Και επειδή η μνήμη είναι θεμέλιο της ταυτότητας των ανθρώπων και των λαών και τα μνημεία θησαυροί που ανήκουν στις γενιές του μέλλοντος, έχουμε την υποχρέωση να τα σεβόμαστε και να τα προστατεύουμε. Και επειδή τα μνημεία αποτελούν πηγές γνώσης και τόπους αυτογνωσίας, δεν θα πρέπει να γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης. Τα αρχαία θέατρα είναι μνημεία, και ως εκ τούτου, έτσι πρέπει να αντιμετωπίζονται.
Κατά τη διάρκεια όμως των δεκαετιών ‘60 και ‘70 κυριάρχησε σε όλη την Ευρώπη η άποψη πως μόνος τρόπος για να διατηρηθούν τα μνημεία, άρα και τα θέατρα, είναι να χρησιμοποιούνται. Αυτή η τάση όμως για επανάχρηση των μνημείων συνδυάστηκε με μια ξέφρενη τουριστική ανάπτυξη και στη χώρα μας, αλόγιστη συχνά, με αποτέλεσμα να αναλαμβάνονται πρωτοβουλίες συνεχούς χρήσης των θεάτρων και μάλιστα από μη ειδικούς. Πρωτοβουλίες συχνά χωρίς την απαραίτητη επιστημονική και τεχνική στήριξη. Το πιεστικό αίτημα επίσης για πολιτιστική και οικονομική αξιοποίηση (χρήση δηλαδή) των αρχαίων θεάτρων ωθούσε σε βιαστικές και λανθασμένες επεμβάσεις αποκατάστασης στο κοίλο τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το θέατρο της Επιδαύρου, του οποίου η έντονη και ανεξέλεγκτη χρήση κατέστησε αναγκαία όχι μία αλλά τρεις φάσεις αναστηλωτικών εργασιών από το 1907 έως και το 1988.
Τα φεστιβάλ επίσης, τα οποία οργανώνονταν τα τελευταία σαράντα χρόνια από δήμους, κοινότητες, θιάσους και συλλόγους στα αρχαία ελληνικά θέατρα και τα ρωμαϊκά ωδεία, προκαλούσαν τις ζωηρές ανησυχίες των νομίμων και υπευθύνων διαχειριστών των μνημείων αυτών, των προϊσταμένων δηλαδή και των υπαλλήλων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Και μαζί με αυτούς ανησυχούσαν και οι επιστήμονες ερευνητές της τοπικής ιστορίας καθώς και όλοι εκείνοι που σέβονταν την πολιτιστική κληρονομιά του αρχαίου μας κόσμου. ¨......Η αντίθεση των καλλιτεχνών του θεάτρου σε κάθε μορφής πειθάρχηση και η αμάθεια των ενθουσιωδών τοπικών παραγόντων, σε συνδυασμό με το διάχυτο λαϊκισμό, δεν δικαιολογούν αισιοδοξία για την κατάσταση των ελληνικών θεάτρων στο εγγύς μέλλον...», έγραφε σε ένα άρθρο του τον Ιούλιο του 1999 στην «Καθημερινή» ο καθηγητής του Μετσόβειου Πολυτεχνείου Χαράλαμπος Μπούρας.
Οι παραπάνω αναφορές και επισημάνσεις μου, έχουν σχέση με την έντονη αγωνία και συχνά πιεστική ανησυχία πολλών συμπολιτών μας για μια βιαστική και χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση επανάχρηση και λειτουργία του Α’ Αρχαίου Θεάτρου της Λάρισας.
Στο Δημοτικό Συμβούλιο το Φεβρουάριο του 2015, που μοναδικό θέμα του είχε το Αρχαίο Θέατρο, ακούστηκαν φωνές αλλά και προτάσεις για θεατρικές παραστάσεις στο περσινό καλοκαίρι. Ακούγοντας το διακεκριμένο και στενό συνεργάτη του κ. Τζαφάλια, τον επιγραφολόγο Μπρούνο Ελί, να τονίζει ότι «... το μνημείο πρέπει να ασφαλιστεί...», εξέφρασα με επιχειρήματα την άποψη και πολλών αρχαιολόγων ότι προέχει η ασφάλεια του μνημείου πριν από οποιαδήποτε χρήση του (Ελευθερία, 3-3-2015 ).
Είναι γνωστό ότι από το 2002 και 2010 τα θέατρα των Δελφών και της Δωδώνης έχουν αναστείλει προσωρινά τις παραστάσεις και τις εκδηλώσεις λόγω ρηγματώσεων, προβλημάτων στατικότητας και κινδύνων κατάρρευσης. Σημειωτέον δε ότι τα προαναφερθέντα θέατρα είναι σε βραχώδες έδαφος ενώ το δικό μας βρίσκεται σε χωμάτινο πρανές. «... Δεν πρέπει να βιάζεστε να ανεβείτε στο κοίλο του θεάτρου, έλεγε, χρόνια πριν, ο Ιταλός σεισμολόγος Ρικάρντο Καπούτο, γιατί μετά τον ισχυρό σεισμό του 7ου μ.Χ αιώνα στην πόλη σας, σύμφωνα και με την άποψη του κ. Τζαφάλια, ένα μεγάλο μέρος του επιθεάτρου κατέρρευσε στο εσωτερικό της ορχήστρας και έγιναν μεγάλες ζημιές στο θέατρο τότε». Και είναι αλήθεια ότι δεν πρέπει να βιαζόμαστε. «... Οι Αθηναίοι περίμεναν σχεδόν πενήντα χρόνια να ολοκληρωθούν οι εργασίες αναστήλωσης των μεγάλων μνημείων της Ακρόπολης πριν ανέβει ο πρώτος επισκέπτης στο ιερό βράχο...» επισημαίνει ο γνωστός Λαρισαίος γλύπτης Κώστας Νταής, ο οποίος συμμετείχε για είκοσι χρόνια στα έργα συντήρησης των μνημείων της Ακρόπολης, με υπεύθυνο των έργων το διακεκριμένο αρχιτέκτονα, καθηγητή του ΕΜΠ, Μανόλη Κορρέ.
Και ποιος Λαρισαίος δεν θα χαιρόταν να άρχιζαν και από το φετινό καλοκαίρι οι μεγάλες παραστάσεις αρχαίου δράματος και στο θέατρό μας. Προέχουν όμως και εδώ αυστηρά οι εργασίες συντήρησης και πλήρους αποκατάστασης του μνημείου από τους αρχαιολόγους μας και από τους ειδικούς επιστήμονες της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λάρισας. Αυτοί θα αποφασίσουν πότε το θέατρο θα είναι έτοιμο να δεχτεί το μεγάλο κοινό στο αρχαίο κέλυφός του, το κοίλο, καθώς ενέχονται ίσως κίνδυνοι από την πρόωρη λειτουργία του. Μέχρι τότε, την ολοκλήρωση δηλαδή της μελέτης αποκατάστασης του θεάτρου και με τη σύμφωνη πάντοτε γνώμη των αρχαιολόγων μας και του Υπουργείου Πολιτισμού, θα μπορούσαν ενδεχομένως να μπουν τρεις σειρές ξύλινων καθισμάτων μπροστά, όπως μας διδάσκει η εμπειρία άλλων θεάτρων στη Μακεδονία, να αξιοποιηθούν οι κάτω πρώτες σειρές του θεάτρου που δεν έχουν προβλήματα στατικότητας καθώς και το πρανές, όπου με ασφάλεια μπορούν να κάθονται οι θεατές. Δηλαδή σε αυτή τη φάση, δε μιλάμε ακόμη για τους χιλιάδες των θεατών που την ίδια στιγμή, στην ίδια παράσταση, θα μπορούσαν να ανεβούν στο θέατρο. Υπόψη ότι και οι υπεύθυνοι για τη χρήση του επιβλητικού Κολοσσαίου της Ρώμης, που όταν χτίστηκε μπορούσε να φιλοξενήσει 87.000 θεατές, περιόρισαν τον αριθμό των θέσεων σε 700 μόνον (400 καθήμενοι και 300 όρθιοι), όταν εκεί πραγματοποιήθηκε η μεγαλειώδης παράσταση του Εθνικού μας Θεάτρου, Οιδίπους Τύραννος (23-7-2000), με τον Γρηγόρη Βαλτινό στον ρόλο του Οιδίποδα.
Με ιδιαίτερη ικανοποίηση χαιρετίσαμε την απόφαση του υπουργού Πολιτισμού για την εκταμίευση του ποσού των 7 εκατ. ευρώ από το Πράσινο Ταμείο για την απαλλοτρίωση, εντός του 2016, των κτισμάτων που βρίσκονται στον χαρακτηρισμένο ως Κοινόχρηστο Χώρο (ΚΧ) μπροστά από το Αρχαίο Θέατρο. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα σημαντική απόφαση, που προέκυψε μετά από τις στοχευμένες παρεμβάσεις και ενέργειες της δημοτικής αρχής. Στην ίδια κατεύθυνση στοχεύει και η πρόσφατη απόφαση του Δήμου Λαρισαίων να διατεθούν 300.000 ευρώ από το ταμείο της ΔΕΥΑΛ για τη συνέχιση των εργασιών στο Α’ Αρχαίο Θέατρο. «Ήρθε στην κατάλληλη χρονική συγκυρία... ανοίγονται νέες προοπτικές για τη σωτηρία του μνημείου... αποτελεί τον από μηχανής θεό στο έργο που γίνεται...» δήλωσε η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων κ. Στ. Σδρόλια.
Αυτές τις μέρες ολοκληρώνεται και η σύσταση της επιτροπής παρακολούθησης των έργων, καθώς υπογράφεται και η Προγραμματική Σύμβαση μεταξύ του Δήμου Λαρισαίων, του Υπουργείου Πολιτισμού και της Περιφέρειας με τίτλο «Διαμόρφωση χώρου στο Αρχαίο Θέατρο της Λάρισας και εργασίες τεκμηρίωσης». Αν η παραπάνω συσταθείσα επιτροπή θα μπορούσε να μας δώσει σε εύλογο χρόνο και ένα χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης των συγκεκριμένων παρεμβάσεων που απαιτούνται, τότε ενδεχομένως θα υπήρχε η δυνατότητα προγραμματισμού μιας παράστασης αρχαίου δράματος, μια μεγάλη παράσταση που όλοι περιμένουμε.
* Ο Απόστολος Σουρλαντζής, είναι δημοτικός σύμβουλος, αντιπρόεδρος του Δημοτ. Ωδείου Λάρισας