Τον θίασο απαρτίζουν οι ηθοποιοί Ανθή Ευστρατιάδου, Βασίλης Μαγουλιώτης, Άρης Μπαλής, Αργύρης Πανταζάρας, Ανέζα Παπαδοπούλου, Μαρία Πρωτόπαππα και Χρήστος Στέργιογλου, ενώ ανάμεσά τους βρίσκεται και ο ίδιος ο σκηνοθέτης Έκτορας Λυγίζος. Η μετάφραση είναι του Γιώργου Χειμωνά, τα σκηνικά και τα κοστούμια της Κλειώς Μπομπότη, οι φωτισμοί του Δημήτρη Κασιμάτη και το μακιγιάζ της Ιωάννας Λυγίζου. Βοηθός σκηνοθέτη είναι η Εύα Βλασσοπούλου, βοηθός σκηνογράφου η Στεφανία-Ηλέκτρα Πανταβού, τη σωματική προετοιμασία επιμελείται η Βίκυ Παναγιωτάκη και τη φωνητική η Ρηνιώ Κυριαζή, ενώ το δραματολογικό κομμάτι έχει αναλάβει η Κατερίνα Κωνσταντινάκου.
ΤΟ ΕΡΓΟ
Ο θεός Διόνυσος φτάνει στην πόλη με ανθρώπινη μορφή και ο βασιλιάς Πενθέας παλεύει να οχυρώσει εαυτόν και το άστυ απέναντι στην έλευση μιας θρησκείας που εξισώνει τους πάντες –νυν και πρώην βασιλιάδες, θεούς και δούλους, μάντεις και αγγελιοφόρους, γυναίκες και άνδρες– σε έναν κόσμο συμφιλίωσης του ανθρώπου με τα πιο ζωώδη, αλλά και αγνά του ένστικτα. Πρόκειται για τη μοναδική σωζόμενη τραγωδία όπου ο Διόνυσος συμμετέχει ως πρόσωπο του δράματος, αλλά και ως παντεπόπτης σκηνοθέτης- συγγραφέας. Η παράσταση εξερευνά τη σύγκρουση ανάμεσα στην ατομικότητα του ήρωα και την πολυφωνικότητα του χορού: οκτώ αφηγητές, εντάσσοντας τα χορικά στη βασική πλοκή, παρακολουθούν τη διαδικασία της σταδιακής σύνθεσης και αποσύνθεσης ενός μεικτού συνόλου, την αντίσταση των μελών του, αλλά και τη λαχτάρα τους να ανέβουν φαντασιακά στο ιερό βουνό ως Μαινάδες και να μετατραπούν σε Βάκχες. Μια τελετή μύησης στη λατρεία του «Άλλου», της οποίας πρώτο στάδιο είναι να σταθούν δύο άτομα αντιμέτωπα υπό το βλέμμα ενός θεατή-μάρτυρα.