ΑΘΗΝΑ
Για κακούργημα διώκεται διευθύντρια του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, ένας υπάλληλος και 57 επιχειρηματίες της Βορείου Ελλάδος, μετά την αποκάλυψη από τους οικονομικούς εισαγγελείς, ότι χορηγήθηκαν σε αυτές τις επιχειρήσεις εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου ύψους 94 εκατομμυρίων γιατί είχαν πρόβλημα εξυπηρέτησης των δανειακών τους υποχρεώσεων προς τις τράπεζες.
Σύμφωνα με την έρευνα, η πρακτική αυτή ήταν αφενός εκτός νόμου και αφετέρου επέφερε μεγάλη οικονομική ζημιά στο ελληνικό δημόσιο. Χαρακτηριστικό είναι ότι χορηγήθηκαν εγγυήσεις ακόμα και χωρίς την αίτηση του ενδιαφερομένου επιχειρηματία.
Η έρευνα που έφερε στο φως τις έκνομες ενέργειες μέσα στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ξεκίνησε με εντολή του οικονομικού εισαγγελέα κ. Παναγιώτη Αθανασίου και διενεργήθηκε από την επίκουρη εισαγγελέα Ελένη Μιχαλοπούλου.
Έτσι απαγγέλθηκαν κατηγορίες:
- σε βάρος της διευθύντριας του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους
- του υπαλλήλου που την συνέδραμε για απιστία σε βαθμό κακουργήματος με τις επιβαρυντικές περιστάσεις του ειδικού νόμου για τους καταχραστές του δημοσίου,
- των 57 επιχειρηματιών της Βορείου Ελλάδος που ωφελήθηκαν για ηθική αυτουργία στην πράξη.
Ο ΝΟΜΟΣ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΒΑΣΗ
Όλα ξεκίνησαν το 2006 με την ψήφιση ειδικού νόμου που έδωσε τη δυνατότητα στο ελληνικό δημόσιο να παρέχει εγγυήσεις, υπό αυστηρές προϋποθέσεις, για τη στήριξη επιχειρηματιών και εταιρειών που δεν μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους από τις τράπεζες. Προϋπόθεση για την χορήγηση της εγγυήσεως ήταν να υποβληθεί αίτηση από την εταιρία η οποία θα εξεταστεί από 11μελές Συμβούλιο.
Οι εισαγγελείς διαπίστωσαν όμως ότι η διευθύντρια σε 30 ημέρες, χωρίς να εισαγάγει τις αιτήσεις για έλεγχο του 11μελές Συμβούλιο , τις έκανε δεκτές. Ορισμένες φορές μάλιστα δεν υπήρχε καν αίτηση. Τελικά χορήγησε εγγυήσεις του ελληνικού δημοσίου ύψους 94.032.170 ευρώ για 57 επιχειρήσεις από τις οποίες οι 34 στη συνέχεια κατέπεσαν από αιτήματα των πιστωτικών ιδρυμάτων για ποσά που άγγιξαν τα 34.714.918 ευρώ, ενώ το δημόσιο ήδη πλήρωσε για αυτές τις εγγυήσεις που κατέπεσαν 1.201.429 ευρώ, ενώ ακόμη δεν έχουν λήξει καθώς τρέχουν ως το τέλος του 2016.
Την περαιτέρω έρευνα για την υπόθεση θα αναλάβει αρμόδιος ανακριτής.