Διάβασα με προσοχή και αγάπη τα χρονογραφήματά της στο προηγούμενο βιβλίο Φοβάμαι να κάνω όνειρα και σημείωνα για την ωραία γλωσσική της γραφή τα εξής, που ισχύουν και για το καινούργιο βιβλίο της: Το στοιχείο που εκτιμώ περισσότερο σε κάθε κείμενο είναι η γλώσσα, η καθαρή νεοελληνική, πλούσια, ζωντανή, εκφραστική. Όχι η λογοτεχνική και κυρίως όχι η «πολυλογού», η αμετροεπής. Κάποτε δοξάστηκε κι αυτή με τον ρομαντισμό, στην εποχή μας επιζητούμε τη ρεαλιστική καθαρότητα και αυθεντική ομορφιά. Που, βέβαια, πρέπει να πω, τη συναντούμε σπανίως...
Το πρώτο, λοιπόν, που διαπιστώνει ο αναγνώστης στα διηγήματα του καινούργιου βιβλίου της είναι η γλώσσα της αφήγησης, πλούσια και ρέουσα, που μάς κάνει να σκεφτόμαστε, ζώντας μέσα σ’ αυτόν τον φωνασκό αλλά και χειραφετημένο κόσμο της τεχνολογίας, πόσο αναγκαία είναι η καλλιέργειά της. Κυρίως για τη νέα γενιά και τη γενιά του Facebook και του Τικ Τοκ.
Δεύτερον, η αφηγηματικότητα των κειμένων ζωντανεύει ένα γλωσσικό λιβάδι μέσα μας που τέρπει την ψυχή ή την ακοή μας με κείνες τις μοναδικές περιγραφικές εικόνες στο ζαχαροπλαστείο, το μπακάλικο, το σπίτι με όλα τα κομφόρ, τη γειτονιά κ.λπ., εικόνες εντυπωσιακές.
Τρίτον, και τα 10 διηγήματα της συλλογής, από πλευράς θέματος, αναφέρονται στον σύγχρονο άνθρωπο με τις προσδοκίες, τα όνειρα, τη μοναξιά του, τους έρωτες και τα προβλήματά του. Θα έλεγα πως κατατάσσονται στα κοινωνικά και ουμανιστικά διηγήματα. Κι όλες οι ιστορίες των ανώνυμων ηρώων και ηρωίδων απεικονίζουν χαρακτήρες της καθημερινής ζωής, πράγμα που κρούει τις βαθύτερες χορδές της ψυχής κάθε αναγνώστη.
Τέταρτον, πέραν των ιστοριών, σχεδόν σε κάθε διήγημα, εμφανίζονται, ευθέως ή πλάγια, στοιχεία που παραπέμπουν στο λαογραφικό θησαυρό των παραμυθιών ή στον κόσμο των βιβλίων. Αυτή η διακειμενικότητα, η συνομιλία μεταξύ των κειμένων, εμπλουτίζει τον ορίζοντα των προσδοκιών με γνωσιακά και πραγματολογικά στοιχεία. Έτσι, μας θυμίζει τον μονοσάνδαλο Ιάσονα της Ιωλκού, τον Σκρουτζ και το Πνεύμα των Χριστουγέννων, τη φάρμα των ζώων του Τζορτζ Όργουελ, το παραμύθι του Άντερσεν Γκρέτα και Χάνσελ, την ταινία του Χίτσκοκ Τα πουλιά, τον Πινόκιο, την Κοκκινοσκουφίτσα, τη Νεράιδα του χιονιού, Το κοριτσάκι με τα σπίρτα κ.ά.
Το διήγημα ως γραμματολογικό είδος έχει μια μεγάλη ιστορία στα ελληνικά γράμματα και το υπηρέτησαν μεγάλοι λογοτέχνες, όπως οι Βιζυηνός, Παπαδιαμάντης, Καρκαβίτσας, Καραγάτσης, Βενέζης, Βαλταδώρος, Μυριβήλης, Μωραϊτίδης, Σαμαράκης, Χατζής κ.ά. Ας σημειώσουμε ότι το διήγημα, μεταξύ μυθιστορήματος και νουβέλας, είναι δύσκολο ως λογοτέχνημα και απαιτεί ιδιαίτερες ικανότητες γραφής. Φαίνεται ότι η Ζωή Καλαφάτη έχει το ταλέντο της διηγηματογραφίας, της πυκνής αφήγησης και της εξαιρετικής εικονοποιίας. Απόδειξη η συλλογή Γεύση από χαμένο παράδεισο, με διηγήματα που οι αναγνώστες, είμαι βέβαιος, θα τα απολαύσουν.
*Ο Β. Δ. Αναγνωστόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.