Ο Πέτρος Τατσόπουλος παρά τη σύντομη θητεία στην πολιτική κατάφερε να συζητηθεί όσο κανείς. Παρότι ο ίδιος θα ήθελε να κουβεντιάζεται για τα βιβλία που έχει γράψει, οι δηλώσεις του-προκλητικές πολλές φορές- δεν αφήνουν άλλα περιθώρια. Παρόλα αυτά η επίσκεψή του στη Λάρισα, αφορούσε το νέο του βιβλίο και έτσι η «Ε» βρήκε την ευκαιρία να συζητήσει μαζί του, για το νέο του πνευματικό «παιδί». Επειδή όμως πρόκειται για τον Πέτρο Τατσόπουλο είναι δύσκολο να αντισταθείς και να μην τον ρωτήσεις για την ανάμειξή του στην πολιτική αλλά και για το γεγονός των τελευταίων ημερών, την επίσκεψη Ομπάμα στην Ελλάδα. Αιχμηρός και χειμαρρώδης, δεν μασά τα λόγια του.
* «Γκαγκάριν –Ο κόσμος από χαμηλά». Μα τι τίτλος! Τι θέλει να πει ο συγγραφέας;
- Αντιλαμβάνομαι ότι ο ίδιος ο τίτλος του βιβλίου ηχεί οξύμωρος. Σαν λάθος. Θα περίμενε κανείς, κάτω από το όνομα του πρώτου κοσμοναύτη στην ιστορία της ανθρωπότητας, έναν υπότιτλο όπως "Ο κόσμος από ψηλά". Αυτό θα ήταν το σωστό, το αναμενόμενο. Ας πούμε λοιπόν ότι ο υπότιτλος είναι ένα διπλό κλείσιμο του ματιού προς τον αναγνώστη. Διότι μπορεί ο Γκαγκάριν να ήταν ο πρώτος που είδε τη Γη από τόσο ψηλά, αλλά όταν πατούσε στη Γη το βλέμμα του έφτανε ως το στέρνο των ανδρών. Ήταν πολύ κοντός, 1.57. Αυτός ήταν κι ένας από τους κύριους λόγους που τον επέλεξαν, γιατί τότε (το 1961) οι διαστημικές κάψουλες χωρούσαν μονάχα μικροκαμωμένους. Από την άλλη, το "Γκαγκάριν", το cult μαγαζί του Νίκου Τριανταφυλλίδη στα Σεπόλια, μια υποβαθμισμένη σήμερα περιοχή της Αθήνας, αστικά ξεπεσμένη θα λέγαμε, στέγαζε πρωτίστως (αν και όχι αποκλειστικά) παρακατιανούς καλλιτέχνες, περιθωριακούς, έδινε μια δεύτερη ευκαιρία (και ίσως την τελευταία) σε παλιές δόξες. Ο ίδιος ο Τριανταφυλλίδης -που πέθανε φέτος το καλοκαίρι, σε ηλικία μόλις 49 χρονών- ήταν ένας πολύ τρυφερός/προκλητικός άνθρωπος, ένας προβοκάτορας της αγάπης -πράγμα εξαιρετικά σπάνιο και σημαντικό, σε καιρούς γενικευμένης μισαλλοδοξίας, όπως οι σημερινοί. Μια ανάλογη προβοκάτσια, μια τολμηρή ματιά στη μεταπολεμική μας ιστορία, ήθελα να είναι και το βιβλίο.
* Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου σας ξεχωρίζω μια φράση «Μια νοσταλγική ματιά στην εποχή που ο πολιτισμός δεν είχε μπει σε κουτάκια και μπορούσες ακόμη και σ’ ένα τσοντάδικο να δεις το Θεώρημα του Παζολίνι». Υπήρξε ποτέ εποχή που ο πολιτισμός ήταν ποτάμι που έρεε ασταμάτητο δίχως φραγμούς και όρια; Κακό είναι να γίνεται και το ξεσκαρτάρισμα;
- Υπήρξε εποχή, πράγματι, χωρίς κουτάκια. Όχι από άποψη, αλλά από άγνοια. Ήταν η εποχή της δικής μου εφηβείας, το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970. Εγώ ο ίδιος είχα δει το Θεώρημα του Παζολίνι, στο σινεμά "Νέγκρο" της Φωκίωνος Νέγρη, να παίζεται εναλλάξ μ' ένα σοφτ πορνό του Κώστα Καραγιάννη. Εκείνες τις ημέρες της αθωότητας, αρκούσε μια ταινία να εμπεριέχει πλανά με γυμνό για να καταλήξει στα τσοντάδικα -ας είχε και την υπογραφή του Παζολίνι, την υπογραφή του Φελίνι, την υπογραφή του Αντονιόνι. Προφανώς και δεν είναι κακό το ξεσκαρτάρισμα -ενίοτε είναι και απαραίτητο- αρκεί να συνοδεύεται από στοιχειώδη αυτογνωσία. Να γνωρίζουμε -και, κυρίως, να παραδεχόμαστε δημοσίως- ότι δεν είμαστε οι κληρονόμοι ενός πολιτισμού που οριοθετείται από το Μέγαρο Μουσικής και τη Λυρική Σκηνή. Ν' αναγνωρίζουμε ότι μέρος της ίδιας κληρονομιάς είναι και τα σκυλάδικα, είναι και τα τσοντάδικα. Αυτό που είπε ο Χατζιδάκις για τον Φλωρινιώτη: "Το αίσθημα ανθίζει και στο ευτελές". Ο Μάνος Χατζιδάκις που σε μία ταινία όλη κι όλη εμφανίστηκε στη ζωή του, στην Αγνή του λιμανιού -και στην ίδια ταινία πήρε το βάπτισμα του πυρός και ο Κώστας Γκουσγκούνης. Γιατί αυτό είναι η πατρίδα μας: υποχρεωτική συγκατοίκηση πολλών κι εκ διαμέτρου αντίθετων Ελλάδων. Αυτό είναι και το "Γκαγκάριν - Ο κόσμος από χαμηλά": μια απόπειρα εθνικής αυτογνωσίας.
* Συγγραφέας, πολιτικός, συγγραφέας ξανά αλλά πολιτικός ποτέ ξανά;
Αλήθεια σας απογοήτευσε τόσο η πολιτική;
- Η εμπλοκή στην ενεργό πολιτική, όπως γράφω και στο προηγούμενο βιβλίο μου, είναι μια "πληγή που δεν κλείνει ποτέ". Ανεξάρτητα από τις δικές σου προθέσεις, ανεξάρτητα από τις δικές σου επιδιώξεις. Τέλη Δεκεμβρίου φέτος κλείνω τα 57 μου χρόνια. Έως τα 52 μου, δεν είχα καμία ανάμειξη με την ενεργό πολιτική. Κάλλιστα μπορώ να μην έχω ανάμειξη και για το υπόλοιπο της ζωής μου. Δεν θεωρώ την ανάμειξη με την ενεργό πολιτική ως αυτοσκοπό. Μονάχα αν υπάρξει "λόγος σοβαρός", που λέει και το τραγούδι -και, κυρίως, αν αναγνωρίσουν αυτόν τον λόγο και οι άλλοι. Στην πολιτική ελάχιστη έως μηδαμινή σημασία έχει τι θέλεις εσύ, αν το θέλεις μόνο εσύ. Κανένα σύμπαν δεν συνωμοτεί υπέρ σου. Μην ακούτε τι μπαρούφες λέει ο Κοέλιο. Έχει κλείσει σπίτια ο Κοέλιο.
* Υποδεχτήκαμε τον Μπ. Ομπάμα, την ώρα που οι ΗΠΑ υποδέχονται τον διάδοχό του. Αν και είναι πρόωρο για συγκρίσεις, τι γεύση σας αφήνουν ο νυν και ο νέος πλανητάρχης;
- Το αληθινά αηδιαστικό ήταν ότι στείλαμε στο αεροδρόμιο να υποδεχτεί τον Μπαράκ Ομπάμα εκείνον που ήταν από τους πρώτους που έσπευσαν να πανηγυρίσουν για τη νίκη του Τραμπ -μαζί με τη Χρυσή Αυγή, τον Φάρατζ, τη Λεπέν, όλα τα ακροδεξιά και ναζιστικά λουλούδια. Εκείνον που είχε και έχει το απύθμενο θεσμικό θράσος να λέει, μπροστά στον πρωθυπουργό, ότι θα μπορούσε να ρίξει την κυβέρνηση αν του το ζητούσε ο αρχιεπίσκοπος. Δεν το λέει ο υφυπουργός Εμπορίου αυτό, το λέει ο υπουργός Εθνικής Άμυνας. Και ο πρωθυπουργός δεν τον εκσφενδονίζει από το παράθυρο του Μαξίμου, δεν τον παραπέμπει για εσχάτη προδοσία. Ζούμε σε μια άθλια λαϊκιστική εποχή και όχι μόνο στην πατρίδα μας. Ο λαϊκισμός επελαύνει παγκοσμίως. Έναν από τους καλύτερους, πιο καλλιεργημένους προέδρους των ΗΠΑ, τον Μπαράκ Ομπάμα, διαδέχεται ένας πάμπλουτος ακροδεξιός τραμπούκος, ο Ντόναλντ Τραμπ, που γνωρίζει την τύφλα του από εξωτερική πολιτική, που γνωρίζει την τύφλα του για τα πάντα εκτός από το να αβγατίζει τα προσωπικά του κέρδη. Βρισκόμαστε στο χαμηλότερο σκαλοπάτι της πολιτικής εξαχρείωσης.
* Κλείνοντας, θα ήθελα υποθέτοντας πως τα όσα συμβαίνουν στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια είναι απλώς η πλοκή ενός μυθιστορήματος-ίσως και επιστημονικής φαντασίας- τι τίτλο θα βάζατε;
- Το Μεγάλο Φιάσκο. Η μεγαλύτερη (και η πιο πετυχημένη) απόπειρα πολιτικής εξαπάτησης στα μεταπολιτευτικά χρονικά. Και αυτό σας το λέει ένας άνθρωπος που αναγνωρίζει, στο μέτρο που του αναλογούν, και τις δικές του ευθύνες. Ίσως μάλιστα θα ήταν μια καλή αρχή, στον επιμερισμό των ευθυνών, αν κάναμε ακριβώς αυτό: αν ξεκινούσαμε από τις δικές μας ως πολίτες.
Συνέντευξη: Νατάσα Πολυγένη