Στα επίπεδα των 42-44 λεπτών ανά κυβικό μέτρο διαμορφώνεται η χρέωση για το φυσικό αέριο για το φετινό Οκτώβριο, μειωμένη κατά περίπου 20% σε σχέση με τον Σεπτέμβριο και κατά 35% σε σχέση με τον περασμένο Ιανουάριο. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΠΑ Θεσσαλίας, οι τιμές αναμένεται να κινηθούν σε αυτά τα επίπεδα για το επόμενο τρίμηνο, μέχρι τον Ιανουάριο περίπου, οπότε και ενσωματώνονται οι διακυμάνσεις των διεθνών τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου στα τιμολόγια της εταιρίας. Πάντως, οι τιμές είναι δραστικά μειωμένες σε σχέση με την έναρξη της περσινής σεζόν, οπότε και η εκρηκτική άνοδος είχε προκαλέσει την έντονη αντίδραση των καταναλωτών.
Η καθοδική πορεία των τιμών (στα τιμολόγια της ΕΠΑ Θεσσαλίας) είχε ξεκινήσει από τον περασμένο Ιανουάριο, οπότε και η χρέωση του κυβικού μέτρου φυσικού αερίου είχε διαμορφωθεί στα 64-66 λεπτά. Οι τιμές συνέχισαν να διολισθαίνουν μέχρι και τον Μάιο, οπότε και η άνοδος στις διεθνείς τιμές, πολύ πιο ομαλή, σε σχέση με την άνοιξη-καλοκαίρι του 2008, επηρέασε προς τα πάνω και τα εγχώρια τιμολόγια, αλλά καταφανώς σε μια περίοδο που οι καταναλώσεις ήταν πολύ μικρές. Μέχρι και τον προηγούμενο μήνα Σεπτέμβριο, οι τιμές ακολούθησαν ανοδική πορεία. Τον Σεπτέμβριο, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της ΕΠΑ Θεσσαλίας, οι τιμές διαμορφώθηκαν στα επίπεδα των 52-53 λεπτών ανά κ.μ. αερίου και να υποχωρήσουν τον τρέχοντα μήνα Οκτώβριο κατά δέκα λεπτά περίπου. Να τονιστεί ότι οι συγκρίσεις αφορούν στα τιμολόγια Τ2 (αυτόνομη/ανεξάρτητη θέρμανση) και Τ3 (κεντρική θέρμανση/εμπορική χρήση).
ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ
Όπως αναφέρει ο διευθυντής Εμπορικών Δραστηριοτήτων ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και Θεσσαλίας, Λεωνίδας Μπακούρας, σύμφωνα με τις τρέχουσες διεθνείς τιμές των πετρελαιοειδών η τιμή του φυσικού αερίου αναμένεται να είναι ανταγωνιστική κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών του 2009, σε σύγκριση με τις τιμές των άλλων ενεργειακών προϊόντων και ειδικά με το πετρέλαιο θέρμανσης, ειδικά από τον μήνα Οκτώβριο, οπότε πρόκειται να ξεκινήσει η μεγάλη κατανάλωση από τους οικιακούς χρήστες. Η εταιρία επισημαίνει ακόμη ότι, αναφορικά με τα προηγούμενα έτη, από το 2005 έως και το 2008, ανεξαρτήτως των αυξομειώσεων της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης, το κόστος χρήσης του φυσικού αερίου για θέρμανση στη Θεσσαλία ήταν σημαντικά φθηνότερο από το πετρέλαιο θέρμανσης, εφ΄ όσον η σύγκριση των δύο προϊόντων δεν γίνεται σε μηνιαία βάση, αλλά σε βάθος χρόνου -η εξοικονόμηση σε σχέση με το πετρέλαιο θέρμανσης θα συνεχιστεί και το τρέχον έτος, λέει η εταιρία.
Πάντως, οι καταναλωτές θα πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου (αργού και brent) κινούνται ανοδικά αυτό το διάστημα, εξέλιξη που θα εμφανιστεί στα τιμολόγια και του φυσικού αερίου με καθυστέρηση τριών μηνών περίπου.
ΣΥΝΔΕΣΕΙΣ-ΔΙΚΤΥΟ
Ως το τέλος Σεπτεμβρίου 2009, οι αποκτημένοι πελάτες ανέρχονται σε 39.052, ενώ αναμένεται το 2013 να ανέλθουν σε 62.098. Η κατανάλωση του φυσικού αερίου στη Θεσσαλία από 103,7 εκατ. κυβικά το έτος 2008 αναμένεται να ξεπεράσει τα 154 εκ. κυβικά το έτος 2013, καλύπτοντας όλους τους δυνατούς τομείς κατανάλωσης (οικιακό, τριτογενή, βιομηχανία). Η διείσδυση του φυσικού αερίου θεωρείται ικανοποιητική σε ό,τι αφορά στην οικιακή χρήση για θέρμανση και ζεστό νερό, ενώ παρουσιάζει σημαντικά περιθώρια ανόδου στον τομέα του κλιματισμού και της συμπαραγωγής, λαμβάνοντας υπόψη ότι στη χώρα μας προσφέρονται οι κατάλληλες κλιματολογικές και ενεργειακές συνθήκες για να διαδοθούν ευρέως οι νέες χρήσεις. Οι πωλήσεις του φυσικού αερίου έως και το τέλος Σεπτεμβρίου 2009 ανέρχονται σε 77,89 εκατ. κυβικά μέτρα.
Έως και το τέλος Σεπτεμβρίου 2009 έχουν κατασκευαστεί 658 χλμ. δικτύου φυσικού αερίου (65 χλμ. αγωγών χάλυβα (μέση πίεση - 19 bar) και 593 χλμ. αγωγών πολυαιθυλενίου (χαμηλή πίεση - 4 bar), καλύπτοντας σε ικανοποιητικό βαθμό τα πολεοδομικά συγκροτήματα της Λάρισας, του Βόλου και της Ν. Ιωνίας. Το πενταετές επιχειρησιακό πρόγραμμα της εταιρίας προβλέπει συνέχεια στην ανάπτυξη του δικτύου και την εξυπηρέτηση των καταναλωτών, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη και κάλυψη με δίκτυο στη Δυτική Θεσσαλία (Καρδίτσα και Τρίκαλα), αλλά και στην κάλυψη μεγαλύτερου μήκους οδών στους υπόλοιπους δήμους ανάλογα με τη ζήτηση.