Παράλληλες εκδηλώσεις στη διάρκεια της Biennale πραγματοποιούνται σε πολλά σημεία της πόλης, με συμμετοχή, όπως πληροφορηθήκαμε, εκατοντάδων ανθρώπων της τέχνης. Το πρωί επισκεφτήκαμε στη Μονή Λαζαριστών την συλλογή “Κωστάκη”, με πλειοψηφία έργων της Λιουμπόβ Ποπόβα αυτήν την περίοδο. Η συλλογή αυτή αποτελεί απόκτημα του Ελληνικού Δημοσίου από το 2000 και περιλαμβάνει έργα της Ρωσικής Πρωτοπορίας. Αποκτήθηκε με πολλές προσπάθειες του Γιώργου Κωστάκη από το 1946 μέχρι το 1977, με τη συνείδηση ότι πραγματοποιεί μια αποστολή: να σώσει την τέχνη της Ρωσικής Πρωτοπορίας από την καταστροφή και την εξαφάνιση, όπως τονίζει στο σχετικό έντυπο (Restart-επανεκκίνηση) η κ. Τσαντσάνογλου, ιστορικός τέχνης –διευθύντρια του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης. Τονίζει επίσης ότι, αποτελεί τη μεγαλύτερη τέτοια συλλογή της Ρωσικής Πρωτοπορίας εκτός Ρωσίας, που αλλάζει τα δεδομένα στην εικαστική πολιτιστική πολιτική της Ελλάδας. Η περιήγηση στα έργα του τμήματος της συλλογής που εκτίθεται, με την συνεχή ενημέρωση από τις κυρίες Κατερίνα Παρασκευά και Ιωάννα Μίμη -υπεύθυνες εκπαιδευτικών προγραμμάτων τέχνης, μας άφησε κυριολεκτικά έκθαμβους. Μπήκαμε με πολλά ερωτηματικά και βγήκαμε εντυπωσιασμένοι. Το ψευδώνυμο που κυκλοφορούσε στους κύκλους των συλλεκτών για τον “τρελοέλληνα που συλλέγει άχρηστα σκουπίδια” αποδείχτηκε στην πορεία ότι δεν εκπροσωπούσε το μεράκι και την προνοητικότητα του Κωστάκη να συλλέγει ασταμάτητα έργα της Ρώσικης Πρωτοπορίας, που δημιουργήθηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα. Έργα που στη δεκαετία του 1980 ταξίδεψαν στα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου και ανάγκασαν διάσημους ιστορικούς τέχνης να παραδεχτούν ότι “η ιστορία της τέχνης του 20ού αιώνα πρέπει να γραφτεί από την αρχή”. Σημειωτέον ότι ο Κωστάκης για να καταφέρει να εξάγει το 1977 τα έργα του από τη Ρωσία, συμβιβάστηκε από ένα σύνολο περίπου 2.200 τεμαχίων να δωρίσει τα 800 από αυτά στη γνωστή γκαλερί Τρετιακόφ. Τα υπόλοιπα 1.277 έργα ακριβώς, με πρωτοβουλία του Υπουργείου Πολιτισμού Ελλάδας, αγοράστηκαν και δωρίθηκαν στο Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη. Η συλλογή Κωστάκη έχει διαμορφώσει -και δικαιολογημένα- ένα κλίμα ευφορίας στο εγχώριο καλλιτεχνικό περιβάλλον, για την εξαιρετική διαπολιτισμική διαδικασία προβολής της, σαν σημαντικό τμήμα της ευρωπαϊκής τέχνης του 20ού αιώνα.
Το απόγευμα επισκεφτήκαμε την έκθεση Σύγχρονης Τέχνης εντός της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης. Η κ. Κατερίνα Σύρρογλου-επιμελήτρια της Biennale, που μας υποδέχτηκε και ανέλαβε την ξενάγησή μας στα εκθέματα, ήταν αναλυτική για τις ιδιαιτερότητες και το περιεχόμενο αυτής της Τέχνης. Αρκετοί είχαν κάποια εμπειρία από ανάλογες εκθέσεις (και του εξωτερικού), αλλά και κάποιοι της παρέας, μάλλον για πρώτη φορά τους δίνονταν η ευκαιρία να περιέλθουν μια έκθεση Σύγχρονης Τέχνης. Που το διαδίκτυο επιμένει ακόμη να ονομάζει “Μοντέρνα Τέχνη”... Βέβαια στη ζωγραφική και σ’ ένα βαθμό στη γλυπτική, όπως άλλωστε διαπιστώσαμε και στη Ρωσική Πρωτοπορία στην πρωινή περιήγηση στη Μονή Λαζαριστών, από παλιά η Σύγχρονη Τέχνη έδωσε το «παρών με διάφορες καλλιτεχνικές τάσεις και κινήματα. Όπως: ο Ιμπρεσιονισμός, ο εξπρεσιονισμός, ο συμβολισμός, ο κυβισμός, ο φουτουρισμός, ο κονστρουκτιβισμός κ.¨΄α. Όμως στη σύγχρονη εποχή, η καλλιτεχνική δημιουργία αλληλεπιδρά με τις έντονα εξελισσόμενες συνθήκες (οικονομικές-κοινωνικές-περιβαλλοντικές), διεισδύοντας όλο και πιο βαθιά σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής και της φύσης. Δημιουργεί με βάση την αρχή ότι όλα έχουν σχέση με την Τέχνη. Με την πραγματικότητα αλλά και τη φαντασία. Η καλλιτεχνική δημιουργία αποδεσμευμένη, ανοίγεται απεριόριστα στον χώρο και στον χρόνο, στο περιεχόμενο, στα μέσα έκφρασης. Άλλωστε και η σύγχρονη Ποιητική Δημιουργία αντανακλάει έντονα αυτή την κατεύθυνση.
Περιερχόμενοι τα έργα, ήμασταν υποχρεωμένοι να ανασκευάζουμε μια παγιωμένη αντίληψη, για τα όρια και τα υλικά της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Η ποικίλη θεματολογία και η ιδιαιτερότητα των έργων εντυπωσιάζει με τον πλουραλισμό της, εντείνει όμως και τα ερωτήματα για τη Σύγχρονη Τέχνη. Με την ολοκλήρωση της επίσκεψης, σχολιάζοντας μεταξύ μας τις εντυπώσεις, αναδείχτηκαν συμπερασματικά δύο κυρίως θέματα. Το πρώτο αφορά στο γεγονός ότι ποικίλλει έντονα η αντίδραση των επισκεπτών στην αξιολόγηση των έργων. Το θέμα δεν είναι μόνο αν “μας αρέσει ή όχι”, αλλά αν “μας λέει κάτι” το κάθε έργο της Σύγχρονης Τέχνης. Ίσως πρέπει να μιλάμε για “λήπτες” του νοήματος του έργου, σε ποικίλο βαθμό και έκταση. Το δεύτερο αφορά στη δυνατότητα του καθένα να “συμμετέχει” στη Σύγχρονη Τέχνη. Όχι μόνον σαν παρατηρητής, αλλά σαν δημιουργός ή συντελεστής -από διάφορες θέσεις-όταν οι συνθήκες και οι συγκυρίες το “επιτρέπουν”. Όπως διαπίστωσε ο Πρόεδρος των Φίλων της Πινακοθήκης Ν. Σκεντέρης, ο καθένας μπορεί να συμμετέχει στο “Παιχνίδι” της Σύγχρονης Τέχνης, μπορεί να “εκφρασθεί” και στην καθημερινότητα με την τέχνη. Παντού. Στο σπίτι, στην εργασία, στο ύπαιθρο. Η Σύγχρονη Τέχνη σαρώνει, από την σκοπιά της, κάθε ανάγκη και κάθε σκέψη της ανθρώπινης ύπαρξης. Σμίγει πολυεπίπεδα την αναγκαιότητα της τέχνης με τη ζωή μας. Αναμφίβολα, η ημερησία εκδρομή των φίλων της Δημοτικής Πινακοθήκης στην 7η Biennale, συνέβαλε σημαντικά στην ενημέρωση και τον εμπλουτισμό των γνώσεών μας για ποικίλα θέματα τέχνης στη χώρα μας.
Κώστας Ελ. Δεληγιάννης