Προς το τέλος του 1940, ο νεαρός μετεωρολόγος Χάρης Χωματάς αποφασίζει να μελετήσει συστηματικά το κλίμα της Αθήνας, προσδοκώντας ότι κάποτε, με βάση τα πορίσματά του, η πόλη θα πολεοδομηθεί κατά το δυνατόν εκ νέου. Λίγο αργότερα ο γεωπόνος Αντώνης Αστεριάδης ξεκινάει μια εξίσου εξαντλητική έρευνα για τους λαχανόκηπους της πρωτεύουσας, αναδεικνύοντας τον αποφασιστικό ρόλο τους κατά την πολεμική περίοδο, αλλά και ελπίζοντας να ωθήσει τη μεταπολεμική τους ανάπτυξη. Και οι δυο παίρνουν σβάρνα τις γειτονιές της Αθήνας και περνάνε «το πλείστον των τρομερών κατοχικών ετών» συλλέγοντας στοιχεία.
Οι δύο ερευνητές γνωρίζονται και γίνονται φίλοι. Αμφότεροι ζουν τις πολιτικές συγκρούσεις της εποχής, όμως αρνούνται να επιλέξουν στρατόπεδο, επιμένοντας να επικεντρώνονται στο επιστημονικό τους έργο , υπέρ της κοινωνίας. Με τέτοια μυαλά, απομονώνονται πολιτικά και απειλούνται απ’ όλες τις πλευρές.
Ο Χωματάς κι ο Αστεριάδης αποτελούν συγγραφικές μεταλλαγές υπαρκτών προσώπων. Η μεταπολεμική Αθήνα ούτε πολεοδομήθηκε εξαρχής, ούτε νέους λαχανόκηπους απέκτησε – εμείς, όμως, οι αναγνώστες κερδίζουμε αφενός με μιαν εικόνα για το τι σημαίνει εμμονή στην επιστημονική έρευνα και αφετέρου μια θέαση της Κατοχής αποκλίνουσα από τα συνήθη στερεότυπα. Συνεπώς το μυθιστόρημα αυτό μπορεί εκ του ασφαλούς να κατηγορηθεί ως απάδον προς τις υγιείς, ηρωικές και φρονηματικές εκείνες αρχές επί των οποίων στηρίζεται η κρατούσα κατοχική ιστορία «και των δύο ημισφαιρίων», όπως θα έγραφε ο Άρης Αλεξάνδρου.