Την εκδήλωση οργανώνουν από κοινού το Μορφωτικό Ίδρυμα της Ένωσης Συντακτών Θεσσαλίας, Στερεάς και Εύβοιας και το Λύκειο των Ελληνίδων Βόλου.
Πρόκειται για μια γνωστή –άγνωστη ιστορία που συγκλόνισε την Ελλάδα και που εκτυλίχτηκε τις τελευταίες μέρες της Κατοχής των Γερμανών, στα Κάτω Λεχώνια. Ήταν αρχές Ιουλίου του 1944, όταν Εασαδίτες και Γερμανοί συνέλαβαν με δόλο τη Λουκία και τη Σοφία Τοπάλη από το σπίτι τους μαζί με την επίσης κατωλεχωνίτισσα αντάρτισσα μυλωνού, Φιλίτσα Καλαβρού και ύστερα από μια ολιγοήμερη περιπέτεια φυλάκισης και βιαιοτήτων στην Γκεστάπο του Βόλου, οι μελλοθάνατες κρεμάστηκαν στη μικρή πλατεία, δίπλα στο σιδηροδρομικό σταθμό του χωριού. Εκεί προς κοινή θέα των διερχομένων. Όπως έγινε τότε γνωστό, στόχος των Γερμανοτσολιάδων ήταν ν’ αρπάξουν το χρυσό, τα πανάκριβα έργα τέχνης και ό,τι άλλο πολύτιμο υπήρχε στο Τοπαλέικο. Το πρόσχημα ήταν ότι βοηθούσαν με τρόφιμα τους αντάρτες και η Γερμανική Αστυνομία τις καταδίκασε εις θάνατο διά απαγχονισμού.
Τα φαντάσματα αυτής της γκρίζας εποχής «μιας εποχής που δεν ξεχάστηκε, τουλάχιστον γι’ αυτούς που επιμένουν να θυμούνται» τόλμησε να ζωντανέψει στο νέο του βιβλίο ο παλαίμαχος δημοσιογράφος, Γ. Μαντίδης• ένα σπάνιο ντοκουμέντο για την περίοδο του εμφύλιου σπαραγμού, από τα πιο μελανές ψηφίδες της τοπικής μας ιστορίας και του νεοελληνικού μας βίου. Μιας ιστορίας ζωντανής, αργασμένης στα πρόσωπα, στα βλέμματα, στις καρδιές, ενός εμφύλιου σπαραγμού που όμως αποσιωπήθηκε στις ζωές των ανθρώπων, στις σχέσεις, στις φιλίες, στις οικογένειες της μικρής τοπικής κοινωνίας. Το βιβλίο αυτό προξενεί ηθικούς τριγμούς στη συνείδηση όλων μας για τις άτυχες εκείνες γυναίκες, που βέβηλα χέρια τις οδήγησαν σε μια παράλογη θυσία. Οι τρεις γυναίκες της συμφοράς ήταν τρεις τίμιες γυναίκες, με επίκεντρο τη φωτεινή προσωπικότητα της Σοφίκας Τοπάλη, θύματα στο βωμό της εμφυλιακής μισαλλοδοξίας. Το βιβλίο του Μαντίδη δεν ρίχνει μόνο φως στη ζοφερή εκείνη νύχτα των προδοτών. Βάζει με πόνο το δάχτυλο επί τον τύπον των ήλων με βάση τα γεγονότα και τις μαρτυρίες που παραθέτει και θέτει αμείλικτα ερωτήματα, αναζητώντας εναγωνίως την αλήθεια. «Το βράδυ εκείνο δεν ακούσαμε κανένα θόρυβο, απολύτως. Φανήκανε μπροστά μας σαν ουρανοκατέβατοι. Με πρόσωπα αξύριστα, με χλαίνες βρώμικες, παλιές, ριγμένες πάνω τους πρόχειρα, με σφαίρες στα στήθια κρεμασμένες. Αντάρτες! Ήρθαν ανάμεσά μας πατώντας στις μύτες ξεχαρβαλωμένων αρβύλων. "Πέστε μας πού έχουν σκοπιές οι Γερμανοί. Απόψε θα επιτεθούμε", είπαν ψιθυριστά. Και παραλίγο να τους πούμε! Την άλλη μέρα όλο το χωριό έμαθε με ποιο δόλο Εασαδίτες και Γερμανοί πιάσανε τις Τοπάλαινες και την Καλαβρού και τις κρέμασαν. Κι όταν το μάθαμε κι εμείς κοπήκανε τα πόδια μας. Κλειστήκαμε στο σπίτι έντρομοι, γλιτώσαμε από θαύμα. Πέρασαν χρόνια κι όταν τυχαίνει να καθόμαστε σούρουπο σε κείνη την παλιά αυλή μας, νιώθουμε ακόμα ανατριχίλα...». (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).
Στην εκδήλωση για το βιβλίο θα μιλήσουν οι: Kατερίνα Μιλτ. Πορφυρογένη, πρόεδρος του Κοινωφελούς Ιδρύματος Νικολάου & Ελένης Πορφυρογένη, Δημήτρης Τσιλιβίδης, δρ. Θεολογίας-ερευνητής, Μηλίτσα Καραθάνου, πρόεδρος της Εταιρείας Θεσσαλικών Ερευνών και Δημοσθένης Κούκουνας, ιστορικός-συγγραφέας. Την εκδήλωση συντονίζουν ο Δημήτρης Χορταργιάς, πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών Θεσσαλίας, Στερεάς και Εύβοιας και η Μαρία Σπανού, πρόεδρος του Λυκείου των Ελληνίδων Βόλου. Η έκδοση αυτή λόγω ενδιαφέροντος έχει μεταφραστεί και στην αγγλική γλώσσα.