Η τυχόν νέα φορολογική επιβάρυνση στα μεσαίου και μεγαλύτερου κυβισμού αυτοκίνητα, εκτός από άδικη, θα είναι αναποτελεσματική υποστηρίζει η διοίκηση του Συνδέσμου Εισαγωγέων, Αντιπροσώπων Αυτοκινήτων (ΣΕΑΑ). Σε ανακοίνωση του συνδέσμου αναφέρεται πως έχει προταθεί η αύξηση κατά +30% του φόρου πολυτελούς διαβίωσης στα «δίλιτρα» και μεγαλύτερα αυτοκίνητα, με στόχο να αυξηθούν τα δημοσιονομικά έσοδα κατά 20 εκ. Όμως, ο φόρος πολυτελούς διαβίωσης έχει σχεδόν μηδενική αποτελεσματικότητα, ακόμη και στα σημερινά του επίπεδα, καθώς έχει προκαλέσει αθρόες καταθέσεις πινακίδων, αλλά και εξαγωγές αυτοκινήτων σε τρίτες χώρες, εις βάρος των εσόδων που θα εισέρεαν από τέλη κυκλοφορίας κλπ.
Με βάση στοιχεία της ΓΓΔΕ, στις αρχές του τρέχοντος έτους 560.485 αυτοκίνητα βρίσκονταν σε ακινησία, ενώ μόνον την τελευταία τριετία (2012-2014) έχουν εξαχθεί περισσότερα από 55.000 αυτοκίνητα. Συνέπεια των παραπάνω είναι στα αυτοκίνητα κυβισμού 2.000 cc, η αναλογία των κυκλοφορούντων προς τα προσωρινά ακινητοποιημένα να είναι 3,7 προς 1, ενώ στα αυτοκίνητα κυβισμού άνω των 2.000 cc η αναλογία να είναι 2,6 προς 1. Κατά τον ΣΕΕΑ, τα συνολικά έσοδα από το φόρο πολυτελούς διαβίωσης το 2014 ανήλθαν σε 91.100.000 ευρώ, όταν τα διαφυγόντα έσοδα από τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων σε προσωρινή ακινησία ήταν της τάξης των 77.000.000 ευρώ και αυτών που εξήχθησαν της τάξης των 18.000.000 ευρώ. Συνεπώς, «ο φόρος πολυτελούς διαβίωσης είναι ήδη πλήρως αναποτελεσματικός και η τυχόν αύξηση του θα επιφέρει ελάχιστο δημοσιονομικό όφελος, προκαλώντας αναίτια και άδικα την περεταίρω απαξίωση των κυκλοφορούντων αυτοκινήτων μεσαίου και μεγαλύτερου κυβισμού, πολλά από τα οποία έχουν ήδη ελάχιστη αξία, πχ. € 3.000 ως 5.000».