Γνώριμη στο λαρισαϊκό κοινό η ηθοποιός Κωνσταντίνα Τάκαλου, επιστρέφει μετά από 10 χρόνια στη σκηνή του «πρώτου της σχολείου», του Θεσσαλικού Θεάτρου με μια παράσταση που έχει προκαλέσει αίσθηση στην Αθήνα. Το έργο «Φρίντα - Φρίντα» της Μεξικανής Εστέρ Αντρέ Γκονζάλεζ για τη ζωή της κορυφαίας, επίσης, Μεξικανής ζωγράφου Φρίντα Κάλο, που θα παρουσιαστεί στο θέατρο του Μύλου αύριο Τετάρτη 3 και την Πέμπτη 4 Απριλίου, μας διδάσκει ότι το μεγαλείο της ψυχής μπορεί να υπερπηδήσει οποιοδήποτε φυσικό εμπόδιο.
Συνέντευξη: Παναγιώτα Φούντα
* Η Φρίντα Κάλο έλεγε ότι ζωγραφίζει την πραγματικότητά της, όχι τα όνειρα και γι' αυτό έκανε και πολλές αυτοπροσωπογραφίες. Πιστεύετε ότι αυτή η πραγματικότητα αποτυπώνεται μέσα από το έργο;
- Νομίζω ότι καταφέραμε να αποδώσουμε με ό,τι μέσο διαθέτει η τέχνη του θεάτρου, τη ζωή της Φρίντα. Όπως εκείνη ζωγράφιζε τον εαυτό της, την πραγματικότητά της κι εμείς μέσα από μικρούς πίνακες θεατρικούς, δηλαδή από μικρά επεισόδια-τίτλους αποτυπώνουμε τη ζωή της, χωρίς να προσπερνάμε κανένα κομμάτι της δηλαδή την αρρώστια της, το ατύχημά της, τις νοσηλείες, τον έρωτά της για τον Ντιέγκο Ριβέρα, τον άντρα της ζωής της, τις εξωσυζυγικές σχέσεις του, τις αποβολές της, τα μεξικάνικα ρούχα, τα λουλούδια στα μαλλιά και όλα αυτά δοσμένα με σαρκαστικό και σουρεαλιστικό τρόπο όπως τα έβλεπε και η ίδια.
* Το κοινό γνωρίζει τη Φρίντα Κάλο ως τη ζωγράφο με την ιδιαίτερη όψη και τους γεμάτους από το μεξικάνικο ταμπεραμέντο πίνακες. Ποια ήταν στην πραγματικότητα και για ποιους λόγους παρουσιάζεται ως δύο ξεχωριστοί χαρακτήρες; Πέρα του ότι έρχεται σε επαφή με το μεγαλείο της ζωής μιας υπέροχης γυναίκας με έντονη προσωπικότητα, τι άλλο αποκομίζει ο θεατής μέσα από την παράσταση;
- Ο θεατής βλέπει έναν άνθρωπο «σπασμένο»-όπως έλεγε η ίδια για τον εαυτό της- από τον σωματικό και ψυχικό πόνο, να τα ξεπερνά όλα αυτά, με την αγάπη που είχε για τη ζωή. Έγινε η «Αγία» της γυναικείας τέχνης, γιατί αντί να μαραζώσει και να αποσυρθεί μετά την πολυομυελίτιδα και το βαρύτατο ατύχημα που αργότερα της συνέβη, ζωγράφισε, αντιστάθηκε, επαναστάτησε (μεταξύ άλλων έγινε κομμουνίστρια και γνώρισε τον Τρότσκι), δεν συμβιβάστηκε και γεύτηκε κάθε δυνατή έκφανση της ζωής.
Η Φρίντα ζωγράφισε έναν πίνακα που του έδωσε τον τίτλο «Οι δύο Φρίντες», πολύ μεγαλύτερο σαν διάσταση, σε σχέση με τα έργα που είχε φτιάξει ως εκείνη την εποχή και ο οποίος απεικονίζει τον εαυτό της σε δύο μορφές. Η μία «Φρίντα» είναι η Μεξικάνα και η άλλη η «Ευρωπαία», που αγαπήθηκε πολύ από το σουρεαλιστικό κίνημα. Στον συγκεκριμένο πίνακα, αποτυπώνεται η συνομιλία που κάνουμε όλοι με τον εαυτό μας, δηλαδή η συχνά εμφανιζόμενη σύγκρουση μεταξύ συναισθήματος και λογικής. Η μία Φρίντα ερωτεύεται, αγαπάει και η άλλη κλαίει και περιγελάει. Φτιάχνει την εικόνα του εαυτού της (τις ανθισμένες φούστες από την Τιχουάνα, τα βαριά κοσμήματα, τις πλεξίδες στα μαλλιά, τα λουλούδια) για να ξορκίσει τον θάνατο με τον οποίον παλεύει όλη της τη ζωή, μέσα από τις πάμπολλες εγχειρήσεις και τους μεταλλικούς κορσέδες που φορούσε κάτω απ' όλα αυτά, μόνο και μόνο για να μπορεί να στέκεται όρθια. Έτσι λοιπόν ο θεατής, μέσα από αυτή τη διαδικασία μαθαίνει να μην καταβάλλεται από τον πόνο και τον χρόνο που είναι ανελέητος, να ζει το «εδώ και τώρα», χαράζοντας έναν προσωπικό δρόμο, μην σταματώντας να ονειρεύεται, ακόμα και στις πλέον δύσκολες συνθήκες και να αγωνίζεται να τις υπερβεί.
* Γιατί αποφασίσατε να επισκεφθείτε τη Λάρισα, με τη συγκεκριμένη παράσταση, μετά από 10 χρόνια;
- Αποφάσισα να το κάνω τώρα, γιατί είμαστε μέσα στην καταστροφή, γιατί αυτό που συμβαίνει σήμερα στον τόπο, δεν είναι απλά μια κρίση. Ζούμε σε μια εμπόλεμη κατάσταση, όπως τουλάχιστον το νιώθω προσωπικά, με την ματιά ενός καλλιτέχνη, που δεν διαφέρει σε τίποτα από τη ματιά ενός αγρότη ή οιουδήποτε άλλου εργαζόμενου. Έχουν περάσει περίπου τριάντα χρόνια, απο τότε που έπαιξα στην «Ειρήνη» του Αριστοφάνη, στην Ερασιτεχνική Σκηνή του Θεσσαλικού Θεάτρου, που δημιούργησε ο πρώτος μου δάσκαλος, ο κορυφαίος μας σκηνοθέτης, ο Κώστας Τσιάνος. Δέκα χρόνια μετά, από τότε που έπαιξα, ως επαγγελματίας ηθοποιός στο Θεσσαλικό Θέατρο τα έργα: «Aννα Φρανκ», «Ο Γλάρος», «Ολεάνα», «Παραμύθι χωρίς Ονομα», παραστάσεις που αγάπησα βαθειά, και αγκαλιάστηκαν θερμά από τους θεατές και ενώ όλο αυτό το μεσοδιάστημα, δεν σταμάτησα ποτέ να δουλεύω, αλλά δυστυχώς δεν μου δόθηκε η ευκαιρία να έρθω να ξαναπαίξω στην πόλη μου. Επιστρέφω λοιπόν με ένα έργο- σύμβολο της γυναικείας χειραφέτησης, που έκανε μεγάλη επιτυχία στην Αθήνα, για να μοιραστώ αυτή την εμπειρία της παράστασης, με τους φίλους μου, τους συμμαθητές μου, τους καθηγητές μου, το Θεσσαλικό Θέατρο, την οικογένειά μου και το κοινό σαν μια γιορτή του Θεάτρου, για μένα και τη Φρίντα.