του Αγώνα των Ελλήνων για την Ελευθερία, ο Σύλλογος Βλατσιωτών σε ανακοίνωσή του σημειώνει: «17 Μαρτίου 1821.Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης υψώνει τη σημαία της επανάστασης στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας, στο σπίτι του Βλατσιώτη Υπουργού Δικαιοσύνης της παραδουνάβιας ηγεμονίας Στέφανου Βέλλιου, παρουσία του Φιλικού Γιάννη Φαρμάκη και του Γεωργάκη Ολύμπιου.
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Νίκος Βέης στο τεύχος 313 στη σελίδα 16 του λογοτεχνικού περιοδικού «Νέα Εστία» γράφει: «Ο Βλατσιώτης φιλικός και οπλαρχηγός Γιάννης Φαρμάκης κάλεσε τον συμπατριώτη του αρχιμανδρίτη παπα-Βασίλη Γεωργιάδη στο αρχοντικό της οικογένειας του μεγάλου ευεργέτη Κων/νου Βέλλιου και αφού έψαλλε τη δοξολογία ευλόγησε τη σημαία της επανάστασης. Την σημαία αυτή την είχε ράψει και κεντήσει η μοναχοκόρη του Στέφανου Βέλλιου, Αρετή. ΄Ηταν τρίχρωμη και είχε σαν σύμβολα από τη μια όψη τον Αγιο Κωσταντίνο, την Αγία Ελένη και το σημείο του σταυρού και κάτω το «Εν τούτω νίκα». Από την άλλη όψη είχε τον φοίνικα με το: «εκ της κόνεώς μου αναγεννώμαι». Μετά την κατανυκτική ευλογία, ο παπα-Βασίλης κρατώντας στο ένα χέρι έναν αδαμαντοστόλιστο σταυρό και στο άλλο το Ευαγγέλιο μαζί με τον Γιάννη Φαρμάκη, τον σημαιοφόρο, την οικογένεια Βέλλιου, αρκετούς οπλοφόρους και αρκετό κόσμο γύρισαν αρκετές κεντρικές πλατείες και δρόμους ψάλλοντας το «΄Ελαμψεν η χάρις σου σήμερον», ενώ το πλήθος όλο και μεγάλωνε και τραγουδούσε: «Δεύτε παίδες Ελλήνων...» «Φίλοι μας συμπατριώτες...», «Ως πότε παλικάρια θα ζώμεν στα στενά...». Τα πλήθη γεμάτα ενθουσιασμό χειροκροτούσαν, ζητωκραύγαζαν και φώναζαν «Ζήτω η ελευθερία» .
Την ώρα εκείνη, συνεχίζει ο Νίκος Βέης, και ο πιο απαθής, αισθανόταν μέσα του ρίγη συγκίνησης από την Πινδαρική μεγαλοπρέπεια αυτής της μυστικοπαθούς περιφοράς. Με την επιστροφή ο σημαιοφόρος με τη βοήθεια του Γιάννη Φαρνάκη, «ένεξεν» τη σημαία επί του «πυλώνος» του αρχοντικού της οικογένειας Βέλλιου».
Σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες, λίγους μήνες πριν, οι φοιτητές της Ελληνόγλωσσης Ακαδημίας του Βουκουρεστίου ανέβασαν στη σκηνή της Ακαδημίας την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή σε άπταιστη καθαρεύουσα. ΄Άλλωστε όλα τα θεατρικά έργα τότε, καθώς και ο γραπτός λόγος είχαν σαν ιδίωμά τους την εντυπωσιακή, πομπώδη μα ακατάληπτη καθαρεύουσα.
Παρούσα όλη η Ελληνική Παροικία με τον Ηγεμόνα Σούτσο, ο αντιπρόσωπος του Σουλτάνου, πολλοί επίσημοι και πολλοί φοιτητές της Ακαδημίας. Πρωταγωνίστρια η Καλλιρόη Βέλλιου, φοιτήτρια με καταπληκτική μόρφωση και γλωσσομάθεια. Είχε μορφωθεί με άριστους παιδαγωγούς και καθηγητές που είχε στείλει ο θείος της Κων. Βέλλιος από τη Βιέννη. Επηρεασμένη από το περιβάλλον της οικογένειάς της έτρεφε μεγάλη αγάπη για τη Μακεδονία και την Ελλάδα. Η θεατρική παράσταση παρακολουθούνταν με ενθουσιασμό από το ακροατήριο. Σε μια στιγμή η πρωταγωνίστρια, ενώ απήγγειλε έναν μονόλογο, εγκαταλείπει το στομφώδες καθαρευουσιάνικο ύφος και με καθαρή δημοτική γλώσσα, αρχίζει μια δικιά της ομιλία γεμάτη Εθνικό Ελληνικό παλμό και πατριωτικό ενθουσιασμό. Μιλάει για γρήγορο ξεσηκωμό και ελευθερία που ταιριάζουν στην αθάνατη ελληνική φυλή. Το ακροατήριο συνεπαρμένο χειροκροτεί συνεχώς. Ο ηγεμόνας Σούτσος, παρά την ικανοποίησή του, ανησυχεί, φοβάται σκάνδαλο και δυσάρεστες συνέπειες. Κάνει κρυφό νόημα στον Διευθυντή να κατεβάσει την αυλαία. Εκείνος δεν τον υπακούει και χειροκροτεί μαζί με όλους τους άλλους. Οι επίσημοι Τούρκοι, μη γνωρίζοντας καλά ελληνικά, δεν κατάλαβαν το νόημα του μονολόγου και έτσι η παράσταση τέλειωσε χωρίς δυσάρεστα επακόλουθα.
Το πατριωτικό όμως αυτό ξέσπασμα και κάλεσμα της εκλεκτής Βλατσιωτοπούλας Καλλιρόης Βέλλιου συνετέλεσε ώστε με τον επαναστατικό ξεσηκωμό, όλη η σπουδάζουσα νεολαία να τρέξει σύσσωμη στο Δραγατσάνι ως Ιερός Λόχος και να πέσει πολεμώντας ηρωικά για την Ελληνική Ιδέα και την Ελευθερία. Ας στρέψουμε αυτές τις ημέρες τη σκέψη μας στον ήρωα-μάρτυρα Γιάννη Φαρμάκη, στους Ιερολοχίτες και στην αφανή ηρωίδα Καλλιρόη Βέλλιου».