Με τη διαπίστωση ότι η ΕΕ υφίσταται ακόμα μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο, τις συνέπειες της βαθύτερης και πιο εκτεταμένης ύφεσης της μεταπολεμικής εποχής, οι ευρωπαίοι ηγέτες, ξεκινούν τα συμπεράσματά τους σχετικά με την οικονομική, χρηματοπιστωτική και κοινωνική κατάσταση στην ΕΕ.
Αναφερόμενοι στα μέτρα για τον περιορισμό των επιπτώσεων από την κρίση, οι «27» υπενθυμίζουν ότι το ευρωπαϊκό σχέδιο για την ανάκαμψη της οικονομίας προβλέπει για την ΕΕ, συνολική δημοσιονομική στήριξη που αντιστοιχεί περίπου στο 5% του ΑΕΠ το 2009 και 2010.
Οι ευρωπαίοι ηγέτες υπογραμμίζουν, επίσης, την προσήλωσή τους σε υγιή δημόσια οικονομικά, καθώς και στο Σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης. Τονίζουν, ακόμη, ότι δεν δικαιολογείται περαιτέρω δημοσιονομική ώθηση και ότι η προσοχή των κρατών μελών θα πρέπει να στραφεί στην εξυγίανση, συμβαδίζοντας με την οικονομική ανάκαμψη. Προς το σκοπό αυτό οι "27" τονίζουν την ανάγκη να εφαρμοστεί μια στρατηγική εξόδου από την κρίση, μέσω της βελτίωσης του μεσοπρόθεσμου φορολογικού πλαισίου και μέσω συντονισμένων μεσοπρόθεσμων οικονομικών πολιτικών.
Σε ό,τι αφορά τις χρηματοπιστωτικές αγορές, οι ευρωπαίοι ηγέτες διαπιστώνουν ότι το περιβάλλον λειτουργίας τους παραμένει προβληματικό και ότι οι χορηγήσεις πιστώσεων εξακολουθούν να είναι συγκρατημένες.
Για το λόγο αυτό το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζητεί να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος στην εποπτεία και ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών, υποστηρίζοντας την πρόταση της Επιτροπής για τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικών Κινδύνων (ΕΣΣΚ) που θα παρακολουθεί και θα εκτιμά δυνητικές απειλές κατά της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Σύμφωνα με την πρόταση της Επιτροπής, αν χρειαστεί, το ΕΣΣΚ, ο πρόεδρος του οποίου θα εκλέγεται από τα μέλη του Γενικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, θα προειδοποιεί και θα εκδίδει συστάσεις για δράση και θα παρακολουθεί την εφαρμογή τους.
Επιπλέον, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συνιστά να συσταθεί ένα Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας, το οποίο θα περιλαμβάνει τρεις νέες ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές. Ο ρόλος των εποπτικών αρχών θα είναι η αναβάθμιση της ποιότητας και της συνοχής της εθνικής εποπτείας, η ενίσχυση της επιτήρησης διασυνοριακών ομίλων μέσω της ολοκλήρωσης της σύστασης σωμάτων εποπτών και η εκπόνηση Ευρωπαϊκού ενιαίου εγχειριδίου κανόνων που θα εφαρμόζεται σε όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Ενιαίας Αγοράς.
Ωστόσο, αναγνωρίζοντας τις δυνητικές ή ενδεχόμενες ευθύνες που μπορεί να προκύψουν για τα κράτη - μέλη, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σημειώνει ότι οι αποφάσεις που θα λαμβάνονται από τις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να θίγουν τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες των κρατών μελών.
Οι «27» τονίζουν, επίσης, ότι οι κυβερνήσεις οφείλουν να τελούν εν εγρηγόρσει, ενόψει των νέων μέτρων που ενδέχεται να χρειαστούν για την ανακεφαλαιοποίηση ή για την αποκάθαρση των ισολογισμών, ξεκαθαρίζοντας, ωστόσο, ότι όλες οι ενέργειες πρέπει να συμβαδίζουν με τις αρχές της ενιαίας αγοράς και να διασφαλίζουν ισότιμους όρους ανταγωνισμού.
Οι νομοθετικές προτάσεις για τη θέσπιση ενός νέου πλαισίου για την εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα στην ΕΕ, θα πρέπει να υποβληθούν το αργότερο έως τις αρχές του φθινοπώρου, έτσι ώστε το θέμα να επανεξεταστεί στη Σύνοδο του φετινού Οκτωβρίου.
Όσο για την απασχόληση οι «27» επικεντρώνουν την προσοχή των κρατών – μελών και της Επιτροπής σε τρία σημεία:
(α) Στη διατήρηση των θέσεων εργασίας και τη δημιουργία νέων θέσεων, καθώς και στην προώθηση της κινητικότητας.
(β) στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων και την προσαρμογή στις ανάγκες της αγοράς εργασίας και
(γ) στην αύξηση των δυνατοτήτων πρόσβασης στην απασχόληση.
Οι ευρωπαίοι ηγέτες καταλήγουν τονίζοντας ότι «υπό τις παρούσεες συνθήκες η ευελιξία με ασφάλεια αποτελεί σημαντικό εργαλείο για τον εκσυγχρονισμό και την προώθηση της προσαρμοστικότητας των αγορών εργασίας».