Το μουσείο θα στεγάζεται εκεί όπου μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ‘90, στεγαζόταν η Βιοτεχνία Ελληνικών Μαντηλιών (ΒΕΜ), κτίριο το οποίο από 1995 έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο μνημείο, και θα λειτουργεί ως παράρτημα του Μουσείου Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού.
Στο Μουσείο θα αναβιώσει η παραδοσιακή τυποβαφική, ενώ οδηγός στην αναβίωση αυτή θα είναι το Λαογραφικό Μουσείο Λάρισας που επί χρόνια πολλά παρουσιάζει την τυποβαφική τέχνη όπως ασκήθηκε ιστορικά στην Ελλάδα, με τα Σταμπωτά Τυρνάβου να είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Μάλιστα στην απόφαση για την έγκριση της μουσειολογικής μελέτης και κατ’ ουσίαν της έγκρισης για τη δημιουργία του νέου μουσείου η υπουργός Πολιτισμού, κ. Λίνα Μενδώνη, αναφέρει «Εγκρίνουμε τη μουσειολογική-μουσειογραφική μελέτη με τους ακόλουθους όρους: …Να παρουσιαστεί με κατάλληλα εποπτικά μέσα η τυποβαφική τέχνη όπως ασκήθηκε ιστορικά στην Ελλάδα (λ.χ. Σταμπωτά Τυρνάβου), αλλά και όπως αναβιώνει σε μουσεία του Νεότερου Πολιτισμού, όπως το Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο Λάρισας και το Εθνολογικό Μουσείο Θράκης, ιδίως στην εισαγωγική ενότητα, καθώς και στην ενότητα για το στάμπωμα. «Μεγάλη τιμή και αναγνώριση της δουλειάς που γίνεται στο Λαογραφικό Μουσείο» αναφέρει η επιστημονική υπεύθυνη του Μουσείου κ. Φανή Καλοκαιρινού στην «Ε» για την επιλογή του Υπουργείου Πολιτισμού να επιλέξει ως «οδηγό» στο νέο μουσείο το Λαογραφικό.
Χαρακτηριστική η κ. Φανή Καλοκαιρινού θα σημειώσει ότι «Το Λαογραφικό Ιστορικό Μουσείο Λάρισας Γιώργος και Λένα Γουργιώτη τα τελευταία χρόνια με την υλική και ηθική υποστήριξη του ΥΠΠΟΑ και με την καθοδήγηση της Διεύθυνσης Πολιτιστικής Κληρονομιάς υλοποιεί σε συστηματική βάση κύκλους επιμορφωτικών σεμιναρίων και βιωματικών εργαστηρίων για ενήλικες πάνω στην παραδοσιακή τεχνική της τυποβαφικής με ξυλότυπους ψηφιακά αντίγραφα των μουσειακών και με στόχο την ανάδειξη και δημιουργική αξιοποίηση της τέχνης του χειροποίητου σταμπωτού σήμερα. Παράλληλα ξεκίνησε και την υλοποίηση εργαστηρίων υφαντικής σε αργαλειούς σε συνεργασία με το Επιμελητήριο Λάρισας.
Η Λάρισα, μια πόλη σύγχρονη με ένα πλούσιο πολιτιστικό υπόβαθρο μπορεί να οδηγηθεί σε περαιτέρω ανάπτυξη με όχημα την παράδοση και τη ζώσα κληρονομιά της. Μέσα από την εξωστρέφεια και καινοτόμες δράσεις αξιοποίησης της άυλης της πολιτιστικής κληρονομιάς της, αξιοποιώντας τις δυνατότητες της σύγχρονης ψηφιοεπικοινωνιακής εποχής, μπορεί να αναδείξει την τοπική της ταυτότητα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της για την προσέλκυση περισσότερων επισκεπτών με γνώμονα πάντα τη βιώσιμη ανάπτυξη, την προώθηση της απασχόλησης, τον πολιτιστικό τουρισμό, τη συμπερίληψη και την προστασία του περιβάλλοντος». Μάλιστα η συστηματική και σε επιστημονική βάση δουλειά που γίνεται στο Λαογραφικό Μουσείο έχει και κοινωνικό χαρακτήρα. Μέσω των κύκλων σεμιναρίων σε ενηλίκους και ειδικές ομάδες θα τονωθεί εκ νέου μια νέα επαγγελματική τάξη, αφού τα τελευταία χρόνια, η ελληνική χειροτεχνία είχε απαξιωθεί και οι Έλληνες χειροτέχνες αδυνατούσαν να διατηρήσουν βιώσιμες επιχειρήσεις χωρίς τα απαραίτητα εργαλεία.
ΤΟ ΝΕΟ ΜΟΥΣΕΙΟ
Το νέο μουσείο θα στεγαστεί στο ιστορικό κτίριο επί των οδών Πλαταιών 38 και Σφακτηρίας στο Μεταξουργείο, το οποίο στέγαζε, από το 1989 μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ‘90, τη Βιοτεχνία Ελληνικών Μαντηλιών (ΒΕΜ) και από 1995 έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο μνημείο. Το κτίριο, ιδιοκτησίας του ΥΠΠΟ, αποκαθίσταται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, συνολικό προϋπολογισμό 7.600.000 ευρώ και ορίζοντα ολοκλήρωσης το τέλος του 2025. Η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, δήλωσε για τη δημιουργία του νέου μουσείου ανάμεσα σε άλλα ότι: «Ο επαναπροσδιορισμός και η ανάπτυξη της ελληνικής χειροτεχνίας, ως μορφή σύγχρονης παραγωγικής δραστηριότητας, μέσα από την αναβίωση των παραδοσιακών τεχνικών, συνεισφέρει στην εθνική εφαρμογή της Σύμβασης της UNESCO για τη Διαφύλαξη της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς, αξιοποιώντας παλαιότερες τεχνικές και γνώσεις, στο πλαίσιο ήπιων και καινοτόμων δράσεων. Η Βιοτεχνία Ελληνικών Μαντηλιών συνιστά έναν πολύτιμο μάρτυρα της εξέλιξης στην Ελλάδα της τυποβαφικής τέχνης και της μετάβασης από το στάμπωμα με ξυλότυπους, στην τεχνική της μεταξοτυπίας».
Θανάσης Αραμπατζής