Νέα επιδείνωση του οικονομικού κλίματος, κυρίως λόγω περαιτέρω εξασθένισης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης στην Ελλάδα καταγράφει η έρευνα οικονομικής συγκυρίας που δημοσιοποιεί το ΙΟΒΕ. Συγκεκριμένα ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ελλάδα, σε αντίθεση και πάλι με την πλειονότητα των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών, επιδεινώνεται για δεύτερο συνεχή μήνα με το δείκτη να διαμορφώνεται στις 64,2 από τις 66,4 μονάδες τον Νοέμβριο, παραμένοντας ωστόσο υψηλότερα του φετινού μέσου όρου (56,9 μονάδες). Η υποχώρηση του Δεκεμβρίου εκπορεύεται πρωτίστως από τη συνέχιση της διόρθωσης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης για δεύτερο συνεχή μήνα, και δευτερευόντως από τη μείωση των προσδοκιών στο Λιανικό Εμπόριο.
Όπως τονίζει το ΙΟΒΕ, η έντονη αναθέρμανση των προσδοκιών καταναλωτών και επιχειρήσεων κατά την προεκλογική περίοδο, προσαρμόζεται πλέον στο διαμορφούμενο περιβάλλον και σε μία περίοδο κατά την οποία δημιουργούνται ταυτόχρονα συνθήκες αυστηρής επιτήρησης της ελληνικής οικονομίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και της συνακόλουθης σφιχτής εισοδηματικής πολιτικής στο επόμενο διάστημα. Στους υπόλοιπους τομείς, οι προσδοκίες επιδεινώνονται στη Βιομηχανία, και στις Κατασκευές, ενώ σχεδόν αμετάβλητη είναι η εικόνα στις υπηρεσίες.
ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ
Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης σημειώνει τον Δεκέμβριο νέα υποχώρηση οκτώ μονάδων και διαμορφώνεται στις -44 μονάδες, ελαφρώς υψηλότερα του φετινού μέσου όρου, αλλά σημαντικά χαμηλότερα των αντίστοιχων ευρωπαϊκών επιδόσεων, οι οποίοι σημειώνουν οριακή άνοδο (στις -14 και -16 μονάδες αντίστοιχα σε ΕΕ και Ευρωζώνη). Στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, οι προσδοκίες των καταναλωτών επιδεινώνονται σε ακόμη οκτώ χώρες, μεταξύ των οποίων και το Ην. Βασίλειο, το Βέλγιο, η Κύπρος, η Πορτογαλία και η Σουηδία, ενώ ο ελληνικός δείκτης παραμένει ανάμεσα στους χαμηλότερους της ΕΕ, στην 22η θέση. Αν και, η διόρθωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης για δεύτερο μήνα μετά την άνοδο των προσδοκιών προεκλογικά παρατηρείται διαχρονικά ως μια συστηματική μετεκλογική εξέλιξη, θα πρέπει ένα μέρος της επιδείνωσης να αποδοθεί και στην αβεβαιότητα που δημιουργούν οι εξαγγελίες για τα νέα φορολογικά και δημοσιονομικά μέτρα, ο ταχύς προσδιορισμός των οποίων θα επιτρέψει γρηγορότερη προσαρμογή της καταναλωτικής συμπεριφοράς στα νέα δεδομένα. Στις προβλέψεις και τις εκτιμήσεις που διαμορφώνουν το δείκτη, καταγράφεται υποχώρηση από 5 έως 7 μονάδες, ενώ η ανασφάλεια των καταναλωτών για την εξέλιξη της ανεργίας επανέρχεται στο προσκήνιο, αφού ο σχετικός δείκτης ο οποίος βελτιωνόταν τους τελευταίους μήνες, χειροτερεύει από τον προηγούμενο μήνα.
Μεταξύ άλλων οι προβλέψεις των Ελλήνων καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους προσεχείς 12 μήνες καταγράφουν σημαντική υποχώρηση 7 μονάδων τον Δεκέμβριο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -21 μονάδες. Το 13% (από 19%) των ελληνικών νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή βελτίωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 44% (από 38%) προβλέπει επιδείνωση ή σημαντική επιδείνωση.
Σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της ανεργίας τους προσεχείς 12 μήνες, μετά την κατακόρυφη άνοδο τον Νοέμβριο, διευρύνονται περαιτέρω τον Δεκέμβριο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται 5 μονάδες υψηλότερα, στις +62. Σχεδόν ομόφωνα (84% από 81%) τα νοικοκυριά αναμένουν ελαφρά ή αισθητή ενίσχυση της ανεργίας το επόμενο 12-μηνο, ενώ μόλις το 5% (από 7%) περιμένει ελαφρά ή αισθητή μείωση. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώνονται σε υψηλά επίπεδα, αλλά χαμηλότερα σε σχέση με τον ελληνικό, στις +44 και +46 μονάδες αντίστοιχα.
Παράλληλα οι εκτιμήσεις των καταναλωτών για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους, υποδηλώνουν οριακή υποχώρηση του ποσοστού που αποταμιεύει λίγο ή πολύ, στο 25%, ενώ αυξάνεται στο 52% (από 49%) το ποσοστό εκείνων που αναφέρουν ότι «μόλις τα βγάζουν πέρα». Όσοι δηλώνουν ότι έχουν χρεωθεί παραμένουν στο 9-10%, ενώ το ποσοστό εκείνων που δηλώνουν ότι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους περιορίζεται οριακά στο 13%.
Τέλος στην ευρωζώνη και την ΕΕ το οικονομικό κλίμα συνεχίζει να βελτιώνεται ολοκληρώνοντας έτσι εννέα μήνες συνεχούς βελτίωσης. Ο δείκτης αυξάνεται σε σχέση με τον Νοέμβριο κατά 4,1 μονάδες στην Ε.Ε. και 2,5 μονάδες στην Ευρωζώνη και διαμορφώνεται στις 92,0 και 91,3 μονάδες αντίστοιχα, παραμένοντας ωστόσο ακόμη χαμηλότερα του μακροχρόνιου μέσου όρου του.