Η Τόσκα επίσης ήταν η όπερα που επανέφερε την Κάλλας στη σκηνή μετά τη μακροχρόνια απομόνωσή της με τον Ωνάση. Το 1964, ο Τζεφιρέλλι έπεισε την Κάλλας να ενσαρκώσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο Covent Garden (με τον Τίτο Γκόμπι ως Σκάρπια), σημειώνοντας απόλυτη επιτυχία. Η παραγωγή του Τζεφιρέλλι ήταν στην πραγματικότητα η πρώτη ολοκληρωμένη Τόσκα επί σκηνής με τους δύο πρωταγωνιστές. Η δεύτερη πράξη μεταδόθηκε στην τηλεόραση καταγράφοντας «το σημαντικότερο σωζόμενο οπτικοακουστικό ντοκουμέντο της Κάλλας». Ο Τζεφιρέλλι χαρακτήρισε αυτή την ερμηνεία σαν την πιο αξιομνημόνευτη και καθοριστική της Τόσκα. Παρόλο που η Κάλλας εξέφραζε συχνά την περιφρόνησή της για τον ρόλο της Τόσκα καθώς και για τη μουσική του Πουτσίνι, ο συγκεκριμένος χαρακτήρας αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα στην καριέρα της. Ήταν ο πρώτος μεγάλος ρόλος της στη Βασιλική Όπερα της Αθήνας (μόλις δεκαοκτώ ετών) αλλά και η τελευταία οπερετική εμφάνισή της στο Παρίσι, τη Νέα Υόρκη και τέλος στο Λονδίνο. Σχετικά με την παράσταση στη Νέα Υόρκη, είναι γνωστό ότι μετά από τη μακροχρόνια απουσία της Κάλλας από τη Μητροπολιτική Όπερα, οι θεατές περίμεναν στην ουρά για τέσσερις ημέρες και τα εισιτήρια εξαντλήθηκαν μέσα σε μερικές ώρες. Οι επευφημίες του ακροατηρίου ωστόσο, διέκοψαν την παράσταση.
Το 1971-72, η Κάλλας παρέδιδε σεμινάρια για την Τόσκα στο Julliard School of Music στη Νέα Υόρκη, σαν μία εναλλακτική να τραγουδήσει την όπερα, αφού είχε χάσει πια τη φωνή της. Αξίζει επίσης να αναφερθεί η ταινία Callas Forever (Κάλλας για πάντα, 2002) του Φράνκο Τζεφιρέλλι, όπου ο σκηνοθέτης αναβιώνει την επιστροφή, τη δεύτερη ευκαιρία, την ανάκτηση της ζωής, το πένθος για τη χαμένη φωνή και τα ερωτήματα της αθανασίας. Αντί να ανακατασκευάσει τη ζωή της Μαρίας Κάλλας (Φανί Αρντάν) είκοσι πέντε χρόνια μετά το θάνατό της, απεικονίζει το τι θα μπορούσε να συμβεί τους τελευταίους μήνες της ζωής της. Παρουσιάζει δύο εξαιρετικά σημαντικές όπερες που σηματοδότησαν την καριέρα της. Η πρώτη είναι η Κάρμεν που ποτέ δεν τραγούδησε επί σκηνής. Η δεύτερη είναι η Τόσκα, μια από τις πιο θαυμαστές ηχογραφήσεις της, η μοναδική όπερα που η σκηνική της παράσταση κινηματογραφήθηκε, που προοριζόταν για κινηματογραφική μουσική και που έμελλε να είναι τελικά η τελευταία εμφάνισή της. Αλλά η Κάρμεν και η Τόσκα δεν είναι απλώς οι όπερες που ακούμε στην ταινία, είναι οι όπερες που επιλέχθηκαν να αναβιώσουν τη χαμένη φωνή της νεκρής ντίβας.
Η Τόσκα υιοθετεί μια μυθική συγχώνευση ρόλου και τραγουδιστή, μια σύντηξη όπου η Κάλλας αναδύεται μέσα στον ρόλο. Όπως αναφέρει ο Τίτο Γκόμπι: Είχα το εξαιρετικό προνόμιο να φέρω ξανά στη σκηνή τον Τεμπάλντι και την Κάλλας μετά από μακροχρόνια απουσία. Με τη Μαρία δεν παίζαμε αλλά ζούσαμε. Εμείς ήμασταν η Τόσκα και ο Σκάρπια και αισθανόμασταν εντελώς ελεύθεροι στη σκηνή με τη δύναμη της αμοιβαίας κατανόησης. Όταν η μεγάλη μονομαχία της δεύτερης πράξης τελείωνε, πρώτα υποκλινόμασταν ο ένας στον άλλο μπροστά από την αυλαία σαν δύο γενναίοι αντίπαλοι, και ύστερα στο κοινό.
ΣΤΙΣ 20,21 ΚΑΙ 22 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ ΣΤΟ ΔΩΛ
Η θρυλική όπερα του Τζιάκομο Πουτσίνι ανεβαίνει στο Δημοτικό Ωδείο Λάρισας από τη Συμφωνική Ορχήστρα Λάρισας σε συνεργασία με την Εταιρία Λυρικού Θεάτρου Ελλάδος (Skull of Yorick Productions) στις 20, 21 και 22 Οκτωβρίου.
Κέλλυ Αναστασιάδου, μουσικολόγος ΑΠΘ,
μέλος της συμφωνικής ορχήστρας Λάρισας