Την πρόθεση να «τηρήσουν το νόμο» σε ό,τι αφορά στους καταχρηστικούς όρους των δανειακών συμβάσεων και στην έκδοση πιστωτικών καρτών, εκδηλώνουν όψιμα οι τραπεζίτες, επιδιώκοντας να αποτρέψουν αγωγές καταναλωτών για διεκδίκηση χρημάτων.Με δεδομένη την απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας που βάζει φρένο στις προθέσεις τους να βάζουν στα συμβόλαια τα «ψιλά γράμματα», τα οποία συνεχίζουν να μπαίνουν, επειδή η απόφαση δεν έχει ακόμη καθαρογραφεί, οι τραπεζικοί δεσμεύτηκαν μόλις προχθές στον υπουργό Ανάπτυξης ότι ο νόμος θα τηρηθεί. Την ίδια στιγμή ο κ. Χατζηδάκης τους «απείλησε» λέγοντας ότι «η κυβέρνηση δεν θα μείνει απαθής στο βαθμό που δεν εφαρμόζεται ο νόμος…»!
Η ουσία είναι ότι οι δικαστικές αποφάσεις αποφάσεις που απαγορεύουν την είσπραξη προμηθειών και την επιβολή εξόδων, τόσο στις καταθέσεις, όσο και στις χορηγήσεις παραμένουν για τις τράπεζες… «ψιλά γράμματα». Υπό το πρίσμα αυτό θα έχουν ιδιαίτερη σημασία οι απόψεις και οι θέσεις του προέδρου της γενικής ομοσπονδίας του ΙΝΚΑ κ. Γιώργου Λεχουρίτη, που θα βρίσκεται σήμερα στη Λάρισα σε εκδήλωση της Κίνησης Πολιτών Δανειοληπτών στη 1 το μεσημέρι στο «Φρούριο».
Αλλά ας δούμε όμως τι υπαγορεύει η απόφαση του ΥΠΑΝ, την οποία προσέβαλαν χωρίς αποτέλεσμα στο ΣτΕ οι τραπεζίτες και τί χρεώνουν σήμερα οι τράπεζες.
ΤΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ
Με βάση το θεσμικό πλαίσιο, που δημιούργησαν η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή και το ΥΠΑΝ, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, απαγορεύεται κατά τη διενέργεια συναλλαγών τους με καταναλωτές, να εισπράττουν ποσά τα οποία αφορούν:
* Σε συμβάσεις στεγαστικών δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου
- Στην είσπραξη εξόδων χρηματοδότησης, προέγκρισης δανείων ή εξέτασης αιτήματος δανείου, ανάλογα με το ποσό του δανείου.
- Στην προμήθεια ή έξοδα φακέλου.
- Στην καταγγελία της δανειακής σύμβασης και την αναζήτηση του συνόλου του ανεξόφλητου ποσού με τους αναλογούντες τόκους υπερημερίας, σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οποιασδήποτε δόσης ή μέρους αυτής ή των τόκων.
- Στην εκχώρηση και μεταβίβαση στην τράπεζα των ενοικίων ακινήτου, ως πρόσθετη ασφάλεια, εφόσον η τράπεζα απαιτεί επιπλέον από τον καταναλωτή να εγγράψει, υπέρ αυτής, προσημείωση για ποσό που υπερκαλύπτει το ύψος του δανείου, και, επιπροσθέτως, εγγυάται για το δάνειο αυτό και κάποιο άλλο πρόσωπο.
- Στην καταβολή ποινής προεξόφλησης.
- Στον υπολογισμό τόκων με βάση τις 360 και όχι τις 365 ημέρες.
- Στην παραίτηση του εγγυητή από νόμιμα δικαιώματά του.
* Σε συμβάσεις χορήγησης πιστωτικών καρτών
- στην επιβολή προμήθειας σε περίπτωση που ο καταναλωτής κάνει ανάληψη μετρητών με τη μορφή δανείου από πιστωτική κάρτα.
- Στην αυθαίρετη και αναιτιολόγητη αύξηση του επιτοκίου στις πιστωτικές κάρτες, χωρίς να το προσδιορίζει επακριβώς, να το συνδέει και να το προσαρμόζει με επιτόκιο αναφοράς, π.χ. Euribor ή επιτόκιο ΕΚΤ.
- Στην αναγκαστική επιβολή πρόσθετων χρεώσεων και οφειλών από πιστωτική κάρτα, ακόμα και αν ο καταναλωτής δεν αντιδράσει εγκαίρως και σύμφωνα με τις προθεσμίες που του έχει τάξει η τράπεζα.
- Στη μονομερή αναπροσαρμογή της ετήσιας συνδρομής πιστωτικής κάρτας, χωρίς, προηγουμένως, να ενημερώνεται ο κάτοχος - καταναλωτής.
- Στην παρακράτηση προμήθειας ή επιβολής εξόδων για τη χορήγηση βεβαίωσης οφειλών.
- Στην απροειδοποίητη ή αναιτιολόγητη καταγγελία, εκ μέρους της τράπεζας, της σύμβασης πίστωσης ή στη μονομερή απαγόρευση χρήσης της κάρτας, ή στη μονομερή τροποποίηση οποιουδήποτε όρου της σύμβασης.
* Σε συμβάσεις λογαριασμού κατάθεσης
- Στην επιβολή χρεώσεων σε λογαριασμούς με καταθέσεις χρημάτων, κάτω από το όριο που η ίδια η τράπεζα καθορίζει.
Όλα αυτά πρέπει να μη κάνουν οι τράπεζες. Όμως τι γίνεται; Σήμερα οι περισσότερες τράπεζες έχουν αρχίσει να εισπράττουν και πάλι έξοδα φακέλου στα στεγαστικά -πέρα από τα έξοδα τεχνικού και νομικού ελέγχου -, να χρεώνουν ένα ποσό για την εξέταση του αιτήματος ή την προέγκριση του δανείου, να επιβάλλουν «χαράτσι» σε αδρανείς καταθετικούς λογαριασμούς ή στην κατάθεση σε λογαριασμού τρίτου. Έτσι ενεργοποίησαν και πάλι μία σίγουρη πηγή εσόδων επειδή οι δυσμενείς οικονομικές συνθήκες συμπίεσαν τα κέρδη τους…
Ως εκ τούτου τα έξοδα φακέλου στα στεγαστικά δάνεια ανάλογα με το ύψος τους μπορούν να ξεπεράσουν τα 1.000 ευρώ, η έγκριση καταναλωτικού δανείου να φτάσει τα 200 ευρώ, η χρέωση για την ανάληψη μετρητών από πιστωτική κάρτα να στοιχίσει έως και 25 ευρώ, ενώ έως 1,5 ευρώ θα χρεωθεί η κατάθεση σε λογαριασμό τρίτου και 1 ευρώ οι αναλήψεις στο γκισέ.
Έτσι λοιπόν, άλλα υπαγορεύουν υπουργικές αποφάσεις, αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις και κοινοτικές οδηγίες για την προστασία των καταναλωτών και άλλα ισχύουν στην πράξη.
ΤΙ ΧΡΕΩΝΟΥΝ ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ
Αλλά ας δούμε τι ισχύει αναλυτικά σε κάθε κατηγορία.
* Σε λογαριασμούς καταθέσεων:
- Η κατάθεση σε λογαριασμό τρίτου χρεώνεται από 0,30 ευρώ μέχρι και 1,5 ευρώ.
- Η μεταφορά από λογαριασμό σε λογαριασμό όταν ο δικαιούχος είναι διαφορετικό πρόσωπο χρεώνεται από 0,30 ευρώ μέχρι 1,5 ευρώ.
- Υπάρχουν τράπεζες που χρεώνουν με 1 ευρώ την κάθε επιπλέον κίνηση στο γκισέ (αν ο δικαιούχος υπερβεί το όριο που θέτει η κάθε τράπεζα, συνήθως 4 συναλλαγές το μήνα).
- Η ανάληψη μετρητών από ΑΤΜ, με χρέωση του αποταμιευτικού λογαριασμού επίσης χρεώνεται αν γίνει από δίκτυο άλλης τράπεζας από 1 μέχρι 3,5 ευρώ.
- Η ερώτηση υπολοίπου (μέσω ΑΤΜ άλλων τραπεζών) χρεώνεται συνήθως από 0,15 μέχρι 0,5 ευρώ.
* Στις πιστωτικές κάρτες:
- Υπάρχουν τράπεζες που εισπράττουν προμήθεια για την ανάληψη μετρητών από ΑΤΜ. Και αυτό τη στιγμή που στην ιστοσελίδα της ΤτΕ υπάρχει η επισήμανση ότι η συγκεκριμένη προμήθεια έχει απαγορευθεί με την υπουργική απόφαση Ζ1-798/2008. Το ύψος της προμήθειας φτάνει και τα 25 ευρώ ( ανάλογα με το ποσό ανάληψης).
* Στα στεγαστικά δάνεια:
- Έξοδα για την εξέταση και έγκριση της αίτησης επιβάλλονται από όλες τις τράπεζες και ανάλογα με την πολιτική που ακολουθεί η κάθε μία κυμαίνονται από τα 200 ευρώ μέχρι τα 2.000 ευρώ.
- Επιπλέον εισπράττονται έξοδα τεχνικού ελέγχου που ξεκινούν από τα 90 ευρώ και φτάνουν τα 300 ευρώ.
- Έξοδα εισπράττονται και για το νομικό έλεγχο τίτλων (και την παράσταση του δικηγόρου για εγγραφή προσημείωσης), που ξεκινούν από τα 250 ευρώ και φτάνουν στα 600 ευρώ.
* Στα καταναλωτικά δάνεια:
- Οι τράπεζες χρεώνουν έξοδα εξέτασης και έγκρισης του αιτήματος. Ανάλογα με την πολιτική που ακολουθεί η κάθε μία οι τιμές παίζουν από τα 60 ευρώ μέχρι τα 200 ευρώ.