι αυτοί οι «δήθεν» άνθρωποι που κινούνται γύρω μας; Πώς τους βλέπετε;
- Τους βλέπω σαν τα πλαστικά λουλούδια που καμιά φορά σε μπερδεύουν και νομίζεις ότι είναι αληθινά.
* Εξακολουθείτε να είστε ένας καλλιτέχνης χαμηλών τόνων. Η αναγνωρισιμότητα δεν σας επηρέασε;
- Όχι καθόλου, όταν με πλησιάζουν και μου λένε διάφορα, εγώ λέω στον κάθε φίλο ή φίλη, έλα κάτσε να μιλήσουμε, να γνωριστούμε, σπάω τον πάγο. Εγώ με τον τρόπο μου ανοίγομαι στον κόσμο που έρχεται να με ακούσει μα και να με γνωρίσει. Ο μεγάλος ηθοποιός Όρσον Γουέλς έλεγε ότι οι καλλιτέχνες κάνουν τα πάντα για να γίνουν γνωστοί και μετά φοράνε τα γυαλιά για να μην τους αναγνωρίζουν.
* Τι πιστεύετε, είναι δύσκολο οι νέοι να ασχοληθούν σήμερα με τη μουσική;
- Αν πραγματικά τους ενδιαφέρει η μουσική δεν έχουν άλλη επιλογή, απλώς τώρα είναι πιο δύσκολα τα πράγματα. Εγώ νομίζω ότι οι νέοι σήμερα είναι περισσότερο πληροφορημένοι από μας, έχουν και πρόσβαση στην τεχνολογία. Η δική μου η γενιά θα έπρεπε να βοηθήσει τα νέα παιδιά, να περάσει την αισθητική της αλλά και τον τρόπο που δούλευε. Θα σας πω αυτό που είπε κάποτε ο Σαββόπουλος, να μας βοηθάει ο θεός από τα σουξέ, γιατί κάνεις ένα τραγούδι σουξέ και μετά χάνεσαι, εξαφανίζεσαι. Αν όμως πας αργά και με σταδιακά βήματα τότε και καλύτερη καριέρα θα κάνεις και θα πατάς σταθερά και στα πόδια σου.
* Ο χρόνος σας αγχώνει;
- Όχι καθόλου, ο χρόνος με τη σύμφωνη γνώμη των συναισθημάτων καταγράφει την πορεία του στα πρόσωπά μας. Είναι προσβολή να του χαλάμε τις γραμμές, γιατί αυτός θυμώνει και στέλνει ένα πρόσωπο που δεν ξέρει ούτε να κλαίει μα ούτε να γελά. Αν καταδεχτείς και πιστέψεις ότι ο χρόνος είναι ο απόλυτος άρχοντας του κόσμου και συ παραδεχτείς την ήττα σου αυτή θα είναι η μόνη νίκη σου. Άρα σε προικίζει με τη γοητεία του και λέει, αυτή δεν την πειράζω ποτέ, για αυτό λοιπόν να αφήσεις το εαυτό σου ελεύθερο και να ζήσει τη σοφία της ζωής.
* Έχετε υιοθετήσει μια συνήθεια, να διοργανώνετε τις συναυλίες σας ξημερώματα. Γιατί το κάνετε αυτό;
- Εμείς στο χωριό μου ξενυχτούσαμε και το απολαμβάναμε αυτό, έχω κάνει συναυλίες σε βουνό, σε θάλασσα, έξω από μοναστήρια και εκκλησιές. Αυτό σημαίνει ότι σε επιλέγει αυτός που θα ’ρθει να σε δει, εμείς τις συναυλίες τις κάνουμε από τις 4 έως τις 6:30 το πρωί, φτιάχνουμε τσάι με μέλι και μοιράζουμε παξιμάδι, μιλάμε με τον κόσμο και μετά τραγουδάμε και παίζουμε μουσική. Το να πάει κάποιος με το αυτοκίνητό του να δει μία μουσική παράσταση αυτό είναι το αναμενόμενο, αν του χρεώσεις όμως ένα ξύπνημα, να ετοιμαστεί, να ντυθεί, μετέχει σε αυτή τη δημιουργία, την κάνει δική του και έρχεται καθαρός, ξέγνοιαστος..
* Αποδέχεστε τον τίτλο του σύγχρονου παραμυθά που σας έχει προσδώσει μερίδα του κόσμου;
- Φυσικά, εγώ δημιουργώ μία πραγματικότητα μέσα από τη δική μου σκέψη, με το δικό μου τρόπο και φτιάχνω μία εικόνα, αυτό αρέσει στον κόσμο. Όταν φτιάξεις μία ρομαντική και γλυκιά ιστορία το πρωί, τον βγάζεις τελείως τον άλλο από τη καθημερινότητα και τα προβλήματά του, τον απογειώνεις.
* Θα σας δούμε να τραγουδάτε σε νυχτερινά μαγαζιά, όπως την πλειοψηφία των συναδέλφων σας;
- Όχι, εγώ πάω σε μουσικές σκηνές, παίζω δύο - τρεις μέρες και τέλος. Κάνω συναυλίες που μου αρέσουν, περιφέρομαι, κάνω αραιές εμφανίσεις να μην γίνομαι βαρετός στον άλλο. Αυτό που κάνουν πολλοί και λένε να παίξω μία σεζόν, εμένα δε με απασχολεί καθόλου.
* Τι πιστεύετε ότι έφταιξε και φτάσαμε ως εδώ και πασχίζουμε να διαχειριστούμε όλη αυτή την κρίση;
- Προφανώς πολιτικά η ανικανότητα κάποιων από τη μία και από την άλλη η δική μας βόλεψη και ευκολία. Χάσαμε την επαφή μας με τη φύση, αγνοήσαμε τα δεδομένα και αυτονόητα. Εξορίσαμε από μόνοι μας το εαυτό μας. Χάσαμε την αγνότητά μας.