Ο ουτοπικός κόσμος του εικαστικού, που εκτυλίσσεται στο αίθριο του πρώτου ορόφου του μουσείου καταφέρνει να συνδυάσει την κατασκευαστική αντίληψη της φόρμας, με εκείνη της έντονα φορτισμένης συναισθηματικής ζωγραφικής. Σχηματοποιεί τον χώρο του αίθριου, σ΄ ένα παράλληλο ευκλείδειο σύμπαν, δίνοντας την εντύπωση πως πρόκειται για έναν ιδεατό χωρόχρονο δίχως αρχή και τέλος. Έτσι η εικαστική έκθεση διακρίνεται σε τρεις θεματικούς άξονες: Η εξέλιξη της μορφής – Η εξέλιξη του χώρου – Η εξέλιξη της αντίληψης.Πρόκειται για έργα επιτοίχια , γλυπτά ,ρομποτικά ,φωτιστικά και βίντεο . Οι αναφορές του σε μεγάλα καλλιτεχνικά ρεύματα της μοντέρνας τέχνης, καθώς και η έμπνευση που προκύπτει από τη μελέτη τους, είναι εμφανείς σε όλο το μήκος του έργου του. Συμπληρώνονται όμως από τους έντονους προβληματισμούς του, που άλλοτε φέρονται να είναι προσωπικοί και άλλοτε χαρακτηρίζονται από κοινωνικοπολιτικές μνήμες. Η ένωση τους συνθέτει τον κινητικό φλοιό της έκθεσης.O Κωνσταντίνος Κομνηνός μεταφέρει το βίωμα του μέσα από μια σειρά πολυδιάστατων κατασκευών, υδατογραφιών, χαρακτικών, κινητικών και φωτιστικών γλυπτών, δημιουργώντας ένα αρμονικά εννοιολογικό εικαστικό πλέγμα. Η ανήσυχη εικαστική του φύση χαρακτηρίζεται από ένα ευρύ φάσμα μεικτής τεχνικής και τον απρόσμενο συνδυασμό ετερόκλητων υλικών, όπως λάδια, υδατοχρώματα, μέταλλο, γύψο, plexiglass και σμάλτο. Την επιμέλεια της έκθεσης έχει η Αντιγόνη Καψάλη.