Covid-19, με τη Λαρισαία να κατακτά την πρώτη θέση με το διήγημα «Για τα μάτια της Χαρούλας». Η Μαριάνθη Νταφούλη μιλά σήμερα στην «Ε» για το βραβείο, για τη σχέση της Χαρούλας με την πανδημία, ποιο ήταν το ερέθισμά της για να γράψει το διήγημα αλλά και τη σχέση του Τσέρνομπιλ με τον κορονοϊό. Αναφέρει δε χαρακτηριστικά η συγγραφέας ότι «οι προηγούμενες γενιές έζησαν πόλεμο, ξεριζωμό, δικτατορία, πείνα, θανατηφόρες ασθένειες. Το μόνο ανάλογο προηγούμενο που έζησε η γενιά μου στην Ελλάδα ήταν το δυστύχημα του Τσερνόμπιλ και ό,τι επακολούθησε. Από αυτό «γραπώθηκα» για να αντιμετωπίσω τον παραλογισμό του ανεξέλεγκτου παρόντος και να το καταλάβω».
*Κυρία Νταφούλη, το διήγημά σας με τίτλο «Για τα μάτια της Χαρούλας» έλαβε το πρώτο βραβείο στον λογοτεχνικό διαγωνισμό «LawVid-19» με θέμα την πανδημία του Covid-19. Ποια είναι η «Χαρούλα» και τι σχέση έχει με την πανδημία;
Η «Χαρούλα» είναι ένα σύμβολο για όλα τα άλλοθι που βρίσκει ο καθένας μας για τον εαυτό του, είναι όλα τα «αν τα πράγματα ήταν αλλιώς» που λέμε σιγανά στον εαυτό μας για να δικαιολογήσουμε αυτά που κάναμε ή δεν κάναμε, είναι τα απωθημένα μας, τα όνειρα που δεν κυνηγήσαμε, είναι οι παιδικές μας φαντασιώσεις που κάποιες φορές γίνονται ενήλικα φαντάσματα. Και μέσα στους καινούριους όρους που έθεσε η πανδημία στη ζωή μας, οι περισσότεροι από εμάς ήρθαμε αντιμέτωποι με όλα αυτά που αντιπροσωπεύει η «Χαρούλα» στο διήγημα.
*Ποιο ήταν το ερέθισμά σας για να γράψετε το διήγημα;
Ήθελα να μιλήσω για την πανδημία -αυτό ήταν άλλωστε το θέμα του διαγωνισμού- αλλά με έναν τρόπο πολιτικό, κάνοντας δηλαδή ταυτόχρονα ένα κοινωνικό σχόλιο για την ηθική και τη «βιολογική» μας καθαρότητα απέναντι στον μιαρό από κάθε άποψη «ξένο», για την υποκρισία του μέσου φιλήσυχου οικογενειάρχη νοικοκύρη, για τη διαστρέβλωση της ουσίας της θρησκείας. Το ερέθισμα ήρθε όταν, εν μέσω καραντίνας τον Απρίλιο, υπήρξαν κρούσματα κορονοϊού σε δομή φιλοξενίας στο Κρανίδι και ταυτόχρονα δημοσιεύτηκαν πληροφορίες ότι κάποιες από τις μετανάστριες της δομής εκδίδονταν, προφανώς στην τοπική κοινωνία και προφανώς όχι μόνες τους. Τα αντανακλαστικά μας ήταν «ομερτά» και υποκρισία.
*Το διήγημά σας γράφτηκε στην πρώτη φάση της πανδημίας και δημοσιεύτηκε λίγες μέρες πριν μπούμε για δεύτερη φορά σε αυτό το καθεστώς ιδιότυπου εγκλεισμού. Είναι λοιπόν επίκαιρο. Πώς πιστεύετε ότι μπορεί να «μιλήσει» στον αναγνώστη;
Με τα κείμενά μου θέλω να μιλήσω γι’ αυτό που μπορεί να «καίει» τον καθέναν μας, για το προσωπικό, αλλά θέλω να το τοποθετήσω μέσα στο κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο. Γιατί κάθε μας πράξη είναι πολιτική και ταυτόχρονα είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της κοινωνικής ηθικής που μας «διαπαιδαγώγησε» από πολύ μικρή ηλικία. Τις αντιστάσεις μας απέναντι στα στερεότυπα, τη συνήθεια, τις προκαταλήψεις και τους φόβους μας προσπαθώ να συζητήσω με τον αναγνώστη σ’ αυτό το διήγημα.
*Στο διήγημά σας κάνετε αναφορά στο πυρηνικό δυστύχημα του Τσερνόμπιλ τη δεκαετία το ’80. Πώς συνδέεται αυτό με την πανδημία;
Στην πρώτη φάση του εγκλεισμού μας, προσπαθούσα, όπως όλοι, να κατανοήσω αυτήν την καινούρια κατάσταση. Αισθανόμουν φόβο μπροστά σε κάτι εντελώς άγνωστο και κυρίως απέναντι σε κάτι που δεν είναι στο χέρι μου να ορίσω, να ελέγξω. Ο άνθρωπος έχει την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να ελέγχει τα πάντα και όταν συνειδητοποιεί την πραγματικότητα απορεί, θυμώνει, αγχώνεται, φοβάται. Οι προηγούμενες γενιές έζησαν πόλεμο, ξεριζωμό, δικτατορία, πείνα, θανατηφόρες ασθένειες. Το μόνο ανάλογο προηγούμενο που έζησε η γενιά μου στην Ελλάδα ήταν το δυστύχημα του Τσερνόμπιλ και ό,τι επακολούθησε. Από αυτό «γραπώθηκα» για να αντιμετωπίσω τον παραλογισμό του ανεξέλεγκτου παρόντος και να το καταλάβω. Όταν πας πίσω στην ιστορία, αν μη τι άλλο, συνειδητοποιείς ότι όλα έχουν ξανασυμβεί και αυτό κάποιες φορές με ηρεμεί.
* Τη διοργάνωση του διαγωνισμού είχαν ο δικηγόρος Παναγιώτης Περάκης, μαζί με τον εφέτη Δημήτριο Ορφανίδη, πρόεδρο του Κύκλου Ελλήνων Λογοτεχνών Δικαστών και τον δικηγόρο Γιώργο Στεφανάκη, με τη βοήθεια της δικηγόρου και θεατρολόγου Ασημίνας Ξυλά.
Η κριτική επιτροπή αποτελούνταν από (με αλφαβητική σειρά) τον συγγραφέα και δημοσιογράφο Μ. Ανδριωτάκη, τη διευθύντρια του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας δικηγόρο Ε. Βαγενά, τη φιλόλογο Ά. Λαμπαρδάκη, την κειμενογράφο και σπουδάστρια στη Σχολή Δικαστών Ν. Κόλλια, τον π. υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού Α. Μπαλτά, τον ποιητή Π. Νιαβή, τον ποιητή και πεζογράφο Κ. Παπαγεωργίου (που ανέλαβε και τον συντονισμό της Επιτροπής), τον δικηγόρο και συγγραφέα Π. Ρίζο, τη δικηγόρο και συγγραφέα Ε. Τροβά, τον ζωγράφο Μ. Χάρο και τον συγγραφέα Χρ. Χωμενίδη.