Το επίτευγμά του είναι κυριολεκτικά απαράμιλλο καθώς συνθέτει ένα ανεκτίμητο κομμάτι κινηματογραφικής ποίησης με «πικρές» συγχορδίες «ρεαλισμού» σε ένα μοναδικό αριστούργημα πολύπτυχης υφής και καταλυτικής αμεσότητας. Από πού αρχίζει η κακοποίηση και πού μπορεί να φτάσει; Τι σημαίνει κατανόηση; Τι γεννά τη βία; Τι είναι «παραίσθηση» και τι «πραγματικό»; Ποιος μπορεί να είναι ο Μπρους Γουέιν εάν δεν μπορεί να είναι ο Μπάτμαν; Τι μετατρέπει το όνειρο σε εφιάλτη; Τι ρόλο μπορεί να παίξει ο Joker στην καθημερινή τράπουλα μίας μεγαλούπολης τόσους αιώνες μετά τους γελωτοποιούς σε βασιλικές αυλές ή καθώς περιπλανούνταν σε δρόμους; Ο Γουάκιν Φίνιξ ως Άρθουρ Φλεκ δίνει μία ασύλληπτη ερμηνεία–ορόσημο.
Δραματουργικό ισοδύναμο αντίβαρο του Φλεκ είναι ο Μάρεϊ Φράνκλιν, ερμηνευμένος από έναν άλλο τιτάνιο καλλιτέχνη της υποκριτικής, τον εξαίσιο Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Θα μπορούσα να πω ότι ο Άρθουρ Φλεκ θα μπορούσε να είχε διαβάσει το μυθιστόρημα του Κεν Κέισι «Στη Φωλιά του Κούκου» ή να είχε δει Θέατρο του Παραλόγου. Ή ότι, κατά κάποιον τρόπο, θα μπορούσε να μοιάζει και με τον «Ταξιτζή» του Μάρτιν Σκορσέζε ή τον Τζέρι στο θεατρικό έργο του Έντουαρντ Άλμπι «Η Ιστορία του Ζωολογικού Κήπου».
Όπως ίσως μοιάζουν όλοι λίγο–πολύ, τουλάχιστον υπό κάποιες συνθήκες.
Όπως οι κρατούμενοι στο Άουσβιτς με τις πανομοιότυπες φόρμες και τα ξυρισμένα κεφάλια. Ή όπως κάθε πρόσωπο σε πλήθος.
Όπως το πρόσωπο του κλόουν, το οποίο μπορεί να κρύβει τη θλίψη πίσω από τη μάσκα του γέλιου με το έντονο χαμόγελο κόκκινο ακόμα και σαν αίμα. Όμως ό,τι και να πω, πάντα κάτι θα (μου) διαφεύγει. Ίσως επειδή δεν θα το έπιανα ούτως ή άλλως.