Επιμέλεια Νίκος Οικονομίδης
Μετά το άνοιγμα του εργοστασίου της «Κολούμπια» το 1946, αρκετοί είναι οι τραγουδιστές που εμφανίζονται πρώτη φορά στη δισκογραφία. Στο σημερινό άρθρο θα αναφερθούμε στους σημαντικότερους από αυτούς, μέχρι την εμφάνιση του Στέλιου Καζαντζίδη το 1952.
* Ο Πρόδρομος Τσαουσάκης –Μουτάφογλου γεννήθηκε στην Πόλη το 1919. Το 1923 η οικογένειά του μετά την Μικρασιατική καταστροφή εγκαθίσταται στη Θεσ/νίκη. Αμέσως σχεδόν πεθαίνει ο πατέρας του και η οικογένεια του περνά δύσκολα χρόνια. Ο Πρόδρομος άρχισε να εργάζεται σε διάφορες δουλειές, ενώ ασχολείται και με την πάλη επαγγελματικά. Παράλληλα αρχίζει να τραγουδά κυρίως τούρκικα τραγούδια που έμαθε από μικρός.
Στον πόλεμο ως λοχίας πολεμά στην Αλβανία και κατά την οπισθοχώρηση συλλαμβάνεται από τους Γερμανούς. Την περίοδο αυτή του δίνουν οι φίλοι του το ψευδώνυμο Τσαουσάκης από το τούρκικο Τσαούς που σημαίνει λοχίας. Στην κατοχή τραγουδά σε ταβέρνες γνωρίζει τον Τσιτσάνη, αλλά και τη σύζυγο του Άννα Κάδογλου. Ο Τσιτσάνης προσπαθεί να τον πάρει στην Αθήνα. Τελικά με την παρέμβαση του αστυνομικού διευθυντή Μουσχουντή λάτρη του ρεμπέτικου και κουμπάρου του Τσιτσάνη κατεβαίνει στην Αθήνα. Το 1946 ηχογραφεί το πρώτο του τραγούδι «Κάτσε να ακούσεις μια πενιά» του Τσιτσάνη, για να ακολουθήσουν και άλλες επιτυχίες «Χωρίσαμε ένα δειλινό», «Συννεφιασμένη Κυριακή», «Ο ζητιάνος» κ.ά. Μέχρι το 1956 ηχογραφεί 73 τραγούδια του Τσιτσάνη και δεκάδες τραγούδια άλλων μεγάλων συνθετών [Μητσάκη, Κλουβάτου, Καλδάρα, Τατασόπουλου κ.ά.].
Το 1951 γεννιέται ο γιος του Δημήτρης που συνεχίζει το έργο του πατέρα του μέχρι σήμερα στα πάλκα. Αλλάζει εταιρίες και οι τελευταίες ηχογραφήσεις γίνονται στην «Πάνιβαρ» το 1976. Πάνω στη φωνή του πάτησε και ο Στέλιος Καζαντζίδης στα πρώτα χρόνια της καριέρας του. Σε ηλικία 60 ετών φεύγει από την ζωή από καρδιακή προσβολή.
* Ο Γιάννης Κυριαζής γεννήθηκε στην Καβάλα το 1915. Το 1937 μετακομίζει στη Θεσ/νίκη, όπου αρχίζει να σπουδάζει κλασική κιθάρα. Όταν ο Τσιτσάνης υπηρετεί στο τάγμα τηλεγραφητών γνωρίζεται με τον Κυριαζή. Στην κατοχή παίρνει μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα από τις τάξεις του ΕΑΜ. Το 1943 μάλιστα γράφει το πρώτο του αντάρτικο τραγούδι με τίτλο «Αιντε πάμε». Τον ακούει ο Καλδάρας και του δίνει το πρώτο του τραγούδι στη δισκογραφία το «Εβίβα ρεμπέτες». Την κανταδόρικη φωνή του εμπιστεύονται και άλλοι συνθέτες της εποχής όπως ο Χρυσίνης, ο Μπακάλης, ο Τσιτσάνης ακόμα και ο Μάνος Χατζιδάκης. Πολλά χρόνια στο πάλκο ένας αληθινός μάγκας πάντα καλοντυμένος και γόης. Τη δεκαετία του ’70 μαζί με τη Νανά Γκρέτα στο κέντρο «Ωραία μου κυρία», εμφανίζονταν στο καντίνι και στην πένα. Ντυμένος με κασμίρια, μεταξένια φουλάρια και εγγλέζικα παπούτσια. Όλα αυτά κόντρα στον ασυμβίβαστο χαρακτήρα του. Σε συνέντευξή του αναφέρει χαρακτηριστικά: «Για να ανέβεις ψηλά πρέπει να περάσεις πολλές χαμηλές και στενές πόρτες και να σκύβεις συνέχεια. Εγώ από μικρός κατάπια ένα σπαθί ατσάλινο που έφτανε ως το λαιμό και δεν με άφηνε ποτέ να σκύψω για να περάσω τα πορτάκια της υποταγής και του συμβιβασμού...». Έφυγε από τη ζωή τον Ιούνιο του 1982.
* Ο Τάκης Μπίνης γεννήθηκε στη Θεσ/νίκη το 1923. Από πολύ μικρός συμμετείχε με το μπουζούκι του σε συγκροτήματα σε μαγαζιά όπως στου Καφαντάρη και στου Κέρκυρα. Γνωρίζει τον Τσιτσάνη και τον Παπαϊωάννου στη Θεσ/νίκη. Στην Κατοχή συλλαμβάνεται και καταφέρνει με περιπετειώδη τρόπο να φτάσει στον Πειραιά το 1944. Θα δουλέψει ως τραγουδιστής στην Τρούμπα και γνωρίζει τον δεξιοτέχνη του μπουζουκιού Δημήτρη Στεργιού-Μπέμπη. Συνεργάζεται πολλά χρόνια με τον Χιώτη αλλά τα τσουγκρίζει μαζί του διαφωνώντας για τη μετεξέλιξη του τρίχορδου μπουζουκιού σε τετράχορδο. Το 1958 φεύγει στην Αμερική και τον Καναδά. Επιστρέφει και το 1983 συνεργάζεται με τον Ξαρχάκο και τον Γκάτσο στο Ρεμπέτικο. Μέχρι το 2005 που εγκαταλείπει τα εγκόσμια ήταν μάχιμος. Έμεινε στην ιστορία με τραγούδια σαν «Το κουρασμένο βήμα σου».» Τα καβουράκια», «Όμορφη Πειραιώτισα»,»Καρδιά παραπονιάρα», «Οι παπατζήδες» και τα τελευταία χρόνια το «Δίχτυ».
* Ο Ορφέας Κρεούζης γεννήθηκε στον Ταύρο. Υπήρξε το έβδομο παιδί πολυμελούς οικογένειας. Τα πρώτα μουσικά ερεθίσματα τα έλαβε μέσω του αδερφού του που σπούδαζε βυζαντινή μουσική. Έτσι άρχισε να μελετά κιθάρα καθημερινά. Θαύμαζε τον Μάρκο και το πρώτο τραγούδι που έμαθε ήταν ο «Γρουσούζης». Συνδέθηκε πολιτικά με την Αριστερά. Με πρόσχημα τις καντάδες στην Κατοχή με συντρόφους του έβρισκε την ευκαιρία να μοιράζει προκηρύξεις και να γράφει συνθήματα στους τοίχους ενάντια στους κατακτητές. Τραυματίζεται στα Δεκεμβριανά. Γνωστός γίνεται στις αρχές της δεκαετίας του ’50 με το τραγούδι του Λαύκα «Το στοιχειωμένο σπίτι». Ακολουθεί το τραγούδι «Ηλιοβασίλεμα σωστό» πριν τον στείλουν εξορία στη Μακρόνησο. Εκεί γνωρίζει τον Κούνδουρο που τον φέρνει σε επαφή με τον Χατζιδάκη. Για τις ανάγκες της ταινίας «Το ποτάμι» τραγουδά τον περίφημο «Γκρεμό». Οι συνεχιζόμενες διώξεις του κάνουν τη ζωή και την καριέρα του μαρτύριο. Το διάστημα 1955-60 αντιστέκεται και τραγουδά στον «Κήπο του Αλλάχ». Μετά τις εκλογές του ΄61 φεύγει για το Παρίσι για να εργαστεί στο κέντρο «Όλυμπος» του Ζάν Βασίλη. Επιστρέφει στην Ελλάδα ανοίγοντας ταβέρνα στον Βύρωνα. Μετά το 1967 εξορίζεται και πάλι στο Παρίσι μετά από μια μυθιστορηματική διαφυγή στη Γιουγκοσλαβία. Εργάζεται για μια δεκαετία σε μαγαζιά αλλά ένα ατύχημα τον αναγκάζει να εγκαταλείψει το τραγούδι το 1978. Μέχρι το 2004 που φεύγει από τη ζωή ζούσε στη Μονμάρτη του Παρισιού με μιά μικρή σύνταξη από το Γαλλικό κράτος.
* Ο Οδυσσέας Μοσχονάς γεννήθηκε στη Σάμο το 1912. Το 1930 εγκαθίσταται στον Πειραιά. Κιθαρίστας στο πάλκο αλλά σημαντικός τραγουδιστής της μεταπολεμικής περιόδου. Οι ερμηνείες κυρίως στα τραγούδια του Παπαϊωάννου «Πέντε Έλληνες στον Άδη» και «Πριν το χάραμα» θεωρούνται αξεπέραστες. Το 1983 συνεργάζεται με τον Μαρκόπουλο και τον Κ.Χ. Μύρη στον δίσκο «Σειρήνες». Έγραψε και ο ίδιος αρκετά τραγούδια. Έφυγε από την ζωή το 1995.
* Ο Θανάσης Ευγενικός γεννήθηκε κι αυτός στη Σάμο. Ξεκινά ως κιθαρίστας τη δεκαετία του ’30. Όμως η καριέρα του στη δισκογραφία απογειώνεται μετά τον πόλεμο. Σπουδαίος τραγουδιστής με φωνή που έμοιαζε με εκείνη του Τζουανάκου. Δέν ήθελε να δουλεύει σε νυχτερινά κέντρα. Γραμμοφώνησε περίπου 130 τραγούδια σχεδόν με όλους τους συνθέτες της εποχής.
Άλλοι σημαντικοί τραγουδιστές της περιόδου ήταν ο κιθαρίστας Ανδρέας Σπαγαδώρος φίλος και συνεργάτης του Χιώτη, ο επίσης κιθαρίστας Γιάννης Σταμούλης –Μπίρ Αλλάχ με συμμετοχή στο περίφημο «Μινόρε της αυγής», ο Θεσσαλονικιός Μήτσος Χρήστου ή Σκύλος τραγουδιστής στο τραγούδι του Τσιτσάνη «Τα μάνταλα», κι ένας ακόμη συνεργάτης και φίλος του Τσιτσάνη ο Νίκος Τουρκάκης, o Δημήτρης Ρουμελιώτης με τραγούδια όπως «Όπου Γιώργος και μάλαμα», «Στη μαγεμένη Αραπιά», «Έδιωξες το Δημητράκη». Ξενιτεμένος από το 1968 στο Μόντρεαλ του Καναδά και ο Νίκος Καλλέργης σημαντικός τραγουδιστής και κιθαρίστας.