Στην έκθεση, 17 επιμελητές παρουσίασαν 28 performers από τις εικαστικές τέχνες καθώς και από άλλα καλλιτεχνικά πεδία όπως το θέατρο, τον χορό, τη μουσική, τα multimedia, στα δωμάτια του ξενοδοχείου. Σε κάθε δωμάτιο πραγματοποιούνταν και μια ζωντανή performance κατά την τετραήμερη διάρκεια της έκθεσης. Όπως δηλώνει στην «Ε» η εικαστική επιμελήτρια/μουσειολόγος Βαλεντίνη Μαργαριτοπούλου «η Μαρία Ζησοπούλου και η Δήμητρα Οικονόμου, οριοθετημένες από έναν κύβο, χωροθετούσαν υπαινικτικά το περιβάλλον όπου συντελούνταν η δράση τους, εικαστική και παράλληλα σωματική, δημιουργώντας η μία μέσω της άλλης και συγχρόνως μαζί, εντός του αυτοσχέδιου πλαισίου τους. Έχοντας ως μέσο την επαφή, μετέβησαν σε μία πιο σωματική εμπειρία, μία ρέουσα εικαστική διεπαφή με την οποία επιβεβαίωσαν ότι η performance είναι «κάτι υπάρχον», απλώς συμβαίνει, επαναφέροντας τον αρχέτυπο δεσμό μεταξύ τέχνης και σώματος». Η κ. Μαργαριτοπούλου μιλώντας για την αλληλεπίδραση της έκθεσης με τον θεατή τόνισε ότι «H εξατομικευμένη εικαστική θέαση και έκφραση των performers αλληλεπίδρασε και αυτοθεσμίθηκε, δημιουργώντας ένα νέο εικαστικό σύστημα που έχει ως κεντρικό άξονα την αλληλενέργεια με τον θεατή. Υπογράμμισαν την ανωτερότητα του καθαρού συναισθήματος και του αυτοματισμού στη σύνθεση, στην κίνηση και στη δράση. Η ροή της πράξης και η παροδικότητα τους προσέφερε πολυειδείς εναλλακτικές, η performance τους ήταν ένας τρόπος σύνδεσης με την παρούσα κοινωνική πραγματικότητα, μετουσιώθηκε σε έναν πολυμεσικό διάλογο με σκοπό τη διερεύνηση της ταυτότητάς τους, ατομικής και συλλογικής». Η επιμελήτρια της έκθεσης σημείωσε ακόμη ότι «Ήταν μία δράση, μία κατάσταση, κάτι που συνέβαινε μεταξύ τους, μία αλληλεπίδραση, χωρίς αποτέλεσμα, μία επανάληψη, μία σύνδεση αλλά ταυτόχρονα και μία απόρριψη της μιας απέναντι στην άλλη. Οπτικοποίησαν το τι βιώνουν, ανταποκρινόμενες στους προβληματισμούς του σήμερα, προσωπικούς και κοινωνικούς, τους οποίους μετέφρασαν μέσω της δράσης τους, οπτικοποίησαν τις ιδέες τους ως σύγχρονες γυναίκες εικαστικοί με τρόπους πολυεπίπεδους και διαμέσου πολλαπλών αφηγήσεων, προκαλώντας τα παραδοσιακά όρια του μέσου και του είδους. Η επιμελημένη από τις ίδιες τις δημιουργούς και από τον Σωτήρη Παππά video προβολή, καθώς και η πρωτότυπη μουσική παραγωγή των Droids on Acid, συνέθεσαν μία εφαπτόμενη εικαστική προσέγγιση όπου ο θεατής/χρήστης του έργου καλούνταν να ψηφιοποιήσει την προσωπική του εμπειρία μοιραζόμενοι το δικό τους, κοινό σύνορο επικοινωνίας, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».