Κύριε Νικολαΐδη, μιλήστε μας για την παράσταση, το έργο αυτό του Νικολάι Γκόγκολ, «Μια παράσταση για τη μοναξιά της διαφορετικότητας. Μακριά από τα χάχανα και το φτηνό ξεφωνητό για να μην κλάψουν, φωνάζουν δυνατά για να ξορκίσουν τη χλεύη της κοινωνίας. Κι όμως, έχουν κι αυτοί μια καρδιά που αποζητά την τρυφερότητα. Το έργο είναι βασισμένο στον θρυλικό θεατρικό μονόλογο «Το Ημερολόγιο Ενός Τρελού» του Ν.Β. Γκόγκολ και με τη διασκευή/προσαρμογή του Στέφανου Νικολαΐδη αναφέρεται στις νέες συνθήκες ζωής, που η αλήθεια φτάνει μετά από αγώνες και απογοητεύσεις στην επιφάνεια της καθημερινότητας». Κατ’ επίφαση ελευθερία λοιπόν, ρωτάμε τον κ. Νικολαΐδη, για να μας πει ότι: «Ένα ανθρώπινο πλάσμα σήμερα βυθίζεται στο χάος μιας μεγαλούπολης, ζει και υπάρχει ερήμην του συστήματος των «τακτοποιημένων» ανθρώπων μιας κοινωνίας βαθύτατα υποκριτικής και στην υπηρεσία μιας ψεύτικης ευταξίας. Απαγορευτικές ταμπέλες υψώνονται παντού, όμως πάντα για τους άλλους. Ενώ εμείς, πάντα υπόγεια, χαιρόμαστε κάθε ευτυχία και ηδονή, αρκεί να μη θίγονται τα… χρηστά ήθη. Ο αυτοσκοπός της εμπορευματοποιημένης φιλευσπλαχνίας και επιφανειακής συμπόνιας πήραν τη θέση της υπαρξιακής ελευθερίας του ανθρώπου.
Όλα αυτά συμβαίνουν γύρω μας και η βία αντικαθιστά κάθε διάθεση για διάλογο για την αντιμετώπιση των ουσιαστικών προβλημάτων.
Ο κάθε άνθρωπος -άνδρας, γυναίκα κι ό,τι άλλο διαφορετικό ον πάνω στη γη- είναι υπεύθυνος για τον εαυτό του και τη ζωή του. Η κοινωνική απομόνωση και ο σπαραγμός οδηγούν στην περιφρόνηση ή εξασφαλίζουν την υποτέλεια». Τελικά ποιος είναι ο σκοπός του θεάτρου θα τον ρωτήσουμε. «Στο Μεγάλο Σχολείο που λέγεται Θέατρο οφείλουμε να θίγουμε τα προβλήματα της κοινωνίας, χωρίς να τα κρύβουμε κάτω από το χαλί και να μη δίνουμε αυθαίρετες λύσεις. Τη λύση και τη θέση θα τη χαράξει ο κάθε άνθρωπος μόνος του μπροστά στον καθρέφτη του και στη συνείδησή του» θα σημειώσει καταληκτικά ο σκηνοθέτης της παράστασης.