Πώς να περιγράψεις την καριέρα ενός καλλιτέχνη που συμπληρώνει σαράντα τέσσερα χρόνια έντονης μουσικής παρουσίας; Πώς να χαρακτηρίσεις έναν δημιουργό που έχει ασχοληθεί επιτυχώς με πολλά είδη μουσικής; Από τραγούδι, όπερα, κλασική μουσική, μουσική δωματίου, πολιτικό τραγούδι και φυσικά ποίηση.
Ο Θάνος Μικρούτσικος διότι περί αυτού πρόκειται είναι ένας καλλιτέχνης με ανήσυχο πνεύμα, αεικίνητος, βαθιά πολιτικοποιημένος που με τη μουσική του μεγάλωσαν γενιές και γενιές.
Ο «Σταυρός του Νότου» με την «Εσμεράλδα» και το Κούρο Σίβο, οι «γραμμές των οριζόντων» είναι δύο από τα πιο σημαντικά άλμπουμ της ιστορίας του ελληνικού τραγουδιού, σε ποίηση του Νίκου Καββαδία που τραγουδήθηκαν και αγαπήθηκαν όσο λίγα για περισσότερα από είκοσι χρόνια.
Με την ευκαιρία της συναυλίας του στη Λάρισα με τον Χρήστο Θηβαίο και μάλιστα δύο φορές σε λίγες μόνο ημέρες είχα τη χαρά να συναντήσω τον Θάνο Μικρούτσικο και μέσα από μία χαλαρή συζήτηση λίγο πριν ανέβει στη σκηνή και παίξει στο πιάνο του, να πούμε πράγματα που έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον.
Συνέντευξη στη
Σοφία Ορφανιώτη
* Κύριε Μικρούτσικε, από πού εμπνέεστε κάθε φορά για να γράψετε ένα τραγούδι, ποιο είναι το κίνητρο σας;
- Πρέπει να σας πω ότι με τη μουσική ασχολούμαι από την εποχή που γεννήθηκα διότι έπαιζα πιάνο από τεσσάρων ετών, ωστόσο η επαγγελματική ενασχόλησή μου με τη μουσική συμπληρώνει φέτος αισίως σαράντα τέσσερα χρόνια. Όλα αυτά τα χρόνια λοιπόν έγιναν τόσες αλλαγές στις ζωές των ανθρώπων, στην Ελλάδα, στην Ευρώπη. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι πέραν της ταύτισής μου και της αγάπης μου με τη μουσική κατά περιόδους υπάρχουν διαφορετικά πράγματα που με κινητοποιούν κάθε φορά. Θα έλεγα όμως σε σχέση με την ερώτησής σας - ότι θα μπορούσα να σας δώσω τρεις απαντήσεις. Να ξεχωρίσω τρεις περιόδους, την πρώτη που έχει να κάνει με τη δεκαετία του 60’ και του 70’ όπου αυτό που με εξίταρε και με κινητοποιούσε ήταν η ανάγκη μου με τη μουσική μου να εκφράσω τη δραματική συγκυρία και να καταστήσω κατά κάποιο τρόπο όσους δεν παρακολουθούσαν να έχουν πιο κριτική σκέψη, να είναι πιο συνειδητοποιημένοι.
Η δεύτερη περίοδος αφορά στη δεκαετία του 80’, είναι περισσότερο μία τάση να κάνω μία βουτιά στον εαυτό μου, στον εσωτερικό μου κόσμο και η τρίτη περίοδος αφορά στη δεκαετία του 90’ μέχρι και σήμερα και είναι η οριστική, όπου αφορά περισσότερο στην πάλη μου με το χρόνο. Εγώ ως δημιουργός πρέπει να σας πω ότι αισθάνομαι σα να είμαι σε ένα ρινγκ και παίζω μποξ με έναν ψηλό πυγμάχο, πολύ δυνατότερο από μένα, το χρόνο, που είναι σίγουρο ότι θα με ρίξει νοκ άουτ στο 15ο γύρο. Εμένα αυτό που με ενδιαφέρει είναι στο τέλος κάθε γύρου να τον νικάω στα σημεία. Ένα άλλο στοιχείο που με κινητοποιεί είναι η τρομακτική διάθεση του κόσμου, ειδικότερα σε αυτή την περίοδο κρίσης που ζούμε. Η μουσική παράσταση που κάνουμε με τον Χρήστο Θηβαίο από την 1η Ιουνίου του 2010 είναι η 111η και σας λέω με κάθε ειλικρίνεια ότι όπου και αν παίζουμε, σε όποια πόλη, σε όποιο χώρο, είναι συγκινητικό το πώς αποδέχονται τη δουλειά μας, κυρίως τα νεότερα παιδιά.
* Κατά παραγγελία έχετε γράψει ποτέ;
- Θα σας έλεγα ότι κατά παραγγελία βασικά γράφω και κατά παραγγελία γράφεται ουσιαστικά η μουσική τα τελευταία 800 χρόνια στη Δύση που είναι και η πιο επαγγελματική εκδοχή της μουσικής. Ό,τι έγραφαν ο Μπαχ, ο Μπετόβεν, ο Μότσαρτ ήταν κατά παραγγελία. Ξέρετε τι γίνεται; μπερδεύεται ο κόσμος και λέει - μα καλά αυτός γράφει κατά παραγγελία;
Η δική μου η πιο δημοφιλής δουλειά είναι ο «Σταυρός του Νότου» σε ποίηση Νίκου Καββαδία και μόνο το γεγονός ότι έχει πουλήσει 1.375.000 δίσκους, δείχνει ότι είναι το Νο 1 στο ελληνικό τραγούδι τα τελευταία 35 χρόνια, ε αυτό λοιπόν έγινε κατά παραγγελία. Εγώ είμαι ασκημένος στη μουσική, ξέρετε... δεν είναι ο συνθέτης ο τύπος που παίρνει το σακάκι του πάει μία βόλτα και όταν του ’ρθει μία έμπνευση αρχίζει στην κιθάρα του, στο πιάνο του, ή στο χαρτί του διθυράμβους. Εγώ έχω ασκηθεί, το κεφάλι μου, το μυαλό μου, η καρδιά μου και το χέρι μου να συνδέονται ώστε ό,τι κινητοποιηθεί απ’ τα τρία, κινητοποιεί και τα άλλα δύο. Αυτή είναι η λειτουργία του συνθέτη, αν ήταν ο συνθέτης να πρέπει να κάνει χιλιάδες βόλτες σε κάποιο δάσος για να του ’ρθει μία μελωδία, τότε θα είχαν γραφεί ελάχιστα τραγούδια εδώ και χιλιάδες χρόνια. Όταν έχω μία παραγγελία και αρχίσω και γράφω τότε το χέρι κινητοποιεί την καρδιά ή το μυαλό και το μυαλό την καρδιά και έτσι μέσα σε τρεις ώρες κυλάνε πολύ περισσότερα πράγματα απ’ όσα χρειάζομαι. Ο καλός συνθέτης είναι αυτός ο οποίος σε αυτή τη διαδικασία κάποια θα απορρίψει και κάποια θα κρατήσει αρκεί βέβαια να κρατήσει τα καλύτερα.
*Κατά τη διάρκεια της πολυσήμαντης καριέρας σας, έχετε γράψει πολλά και διαφορετικά είδη μουσικής, από όπερες, μουσική για θέατρο και κινηματογράφο, ηλεκτρονική μουσική, ενώ έχετε ασχοληθεί και με το πολιτικό τραγούδι. Θα αναρωτηθεί κάποιος ότι ίσως τα κάνετε όλα αυτά από ματαιοδοξία.
- Σας μιλάω με απόλυτη ειλικρίνεια φοβήθηκα μήπως είναι αυτό, αλλά δεν είναι έτσι. Κάθισα και κοίταξα το παρελθόν μου, τον εαυτό μου. Όταν ήμουν μικρός έπαιζα καλό πιάνο γύρω από την κλασική μουσική, μετά ήρθε μία περίοδος εφηβείας όπου ό,τι άκουγα από το Θεοδωράκη ή τον Χατζιδάκι, το έπαιζα στο πιάνο αμέσως με αποτέλεσμα όταν μπήκα στο Πανεπιστήμιο είχα μέσα μου και την κλασική μουσική και το τραγούδι. Ήρθαν στη μέση του Πανεπιστημίου και κάποιες εξειδικευμένες σπουδές και όταν βγήκα δημοσίως ως συνθέτης είχα τρία διαφορετικά πράγματα μέσα μου. Νομίζω ότι ήταν η ανάγκη που ξεκίναγε από τις πηγές που είχα όταν έκανα μουσική.
* Στη 44χρονη καριέρα σας λοιπόν έχετε κάνει όλα όσα έχετε ονειρευτεί ή υπάρχουν και άλλα πράγματα που ακόμη θέλετε να δώσετε στον κόσμο;
- Τα όνειρα αν σταματήσουν, σταμάτησες ως καλλιτέχνης, ως δημιουργός και ως άνθρωπος, αυτό λέω και στα παιδιά μου. Λέω στον γιο μου που είναι και ο μικρότερος θα ονειρεύεσαι ως το τέλος, να ξεπερνάς τις δυνατότητές σου.
Εκείνο που έχει σημασία για κάθε άνθρωπο, αλλά κυρίως για μένα που είμαι δημιουργός είναι κάθε φορά να ξεπερνάω τις δυνατότητές μου.
Δεν τις ξεπερνάς αν πεις, «ποιες ορχήστρες δε με έχουν παίξει, το όνειρό μου είναι να με παίξουν» αυτό είναι μικρό. Είναι αλήθεια ότι κάπου 70 δίσκοι μου κυκλοφορούν σε όλο τον κόσμο, έχω κάνει χιλιάδες συναυλίες, έχω γράψει 80 μουσικές για το θέατρο στην Ελλάδα, στην Επίδαυρο, στο Ηρώδειο, στο εξωτερικό, τουλάχιστον 17 παραγωγές, δεν φαίνεται να λείπει τίποτα από το παζλ, όμως αυτό που με κινητοποιεί είναι να ξεπερνάω τις καταγεγραμμένες μου δυνατότητες, να κατακτώ δηλαδή κάθε φορά το αδύνατο, αλλά το μάτι ενός εικοσάρη που αντιλαμβάνεσαι όταν παίζοντας πιάνο σε μία παράσταση τον ταξίδεψες είναι που σου δίνει τελικά τη δυνατότητα να συνεχίσεις.
* Ό,τι έχετε κάνει μέχρι σήμερα το έχετε κατακτήσει έχοντας στο μυαλό σας τη δημιουργικότητα ή την επιτυχία;
- Δεν μπορώ να μιλήσω εγώ για την ποιότητα της μουσικής μου, αυτό θα το πει ο κόσμος, εκείνο για το οποίο μπορώ να μιλήσω είναι οι προθέσεις μου.
Ως πρόθεση δεν είχα ποτέ την επιτυχία και θα σας πω κάτι σε αυτό το σημείο. Το 1986 έκανα ένα δίσκο με τη Χαρούλα Αλεξίου, πολύ μεγάλη επιτυχία, το
«Η αγάπη είναι ζάλη» κυκλοφόρησε σε όλη την Ελλάδα. Σε μία συνάντηση στο σπίτι μου της είχα παίξει - γιατί μ’ αρέσει να συνεργάζομαι με τους τραγουδιστές, τη «Ρόζα», πέρασε, ήρθε μετά από δέκα χρόνια ο Μητροπάνος και έγινε αυτό που ξέρουμε όλοι. Αυτά τα πράγματα λοιπόν δεν τα ξέρεις, τι θα κάτσει τι δεν θα κάτσει. Πρόθεσή μου ήταν πάντοτε να εκφράσω αυτό που πιστεύω, αδιαφορώντας απολύτως τι θα περάσει και τι όχι. Δεν είχα ποτέ στο μυαλό μου το κριτήριο της επιτυχίας. Αν την κυνηγούσα ίσως να μην ερχόταν και ποτέ.
* Η σχέση σας με τους καλλιτέχνες πώς είναι;
- Καταρχήν με την αείμνηστη Μαρία Δημητριάδη ήμασταν μία οικογένεια όπως επίσης και με τους τραγουδιστές εκείνης της εποχής. Με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου που έχουμε δουλέψει αρκετά χρόνια μαζί η σχέση μας είναι αδελφική. Το ίδιο στενή είναι η σχέση μου με τον Μητροπάνο, με τη Μίλβα, με τη Χαρούλα. Τώρα με τους νεότερους που συνεργάζομαι είναι και αυτοί καλοί μου φίλοι, παρότι με λένε όλοι τους δάσκαλο και με εκνευρίζουν. Με το Χρήστο Θηβαίο έχουμε μία άριστη συνεργασία, πολύ ενθουσιασμένος είμαι και με μία συμπατριώτισσά σας την Άννα Λινάρδου.
* Θα θέλατε να συνεργαστείτε με κάποιους άλλους καλλιτέχνες της νεότερης γενιάς, υπάρχει κάποιος ή κάποια η φωνή του οποίου να σας έχει ενθουσιάσει;
- Βεβαίως υπάρχουν και δεν μπορώ να πω ότι μέχρι τέλους θα κάνω δουλειές με όσους θαυμάζω, δεν είναι και ο χρόνος κατάλληλος. Πιστεύω ότι η νεότερη γενιά έχει πολύ σημαντικά πρόσωπα και στην τραγουδοποιοία και στο τραγούδι και μπορεί στο μέλλον να συνεργαστούμε. Κάποια πρόσωπα που ξεχωρίζω ως τραγουδοποιούς είναι ο Χάρης και ο Πάνος Κατσιμίχας, ο Χρήστος Θηβαίος, ο Μίλτος Πασχαλίδης, ο Σωκράτης Μάλαμας. Από τη νεότερη γενιά ξεχωρίζω τη Ρίτα Αντωνοπούλου και την Άννα Λινάρδου όπως σας είπα και λίγο πριν.
* Η δισκογραφία τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε μία καθοδική πορεία, βλέπουμε να πωλούνται μέσα σε μία πλαστική σακούλα, εφημερίδες με c.d, πώς το σχολιάζετε αυτό;
- Η δισκογραφία από το 2000 έως το 2004 ήταν σε φθίνουσα πορεία και από κει και πέρα είναι σε απόλυτη κατάρρευση, δεν ισχύει τίποτα. Δεν υπάρχει δισκογραφική βιομηχανία και αν υπάρχουν κάποιες εταιρίες επί της ουσίας πουλάνε μέσω εφημερίδων το παλιό ρεπερτόριο. Το είχα προβλέψει αυτό από το 1996 και υπάρχουν επιστολές μου προς τον Μάκη Μάτσα που ήταν επικεφαλής μιας μεγάλης δισκογραφικής εταιρίας που του έλεγα τότε γιατί θα καταρρεύσει το σύστημα.
* Έχετε μία μεγάλη αναγνωρισιμότητα τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, κάποιος στη θέση σας ίσως και να σταματούσε, τι είναι αυτό που σας κάνει να συνεχίζετε ακόμη;
- Η σχέση μου με τον κόσμο, με τη νέα γενιά που με κινητοποιεί απίστευτα βλέποντας όχι τόσο μία επιδερμική αλλά μία ουσιαστική αποδοχή.
* Είστε ικανοποιημένος από το έργο που επιτελέσατε ως υπουργός Πολιτισμού;
- Εγώ έκανα αυτό που ήθελα να κάνω στον πολιτισμό και δεν θα περιοριστώ μόνο στα τρία χρόνια της υπουργικής μου θητείας αλλά και σε όσα είχαν προηγηθεί στην πολιτιστική διαχείριση και αναφέρομαι από το 1986 -1990 στο διεθνές φεστιβάλ Πάτρας, στην εμπέδωση του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών που ήμουνα επικεφαλής από το 1990- 1993. Μετά έγινα υπουργός, αν περιοριστώ σε αυτά έδωσα μία άλλη κατεύθυνση και ένα άλλο πνεύμα. Σε ό,τι αφορά στο Υπουργείο, ειδικότερα η δεύτερη περίοδος όταν σταμάτησαν οι επιθέσεις του πολιτικού συστήματος που έβλεπαν έναν απ’ έξω να παίρνει μία πολιτική θέση τότε μπόρεσα και δούλεψα με τους συνεργάτες μου και έγιναν πολύ σημαντικά πράγματα. Το σύστημα μετά- και αναφέρομαι όχι αναγκαστικά σε άλλο κόμμα, είτε δεν τα συνέχισε είτε τα άφησε ένα μαραθούν και αυτό είναι λυπηρό για μένα.
* Από τα λεγόμενα σας βγαίνει μία πικρία, αν σας πρότειναν λοιπόν να ασχοληθείτε ξανά με την πολιτική θα το κάνατε;
- Μου έχουν προτείνει πολλές φορές από τότε και είπα όχι για τρεις βασικούς λόγους: Πρώτον, αγαπάω πάρα πολύ τη γυναίκα μου και συμπατριώτισσά σας, τα τέσσερα παιδιά μου, τα δύο εγγόνια μου και τους φίλους μου, ο χρόνος δεν είναι πολύς για να τους αφήσω για κάποια χρόνια. Δεύτερον αν κάνω μία τομή στον καρπό του χεριού θα φύγουν νότες και όχι αίμα, τρίτον ενώ δούλεψα δημιουργικά από το 1993 έως το 1996 ό,τι ακολούθησε μετά έσβησε τα πάντα, ε δε σκοπεύω να το ξανακάνω λοιπόν. Και ο τέταρτος λόγος είναι ότι ειδικά σε αυτή την περίοδο δεν υπήρχε περίπτωση εγώ να συμπράττω στη βαρβαρότητα που βιώνουμε όλοι μας.
* Τι σας φτιάχνει και τι σας χαλάει στην Ελλάδα του σήμερα;
- Με χαλάει η βαρβαρότητα που υπάρχει γύρω μας, η ανεργία, οι άνθρωποι που πάνω από εξήντα χρόνων δε θα δουν μια άσπρη μέρα και το χειρότερο τα παιδιά που μπαίνουν στην παραγωγή και παίρνουν 500 ευρώ, αυτό είναι εγκληματικό.
Τώρα αυτά που με φτιάχνουν είναι οι άνθρωποι που αγαπάω και αναπνέω μαζί τους, είναι η μουσική μου και τα νέα παιδιά που έρχονται σε οποιαδήποτε εμφάνιση μου. Και θα σας πω κάτι, ήρθε τις προάλλες ένα παιδί στη Σητεία της Κρήτης όπου παίζαμε, με πλησίασε και μου είπε σχεδόν αχνά «ξέρεις χαίρομαι που ζω εδώ γιατί υπάρχεις κι εσύ». Μου το ’πε πολύ τετ α τετ, ε, αυτό είναι το μεγαλύτερο παράσημο που θα μπορούσα να έχω.