Εν αντιθέσει με τους κριτικούς της εποχής του, αγαπήθηκε από πολλούς μετέπειτα μεγάλους σκηνοθέτες, επηρεάζοντας το έργο τους, αλλά και την τεχνική τους με την απαράμιλλη δεξιοτεχνία του.
Είναι παράδοξο, πώς ένας γιος Κουακέρων (πουριτανοί που επηρεάστηκαν από τον Καλβινισμό) χάρισε στο βρετανικό σινεμά μία από τις σημαντικότερες ερωτικές ιστορίες του κινηματογράφου, στη «Σύντομη Συνάντηση», έδωσε ξεχωριστή και ασύγκριτη πνοή στον Όλιβερ Τουίστ, προσέγγισε εξπρεσιονιστικά τις «Μεγάλες Προσδοκίες» και ταυτόχρονα ύμνησε τη βρετανική αυτοκρατορία στο επικό «Η Γέφυρα του Ποταμού Κβάι».
Συμπληρώνοντας 30 χρόνια από τον θάνατό του (16 Απριλίου 1991), θα επιχειρήσουμε μία συνοπτική αναδρομή στην καλλιτεχνική του πορεία, για να κατανοήσουμε το πολυσχιδές έργο του, το μεγαλείο του κινηματογράφου του, την τελειομανία του σε κάθε πλάνο κι όλα αυτά που συνέθεσαν τον μύθο Ντέιβιντ Λιν.
ΛΟΝΔΙΝΟ, ΚΟΥΑΚΕΡ ΚΑΙ ΜΟΝΤΑΖ
Ο Ντέιβιντ Λιν γεννήθηκε στα περίχωρα του Λονδίνου στις 25 Μαρτίου του 1928 και ήταν -μάλλον κακός- μαθητής σε σχολείο που είχαν ιδρύσει οι Κουακέροι στην περιοχή τού Ρίτινγκ και το οποίο εγκατέλειψε λίγο πριν το ολοκληρώσει.
Ξεκίνησε την καριέρα του στον κινηματογράφο από πολύ χαμηλά και για χρόνια εργάστηκε ως μοντέρ -αρχικά σε φιλμάκια ειδήσεων-, ενώ την πρώτη του σκηνοθεσία την έκανε το 1942, σε σενάριο Νόελ Κάουαρντ, με τον οποίο συνεργάστηκε αρκετές φορές στα πρώτα του σκηνοθετικά βήματα.
ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟΣ ΕΡΩΤΑΣ
Το 1945 θα κάνει το μπαμ με το ερωτικό δράμα «Σύντομη Συνάντηση», καθώς ο Λιν στήνει πάνω στο ρομαντικό στόρι του Κάουαρντ για έναν ατελέσφορο έρωτα, μία αριστοτεχνικά δομημένη σκηνοθεσία, ξεκινώντας από το τέλος για να πάει στην πρώτη μοιραία συνάντηση. Σε ένα σιδηροδρομικό σταθμό, μια συνάντηση ενός άνδρα και μιας γυναίκας (Τρέβορ Χάουαρντ και Σίλια Τζόνσον) οδηγεί σε μια παράνομη αγάπη, για ένα ζευγάρι που διστάζει να εκφράσει τον αστραπιαίο έρωτά του. Άψογη ασπρόμαυρη φωτογραφία, εμπνευσμένο μοντάζ και Μέγα βραβείο στο φεστιβάλ των Καννών.
ΒΕΛΤΙΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΝΤΙΚΕΝΣ…
Τη διετία 1946-1948 θα μεταφέρει δύο έργα του Κάρολου Ντίκενς, τον αξεπέραστο και κλασικό «Όλιβερ Τουίστ», με την εξπρεσιονιστική του προσέγγιση και τις «Μεγάλες Προσδοκίες», μια ταινία σταθμό. Στην πρώτη, έχοντας έναν απίστευτα μεταμορφωμένο Άλεκ Γκίνες στον ρόλο του Φάγκιν, θα παραδώσει ένα μεγαλειώδες έργο, ενώ στη δεύτερη ταινία, με την Τζιν Σίμονς και τον Τζον Μιλς, θα καταφέρει κάτι που ακόμη και σήμερα μοιάζει αδιανόητο: να αναπλάσει αυτό που έχει στο μυαλό του ο αναγνώστης του ομώνυμου βιβλίου και ταυτόχρονα να το εμπλουτίσει με μακάβριες απολαυστικές γοτθικές πινελιές κι ένα διαφορετικό φινάλε απ’ αυτό του κλασικού έργου, ανανεώνοντας το ενδιαφέρον του θεατή.
Θα ακολουθήσουν στις αρχές τις δεκαετίας του ‘50 οι ταινίες «Πυρπολητές» και «Η Εκλογή του Χόμπσον», μία έξοχη κωμωδία με τον Τσαρλς Λότον, που θα βραβευτεί με τη Χρυσή Άρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου, ενώ θα ακολουθήσει το αισθηματικό «Διακοπές στη Βενετία» με την Κάθριν Χέπμπορν και τη Βενετία… πρωταγωνίστριες.
Η ΕΠΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Το 1957 θα έχει έτοιμο ένα από τα πλέον μεγαλεπήβολα φιλμ του κινηματογράφου, τη «Γέφυρα του Ποταμού Κβάι», σε παραγωγή του Σαμ Σπίγκελ. Διάσημο επικό πολεμικό δράμα για τις περιπέτειες Βρετανών αιχμαλώτων στην Ιαπωνία και τη σιδηρά κυριαρχία του ηγέτη τους αξιωματικού (Άλεκ Γκίνες), που θέλοντας να αποδείξει την ανωτερότητα των Άγγλων, επιχειρεί να χτίσει μία γέφυρα για τους εχθρούς του, κάτω από αντίξοες συνθήκες. Παίζει και ο εξαίρετος Γουίλιαμ Χόλντεν, μαζί με ένα πολυπρόσωπο καστ, ενώ το αξέχαστο μουσικό μοτίβο είναι του Μάλκολμ Άρνολντ. Επτά Όσκαρ, ανάμεσά τους και αυτό της σκηνοθεσίας για τον Λιν.
Με τη «Γέφυρα του Ποταμού Κβάι», ο Λιν εγκαινιάζει την περίοδο των επικών ταινιών του, αφού θα ακολουθήσουν τα επίσης κλασικά και διάσημα φιλμ «Ο Λόρενς της Αραβίας» και «Δόκτωρ Ζιβάγκο». Με την πρώτη ταινία του θα δώσει την ευκαιρία στον Πίτερ Ο’τουλ να γίνει σταρ πρώτου μεγέθους, να μείνει για πάντα στην ιστορία και να κερδίσει το Όσκαρ. Μια ταινία ποταμός εικόνων που πάλλονται από τη δύναμη και το μυστήριο της ερήμου, ένα εικαστικό μνημείο. Τα μακρόσυρτα πλάνα της απέραντης ερήμου που κυματίζει, οι θεαματικές μάχες και το βάθος των χαρακτήρων, θα καταστήσουν τον «Λόρενς της Αραβίας» ένα ανεξίτηλο στους αιώνες έργο. Φυσικά ακόμη ένα Όσκαρ σκηνοθεσίας για τον Λιν. Στο «Δόκτωρ Ζιβάγκο», που μπορεί να μην φτάνει σε επίπεδο σκηνοθεσίας και μεγαλείου τον Λόρενς, θα αναστήσει κινηματογραφικά το μυθιστόρημα του Πάστερνακ, θα γράψει ακόμη μία χρυσή σελίδα στον επικό κινηματογράφο και θα προσφέρει τα γαλόνια του ποιοτικού ηθοποιού στον γόη Ομάρ Σαρίφ.
ΟΙ ΕΠΙΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΥΜΝΟΙ
Οι τρεις αυτές ταινίες του, αποτελούν τον λόγο της πολεμικής που θα ανοίξουν μαζί του σημαντικοί κριτικοί του κινηματογράφου εκείνης της εποχής, κατηγορώντας τον για επιδερμική αντιμετώπιση των θεμάτων του- «πακέτα Όσκαρ» τα είχε χαρακτηρίσει ο Φρανσουά Τριφό. Βεβαίως υπήρξαν και υποστηρικτές του Λιν, ενώ μετέπειτα μεγάλοι σκηνοθέτες, όπως οι Σέρτζιο Λεόνε, Σαμ Πέκινπα, Στάνλεϊ Κιούμπρικ, Σίντνεϊ Πόλακ, Στίβεν Σπίλμπεργκ, δηλώνουν θαυμαστές του και επηρεασμένοι από το έργο του. Ο ίδιος δήλωνε θαυμαστής του Τζον Φορντ και ειδικά του αριστουργήματος «Η Αιχμάλωτη της Ερήμου», αλλά και των κορυφαίων της βωβής περιόδου Τσάρλι Τσάπλιν και Μπάστερ Κίτον.
Αυτή η πολεμική θα συνεχιστεί και θα κορυφωθεί με το εξαίσιο δράμα «Η Κόρη του Ράιαν» με τον Ρόμπερτ Μίτσαμ, αναγκάζοντάς τον να αποτραβηχτεί για 14 χρόνια από το σινεμά. Επέστρεψε το 1984 με το επίσης επικό μεταφυσικό δράμα «Το Πέρασμα στην Ινδία», που ήταν και το τελευταίο φιλμ που γύρισε, ενώ είχε στα σκαριά ακόμη πολλές ιδέες.
ΣΙΓΟΥΡΑ ΑΞΕΠΕΡΑΣΤΟΣ
Ο Ντέιβιντ Λιν, των δυο Όσκαρ και των επτά υποψηφιοτήτων, των πολλών διακρίσεων και των εκατομμυρίων εισιτηρίων, είναι φανερό ότι αποστασιοποιήθηκε από τις επιρροές των Κουακέρων και τον πουριτανισμό, κάτι που αποδεικνύεται και από τους έξι γάμους του και τις πολλές ερωτικές σχέσεις που είχε στη ζωή του. Μπορεί η τελειομανία του, η προσοχή του σε κάθε λεπτομέρεια, η βαθιά γνώση του μοντάζ και της φωτογραφίας να ερμηνεύτηκε από τους επικριτές του ως μεγαλομανία και ορισμένες ιδέες του να στοιχειώθηκαν από τα βρετανικά στερεότυπα, αλλά σίγουρα ο Ντέιβιντ Λιν μας προσέφερε μαγικές ταινίες, που σήμερα θεωρείται αδιανόητο να γυριστούν.