Στο επίκεντρο του ελέγχου της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή βρίσκεται, μετά από πρόσφατες καταγγελίες καταναλωτών, η πρακτική πιστωτικών ιδρυμάτων να προβαίνουν μονομερώς σε μερική ή πλήρη ανάληψη του μισθού ή της σύνταξης που κατατίθεται στους τηρούμενους σε αυτά λογαριασμούς μισθοδοσίας και συντάξεων, για την εξόφληση οφειλών από δάνεια ή πιστωτικές κάρτες.
Η ανάληψη γίνεται χωρίς να υπάρχει ειδική εντολή του κατόχου του λογαριασμού, συνήθως αμέσως μόλις κατατίθεται ο μισθός ή η σύνταξη, με αποτέλεσμα να μην μπορεί ο καταναλωτής να εισπράξει και να διαχειριστεί (όλο) το ποσόν του μισθού του ή της σύνταξής του για την κάλυψη των βασικών του βιοτικών αναγκών.
Τα πιστωτικά ιδρύματα δικαιολογούν την εν λόγω πρακτική τους με την επίκληση όρων που εμπεριέχονται στα «ψιλά γράμματα» συμβάσεων ανοίγματος λογαριασμού κατάθεσης ή πιστωτικών συμβάσεων, που τους επιτρέπουν να προβαίνουν σε αναλήψεις «γενικώς και αορίστως» από λογαριασμούς των καταναλωτών για την εξόφληση των οφειλών τους προς αυτά. Πρόκειται, ωστόσο, για προδιατυπωμένους όρους που χαρακτηρίζονται συχνά από αδιαφάνεια και αιφνιδιάζουν τους καταναλωτές, οι οποίοι, άλλωστε, δεν έχουν τη δυνατότητα να τους διαπραγματευτούν.
Επισημαίνεται ότι η νομοθεσία απαγορεύει την κατάσχεση απαιτήσεων μισθών ή συντάξεων. Απαγορεύει, όμως, και την κατάσχεση από λογαριασμούς μισθοδοσίας ποσού ίσου με έναν τουλάχιστο μισθό ή μία σύνταξη (άρθρο 982 παρ. 3 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας). Η προστασία αυτή υπαγορεύθηκε από το γεγονός ότι πλέον οι καταβολές μισθών και συντάξεων γίνονται συνήθως μέσω των τραπεζών.
Η θέσπιση όρων που επιτρέπουν την ανάληψη του μισθού ή της σύνταξης από το λογαριασμό, πριν ουσιαστικά το ποσόν αυτό περιέλθει σε χρήση του καταναλωτή, υπονομεύει την κατοχυρωμένη προστασία του μισθού και της σύνταξης. Για το λόγο αυτό, συμφωνίες με τη μορφή προδιατυπωμένων και αδιαπραγμάτευτων όρων που επιτρέπουν χωρίς περιορισμούς τη μονομερή ανάληψη και του τελευταίου μισθού ή σύνταξης ελέγχονται στο πλαίσιο των διατάξεων του νόμου 2251/94 για τους καταχρηστικούς όρους.
Ο Γενικός Γραμματέας Καταναλωτή, Δημήτρης Σπυράκος, δήλωσε: «Δεν επιτρέπεται σε κανέναν να αποστερεί ή να δυσχεραίνει, με οποιονδήποτε άμεσο ή έμμεσο τρόπο, την πρόσβαση των εργαζομένων και συνταξιούχων στο μισθό και τη σύνταξή τους. Η Γενική Γραμματεία έχει κινήσει ήδη όλες τις σχετικές διαδικασίες για τον έλεγχο και την αντιμετώπιση των παραπάνω πρακτικών».