(εκδόσεις Οστρια). Η κ. Καραμπούζη στη συνέντευξή της μιλάει για την πρώτη της ποιητική συλλογή που εκδίδεται και το από πού αντλεί έμπνευση, ενώ απαντά και στο υποθετικό ερώτημα που έθεσε ο ποιητής Ρίλκε προς έναν νέο ποιητή «Θα πεθαίνατε αν σας απαγόρευαν να γράψετε;».
*Στην αρχή του βιβλίου παραθέτετε το ερώτημα του συγγραφέα και ποιητή Ράιναρ Ρίλκε προς έναν νέο ποιητή: «Θα πεθαίνατε αν σας απαγόρευαν να γράψετε;». Κυρία Καραμπούζη, θα πεθαίνατε αν σας απαγόρευαν να γράψετε;
-Ο Σαίξπηρ κάθε φορά που δίδασκε στους μαθητές του τον Άμλετ στη σκηνή, τους έλεγε ότι η ποίηση δεν αφορά εσένα ή εμένα, αλλά έναν-έναν ξεχωριστά.
Συνεπώς όλοι ανεξαιρέτως θα έπρεπε να υποβληθούμε στο πνεύμα της ερώτησης διευρύνοντάς την, απαντώντας είτε ως ποιητές που είναι έτσι κι αλλιώς φανατικοί αναγνώστες της ποίησης είτε ως αναγνώστες που θα τους απαγορεύονταν η ανάγνωση.
Τι απροσδόκητα όμορφα, τελικά μπορούν να συνομιλούν μεταξύ τους ακόμη και σήμερα, όλοι όσοι άφησαν το ανεξάλειπτο πνευματικό τους στίγμα, στην ανθρωπότητα εν προκειμένω ο Σαίξπηρ και ο Ρίλκε.
Αναντίλεκτα, δεν θα πέθαινα αν μου απαγόρευαν να γράψω όπως η ερώτηση το υπαγορεύει, θα επιζούσα ως προς το βιολογικό μέρος, ωστόσο φαντάζομαι πως ο βίος μου θα ήταν ελλιπής, ανέμπνευστος, άγονος και ουδόλως δεν θα διέφερε από έναν βίο αποκλεισμένο απ’ τη μουσική, τα τραγούδια, τα δέντρα τον ουρανό.
Ή για να καταστώ πιο άμεσα αντιληπτή, φανταστείτε ένα σπίτι, ας πούμε το δωμάτιο των παιδιών σας δίχως τις ζωγραφιές τους ή το σαλόνι σας δίχως πίνακες στους τοίχους, σε τι θα διέφερε διερωτώμαι απ’ το κελί ενός ισοβίως καταδικασθέντα;
Ή ακόμη για να σας μεταδώσω την αίσθηση, φανταστείτε να είσαστε με παρέα όχι της προσωπικής σας επιλογής, αλλά κάποιας ειδικής συνθήκης που σχεδόν την επιβάλλει -υποθέτω πως σε όλους μας έχει συμβεί- και να νιώθετε φυσικώ τω λόγω μόνος και ενίοτε τραγικά μόνος. Θα υπέμενα τη ζωή όπως και την παρέα.
Σε κάποιον βαθμό πιστεύω πως η ποίηση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη βιολογία.
*Τι το διαφορετικό περιέχει η συλλογή σας;
-Η συλλογή περιλαμβάνει τέσσερις θεματικές ενότητες:
Στην πρώτη ενότητα υπάρχουν τα ποιήματα. Ποιήματα που γράφτηκαν με τη συνέργεια της συμμετοχής του συνόλου των αισθήσεων και της νόησης. Λέξεις που απελευθερώνονται απ’ τη μονοσήμαντη σκλαβιά του νοήματος, οι επεκτατικές τάσεις τους κυρίαρχες, μετακινούν τα όρια του λόγου για να χωρέσουν τα εξημμένα αισθήματα και τα ολοένα συνθετότερα ερωτήματα και αγωνίες όπως αυτά προκύπτουν. «Η γλώσσα είναι τα όρια του κόσμου μου» διατείνεται ο Βιτγκενστάιν, απενοχοποιημένες απ’ τα στερεότυπα της γραμματικής κι απ’ τους συμβατικούς τρόπους χρήσης της, προκειμένου να εξυπηρετήσουν νοηματικές ή αισθητικές επιδιώξεις και αντιλήψεις. Λέξεις μιας πράξης τελετουργικής που εγχέονται σε «ζέον ύδωρ» και διαστέλλονται, στο ποτήριο των εμπειρικών πιστοποιήσεων των βεβαιοτήτων και των αβεβαιοτήτων τους.
Η δεύτερη ενότητα περιλαμβάνει ένα πεζό αφήγημα εν ενόματι του μεγαλείου κάποιων αθέατων ανθρώπων, που αξίζουν της θέασής μας.
Η τρίτη ενότητα αφορά τα πιττάκια. Προτιμήθηκε ο όρος πιττάκια καθώς η ιδέα του ρομαντικού έρωτα σε κάθε μορφή τέχνης είναι δημιούργημα των αρχών του 12ου αιώνα.
Στην τέταρτη ενότητα περιλαμβάνει μια ιστορική αναδρομή της ερωτικής ποίησης. Η αφετηρία των λέξεων ερωτικές συνδηλώσεις μέσα απ’ τις διαστρωματώσεις της γλώσσας σε μια εξελικτική ιστορική διαδρομή 3.000 ετών.
*Από πού αντλείτε τα θέματά σας;
-Η ποίηση σου στήνει καρτέρι παντού, στα πιο ασυνήθιστα μέρη που είναι τα πιο συνηθισμένα. Κατά τον Νοβάλις που έλεγε ότι τίποτα δεν είναι πιο ασυνήθιστο απ’ το συνηθισμένο. Και τα θέματα των ποιημάτων μου αντλούνται απ’ το σύνηθες θέμα, από καταβολής κόσμου, το μονοπωλιακό της ποίησης, το απέθαντο δίπολο, η αρχή και το τέλος του ανθρώπου, ο έρωτας (γέννηση) και ο θάνατος (τέλος) που πρέπει να συνδέονται διαλεκτικά. Ειρήσθω εν παρόδω σε μια αποστροφή του αφοριστικού λόγου του ο Μπόρχες, είπε ότι η ποίηση είναι έρωτας και θάνατος, όλα εντάσσονται στο ένα ή στο άλλο που είναι ίδια.
Ενστερνιζόμενη από τη φιλοσοφία του Χέγκελ, τα τρία στάδια του δρόμου που οδηγούν στο βαθύτερο νόημα του έρωτα: θέση, αντίθεση και σύνθεση. Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί μια θεολογική έννοια, ότι ο έρωτας είναι τρισυπόστατος όπως εμφανίζεται στη συλλογή ως λόγος, αντίλογος (ως απάντηση) και ως επίλογος με μια παράθεση ιστορικών ερωτικών στίχων.
Λέξεις μέσα και στην αδιάπτωτη ιστορική εξέλιξη της γλώσσας 3.000 ετών: «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας. Σπέρνουν, γεννιούνται σαν τα βρέφη, τρέφονται με το αίμα μας» όπως προέλεγε ο Σεφέρης, και φράσεις που καθίστανται βαθύτατα επηρεασμένες από το σονέτο 116 του Σαίξπηρ: «Τον έρωτα ώρες και βδομάδες δεν τον αλλοιώνουν. Θ’ αντέξει μέχρι το στερνό του κόσμου μας το δείλι».
Και από στίχους που θεώνουν τον άνθρωπο, μετουσιώνουν τον έρωτα σε αθανασία και σε νίκη κάθε φθοράς ακόμη και του θανάτου.
Η παράδοση εκκινείται απ’ την εκκλησιαστική ποίηση που κατά βάση είναι βαθύτατη ερωτική υμνολογία κάπως συγκαλυμμένη.
«Βάλε με σφραγίδα στην καρδιά σου, ωσάν σφραγίδα στο μπράτσο σου. Είναι δυνατή η αγάπη σαν τον θάνατο. Οι σπίθες της είναι σπίθες φωτιάς, φλόγα Θεού», επίσης απ’ το «Άσμα Ασμάτων».