Αναλυτικά:
«Κόμης Μοντεχρίστος» (δύο τόμοι)
Ο Εδμόνδος Νταντές, νεαρός πετυχημένος ναυτικός, φυλακίζεται για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε. Στη φυλακή ο συγκρατούμενός του κάνει λόγο για έναν αμύθητο θησαυρό θαμμένο στο νησί Μοντεχρίστο. Δραπετεύει, βρίσκει τον θησαυρό και αποφασίζει να εκδικηθεί αυτούς που τον αδίκησαν. Το δημοφιλέστερο μυθιστόρημα του Δουμά στην πλήρη εκδοχή του.
«Ο Μοντεχρίστος έρχεται να ενσαρκώσει έναν ανυπότακτο ήρωα του ακραιφνούς ρομαντισμού που παλεύει μέχρις εσχάτων με τον πόνο και το σκοτάδι της βασανισμένης ψυχής του μέχρι να βρει την ποθούμενη λύτρωση και δικαίωση, όπως την εννοεί ο ίδιος. Αποδεσμευμένος από κανόνες και περιορισμούς, απολαμβάνοντας την πλήρη ελευθερία κινήσεων που του παρέχει το χρήμα μαζί με τη γνώση, φθάνει μέχρι το τέλος αλλά, στο μεταξύ, έχει επιτρέψει στον εαυτό του να δείξει έλεος, όταν οι περιστάσεις εμπλέκουν και τα αθώα τέκνα των τιμωρουμένων. Το κορυφαίο αυτό έργο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg σε δύο τόμους των χιλίων σελίδων έκαστος με ολόκληρο το αρχικό κείμενο του Δουμά χωρίς καμία συντόμευση, περικοπή ή λογοκρισία. Η έκδοση συνοδεύεται από εκτενείς σημειώσεις, αναλυτικό χρονολόγιο, φιλμογραφία και διαφωτιστικά ερμηνευτικά κείμενα που ανατέμνουν το μυθιστόρημα, ενώ η συγκινητικά λεπτοδουλεμένη μετάφραση του Ωρίωνα Αρκομάνη διακρίνεται για το μεράκι, την προσοχή και τη φινέτσα που αποπνέει».
* * *
«1983»
Ο γέρος μου με έδιωξε απ’ το σπίτι την επομένη των εικοστών γενεθλίων μου. Κούρνιαξα κι εγώ στην κατάληψη της σχολής μου, για να στεγάσω μαζί με τις προσδοκίες ενός ολόκληρου κινήματος και το δικό μου σαρκίο.
Τα μεγάφωνα ξερνούσαν συνθήματα ηλεκτρίζοντας την ατμόσφαιρα. Θειάφι και αδρεναλίνη. Από μακριά ακούγονταν σειρήνες περιπολικών, για λόγους άσχετους με την περίσταση.
Σύρθηκα με κόπο προς το κυλικείο. Κανονικά δεν θα ’πρεπε να ομιλώ τοιουτοτρόπως, υποτίθεται ότι οι αγωνιστές δεν σέρνονται στους διαδρόμους. Εγώ πάντως σερνόμουν. Μπορεί η περιγραφή να εκληφθεί και ως αυτοκριτική. Σήμερα προτιμούν τον όρο αυτοκάθαρση, αλλά σίγουρα η αυτοκριτική χτυπάει καλύτερα στο αφτί. Τουλάχιστον στο αριστερό.
Ο Βλαδίμηρος Δημητριάδης, ο πρωταγωνιστής του Σπλιτ!, επιστρέφει στα είκοσί του χρόνια, στο 1983, «τότε που άρχισαν όλα». Διωγμένος από το σπίτι, συμμετέχει στην κατάληψη της σχολής του, ζει αμλετικά διλήμματα, τζογάρει, συλλαμβάνεται, ερωτεύεται, προσπαθεί να λύσει το βιοποριστικό του πρόβλημα. Όλ’ αυτά λίγο πριν από την έλευση του οργουελικού 1984.
Ανελέητο χιούμορ και αυτοσαρκασμός, σ’ ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης και συλλογικής αυτογνωσίας. Χρονικό αλλά και αλληγορία μιας εποχής στην οποία ανάγονται αρκετές μεταγενέστερες περιπέτειες της χώρας.