“Αναγνώσεις” του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος με δύο διηγήματα του Κώστα Ταχτσή: “Τα ρέστα” και “Το κόκκινο παλτό”. Διαβάζει ο Βασίλης Παπαβασιλείου, ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ηθοποιούς και σκηνοθέτες. Δημοσιευμένα και αδημοσίευτα κείμενα του συγγραφέα, γεμάτα αυτοβιογραφικές αναφορές, απαρτίζουν τον κύκλο διηγημάτων “Τα ρέστα” (1972), μιας από τις σημαντικότερες συλλογές της μεταπολεμικής μας λογοτεχνίας που αποτυπώνει ρεαλιστικά μια ολόκληρη εποχή της νεότερης Ελλάδας. Ο τίτλος είναι παραπλανητικός, καθώς δεν πρόκειται για συγγραφικά απομεινάρια που απλώς συγκεντρώθηκαν κάτω από έναν κοινό τίτλο, αλλά για ιστορίες «απατηλής απλότητας», όπως λέει ο ίδιος ο Ταχτσής, που περιγράφουν φανερές και κρυφές πτυχές της ελληνικής μικροαστικής κοινωνίας με τις μικρές και μεγάλες αντιφάσεις της. Στο ομώνυμο διήγημα της συλλογής ο συγγραφέας ανατρέχει σε αναμνήσεις και τραύματα της παιδικής του ηλικίας σαν να πασχίζει να ξορκίσει, μέσα από τη γραφή, τα φαντάσματα του παρελθόντος.
Στο “Κόκκινο παλτό” αντλεί και πάλι από την ίδια δεξαμενή βιωμάτων για να πλάσει ένα αφήγημα με φόντο την κατοχική Αθήνα, στο οποίο τον πρώτο λόγο έχουν οι γυναίκες του οικογενειακού και φιλικού του περιβάλλοντος. Χαρακτήρες καθημερινοί που φέρνουν στον νου μας την ολοζώντανη πινακοθήκη από γυναικείες φιγούρες που η αιχμηρή πένα του Ταχτσή έχει πλάσει στο εμβληματικό «Τρίτο στεφάνι». Κοσμοπολίτης και πολυταξιδεμένος, ο Θεσσαλονικιός Κώστας Ταχτσής έζησε σε πολλές χώρες, στις οποίες βιοπορίστηκε κάνοντας πλήθος δουλειές, εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους: ξεναγός, μεταφραστής, ναυτικός, καθηγητής αγγλικής γλώσσας, βοηθός σκηνοθέτη, υπάλληλος εμπορικού καταστήματος, σιδηροδρομικός. Πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1951 ως ποιητής, αλλά τον κέρδισε τελικά η πεζογραφία. Στο ξεκίνημά του, συνδέθηκε φιλικά με τον Ελύτη, τον Γκάτσο, τον Εμπειρίκο και, στα χρόνια της δικτατορίας, με τον Σεφέρη, ενώ τη δεκαετία του 1960 συμμετείχε στη συντακτική ομάδα του περιοδικού «Πάλι» με τον Νάνο Βαλαωρίτη και άλλους διαπρεπείς λογοτέχνες. Μαχητικός απέναντι σε κάθε είδους κοινωνική και πολιτική αυθαιρεσία, υπέστη διώξεις από την Ασφάλεια, την περίοδο της δικτατορίας, επειδή υπερασπίστηκε την ελευθερία του λόγου συνυπογράφοντας τη «Δήλωση των 18».