Επενδύσεις για την ενίσχυση της παραγωγικής της δυναμικότητας πραγματοποιεί αυτό και το επόμενο διάστημα η Intercomm Foods, προκειμένου να αντισταθμίσει τις πιέσεις από την αύξηση του κοστολογίου. Η διοίκηση της εταιρίας αναμένει για το τρέχον έτος μια αύξηση του τζίρου τής τάξης περίπου του 20%, παρά το δυσμενές διεθνές οικονομικό περιβάλλον. Ο διευθύνων σύμβουλος της intercom Foods, Στέργιος Τσαγκούλης, υπογράμμισε ότι η μεγαλύτερη δυσκολία, επί του παρόντος, για τις κυρίως εξωστρεφείς ελληνικές επιχειρήσεις είναι το πολύ ισχυρό ευρώ έναντι του δολαρίου, ενώ απευθυνόμενος προς τους παραγωγούς επισήμανε ότι δεν υπάρχει καρτέλ και πως παραγωγοί και βιομηχανία του κλάδου τής μεταποίησης αγροτικών προϊόντων πάνε χέρι-χέρι.
Η διοίκηση της εταιρίας προχώρησε στην αγορά διπλανής οικοπεδικής έκτασης, με στόχο την επέκταση της γραμμής παραγωγής και, κατά συνέπεια, της αύξησης της δυναμικότητας παραγωγής, αλλά με το υπάρχον ανθρώπινο δυναμικό. Όπως επισήμανε ο κ.Τσαγκούλης στόχος είναι να ισορροπηθούν και να συγκρατηθούν τα κόστη παραγωγής με ενίσχυση της δραστηριότητας –και άρα περισσότερα έσοδα. Για το τρέχον έτος, εκτιμάται ότι ο τζίρος θα κινηθεί ανοδικά με αρκετά ικανοποιητικούς ρυθμούς –δεδομένων των συγκυριών σε διεθνές επίπεδο και θα σημειωθεί μια αύξηση της τάξης τού 20%-23% σε σχέση με τον τζίρο της περσινής χρονιάς. Σε απόλυτους αριθμούς, η εταιρία αναμένει κύκλο εργασιών περίπου στα 52-55 εκατ. ευρώ μέχρι το τέλος του έτους. Να σημειωθεί ότι οι εξαγωγές αντιστοιχούν στο 97% του ετήσιου κύκλου εργασιών της εταιρίας.
ΠΡΩΤΗ ΥΛΗ
Ο κ.Τσαγκούλης εκτιμά ότι η φετινή παραγωγή ροδακίνου θα ανέλθει σε αρκετούς περισσότερους τόνους σε σχέση με πέρυσι –κοντά στους 350.000 με 400.000 τόνους. Η ζήτηση δεν θα κυμανθεί στους ίδιους ρυθμούς, ωστόσο εκτίμησε ότι οι βιομηχανίες του κλάδου θα απορροφήσουν την παραγωγή, και θα υπάρξει αρκετή ποσότητα αποθεμάτων που θα δημιουργηθούν.
Ο ίδιος επισήμανε ότι πολύ καλές προοπτικές ανοίγονται για το βερίκοκο, καθώς η εγχώρια παραγωγή θα φτάσει το πολύ τους 4.000 τόνους, ενώ οι ανάγκες τής αγοράς θα είναι πολλαπλάσιες.
Δύο είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν φέτος το βιομηχανικό ροδάκινο: η μείωση της ζήτησης για χυμούς, αλλά και η σημαντική ενίσχυση του ευρώ έναντι του δολαρίου, που δημιουργεί κραδασμούς στις εξαγωγές προς χώρες που εμπορεύονται με το αμερικανικό νόμισμα –τα ελληνικά, όπως και τα ευρωπαϊκά προϊόντα καθίστανται πολύ ακριβά.
Ο κ.Τσαγκούλης είπε πως φέτος είναι πολύ καλή χρονιά για την ελιά, καθώς και η παραγωγή είναι καλύτερη από πέρυσι και η ελληνική ελιά διατηρεί σε υψηλά επίπεδα τη φήμη της. Ωστόσο, θα πρέπει να γίνει ένας προγραμματισμός ώστε να μην υπάρξουν μεγάλες ανατιμήσεις (στις τιμές παραγωγού), διότι θα καταστούν και αυτά τα προϊόντα μη ανταγωνιστικά.
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ
Αποκρούοντας τους ισχυρισμούς ροδακινοπαραγωγών για σύμπραξη των μεταποιητικών βιομηχανιών του κλάδου αναφορικά με την τιμή, ο κ.Τσαγκούλης υπογράμμισε ότι δεν είναι δυνατόν να γίνει κάτι τέτοιο. Η διαφορά που αισθάνονται φέτος οι παραγωγοί είναι η αλλαγή στην επιδότηση, είπε χαρακτηριστικά, που από επιδότηση με βάση το κιλό έγινε επιδότηση με βάση το στρέμμα. Αυτό συνεπάγεται για τους ροδακινοπαραγωγούς ότι από 4,7 ευρώ ανά κιλό που λάμβαναν ως επιδότηση, τώρα η επιδότηση που θα λάβουν στην καλύτερη περίπτωση φτάνει μέχρι το 1,5 ευρώ. «Για αυτές τις επιλογές δεν ευθύνεται η βιομηχανία. Οι μεταποιητικές εταιρίες δώσαμε διαφορετικές τιμές που κυμαίνονται από 0,25-0,30 ευρώ για το ροδάκινο, κάτι που αντιστοιχεί σε αύξηση περίπου 17% σε σχέση με πέρυσι. Αντιθέτως, οι τιμές για το βερίκοκο φτάνουν στα 0,43 ευρώ». Ο ίδιος εκτίμησε ότι η αλλαγή αυτή επηρεάζει ιδιαίτερα τους μικρούς παραγωγούς, οι οποίοι θα πρέπει να αναπτύξουν τα στρέμματα που έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου οι καλλιέργειές τους, υπό το νέο καθεστώς επιδότησης, να είναι πιο προσοδοφόρες.
ΕΓΚΛΩΒΙΣΜΟΣ
Το ισχυρό ευρωπαϊκό νόμισμα έχει σημαντικές επιπτώσεις στις εξαγωγές μεταποιητικών προϊόντων, καθώς αυτομάτως όλες οι ευρωπαϊκές μεταποιητικές βιομηχανίες καθίστανται «ακριβές» για τις χώρες που εμπορεύονται σε δολάρια. «Είμαστε εγκλωβισμένοι εντός της Ε.Ε., τουλάχιστον προς το παρόν», σημείωσε ο κ.Τσαγκούλης. Ο ίδιος επισήμανε ότι εκτός από το ισχυρό ευρώ, οι Έλληνες κονσερβοποιοί και μεταποιητές έχουν να αντιμετωπίσουν και τον ανταγωνισμό από τους Ισπανούς, οι οποίοι σταθερά την τελευταία δεκαετία έχουν εισχωρήσει και στις αγορές πυρηνόκαρπων (και όχι μόνο). «Είναι πολύ σημαντικό για μας να υπάρχουν Έλληνες παραγωγοί ροδάκινων και βερίκοκων –και ακόμη καλύτερο η παραγωγή να είναι δίπλα μας. Το προτιμούμε. Παραγωγοί και βιομηχανία πάνε χέρι-χέρι», σημείωσε ο κ.Τσαγκούλης. Να σημειωθεί ότι η Intercomm Foods έχει κατορθώσει να αναρριχηθεί στις κορυφαίες ελληνικές μεταποιητικές βιομηχανίες, σε λιγότερο από μια δεκαετία, έχοντας σημαντική παρουσία στις αγορές του εξωτερικού.