Σε ανακοίνωση που εξέδωσε χθες το ΕΒΕΑ αναφορικά με το σχέδιο νόμου «Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, αναδιάρθρωση των φορολογικών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών» αναφέρει πως το νομοσχέδιο που έθεσε σε δημόσια διαβούλευση το υπουργείο δεν πετυχαίνει να υπηρετήσει ουσιαστικά το μεγάλο εθνικό στόχο της αναθέρμανσης και της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, παρά το γεγονός ότι περιέχει μια σειρά από ρυθμίσεις προς τη σωστή κατεύθυνση.
« Δυστυχώς, το νέο φορολογικό νομοσχέδιο αποτελεί μια ακόμη επιβεβαίωση της λανθασμένης φορολογικής πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση. Μιας πολιτικής, η οποία υπηρετεί εισπρακτικούς και όχι αναπτυξιακούς στόχους. Μιας πολιτικής που δεν καταφέρνει να δώσει ώθηση και προοπτική στην ελληνική οικονομία», δηλώνει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ.
Το ΕΒΕΑ εστιάζει στη γενική αρχή που εισάγεται με το νομοσχέδιο, σύμφωνα με την οποία τα φορολογικά ελεγκτικά όργανα δεν δεσμεύονται από τους δηλούμενους νομικούς χαρακτηρισμούς ή πράξεις που αποσκοπούν σε γραμματική ερμηνεία των διατάξεων που μέχρι σήμερα αποτελεί βασική διάταξη.
«Επειδή ούτε λίγο ούτε πολύ το άρθρο αυτό εισάγει στην ουσία την υποκειμενική κρίση του ελεγκτή δημιουργώντας εκ νέου κινδύνους για συναλλαγές, το υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει άμεσα να επανεξετάσει το συγκεκριμένο άρθρο» τόνισε ο κ. Μίχαλος.
Ειδικότερα, οι παρατηρήσεις του ΕΒΕΑ επί του νομοσχεδίου είναι οι ακόλουθες:
Η επιβολή ποινών φυλάκισης για ληξιπρόθεσμα χρέη και μη καταβολή ΦΠΑ, είναι ένα μέτρο υπερβολικά σκληρό και ανεφάρμοστο, σε μια περίοδο κρίσης και βαθιάς οικονομικής ύφεσης. Αυτό ισχύει ειδικά στην περίπτωση των προβλεπόμενων ποινών για ποσά της τάξης των 5.000 και 10.000 ευρώ.
Οι προβλέψεις του νομοσχεδίου, όσον αφορά τη φορολογία νομικών προσώπων και μερισμάτων, σε καμία περίπτωση δεν ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων και της ελληνικής οικονομίας. Ειδικά μάλιστα, σε μια περίοδο όπου η χώρα μας έχει άμεση ανάγκη από επενδύσεις και επιστροφή σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Δεν συμφωνεί με την αύξηση του ποσοστού προβεβαίωσης από 25% σε 50%, σε περίπτωση προσφυγής στα δικαστήρια για φορολογικές διαφορές. Θεωρούμε ότι πρόκειται για λύση εκβιασμού, που υπονομεύει τη σχέση ισότητας μεταξύ κράτους και φορολογουμένων.
Χαρακτηρίζει θετικό το μέτρο της θέσπισης Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, εφόσον αυτό θα συμβάλει στον καλύτερο συντονισμό των συναρμόδιων αρχών και στην ταχύτερη διερεύνηση των οικονομικών εγκλημάτων.
Θεωρεί ότι η πρόβλεψη για έλεγχο κατά προτεραιότητα για δηλούμενα χαμηλά εισοδήματα είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Θα πρέπει όμως να εφαρμοστεί για όλα τα επαγγέλματα και όχι για συγκεκριμένους κλάδους, οι οποίοι θα στοχοποιηθούν.
Κρίνει επίσης σωστή τη πρόβλεψη για διεξαγωγή των ελέγχων από το γραφείο, ώστε οι έλεγχοι στην έδρα της επιχείρησης να γίνονται μόνο σε περιπτώσεις που αυτό κρίνεται άκρως απαραίτητο.
Στα θετικά του νομοσχεδίου, αναγνωρίζει επίσης την αναδιάρθρωση των φορολογικών και ελεγκτικών υπηρεσιών, την Κεντρική Διοίκηση του Συστήματος Ελέγχων, καθώς και τη Σύσταση Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων στο Υπουργείο Οικονομικών.
Συμφωνεί με τη μη δέσμευση καταθέσεων και μη εφαρμογή ποινικών κυρώσεων, στις περιπτώσεις όπου ο φορολογούμενος που έχει οφειλές και ταυτόχρονα βέβαιες και εκκαθαρισμένες απαιτήσεις κατά του δημοσίου.
Θετικά εκτιμά και το μέτρο που αφορά την ένταξη των ληξιπρόθεσμων χρεών στην κατηγορία των μη εισπράξιμων, ενώ συμφωνεί με την επαναφορά της δυνατότητας καταβολής του ΦΠΑ σε δόσεις.
Για τη σύσταση Σώματος Φορολογικών Διαιτητών, κρίνει ότι είναι ένα μέτρο προς τη σωστή κατεύθυνση.
Θετικά εκφράζεται και για τη προαιρετική χρήση της ηλεκτρονικής κάρτας αποδείξεων, εφόσον μπορεί να διευκολύνει ουσιαστικά την καθημερινότητα επιχειρήσεων και καταναλωτών.