Αγωνιώδη μάχη επιβίωσης δίνουν οι εμπορικές επιχειρήσεις της Λάρισας, καθώς η επιδημία των «λουκέτων» που πλήττει την αγορά συνεχίζεται με αμείωτη ένταση, λόγω της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης και της καθίζησης της αγοραστικής κίνησης.
Σύμφωνα με τα αποκαλυπτικά στοιχεία έρευνας που έδωσε στη δημοσιότητα η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ) χθες, τα λουκέτα στη Λάρισα καταγράφουν ραγδαία αύξηση, με τους πολυσύχναστους εμπορικούς δρόμους να δέχονται το μεγαλύτερο πλήγμα, αφού για παράδειγμα στο κέντρο της πόλης, η αναλογία των κλειστών επιχειρήσεων προς τις ανοιχτές κατέγραψε αύξηση σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο κατά 48%! Μεταξύ των εμπορικών δρόμων μάλιστα υπάρχουν ορισμένοι στους οποίους διαπιστώνονται ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά συγκέντρωσης κλειστών επιχειρήσεων. Ενδεικτικά στην Ασκληπιού το ποσοστό αγγίζει το 24,7%, στη Μανδηλαρά το 27% και στην Πατρόκλου το 26,1%. Αν και οι δρόμοι αυτοί έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά εμπορικής επιχειρηματικότητας (ως προς το ύψος ενοικίων, τον τύπο εμπορίου κα.), αποτελούν παραδοσιακούς εμπορικούς δρόμους της Λάρισας, όπου παρατηρείται ρεκόρ κλειστών επιχειρήσεων.
Εν ολίγοις η «χαρτογράφηση» της αγοράς στην οποία προχώρησε η ΕΣΕΕ σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών (ΙΝΕΜΥ) δεν αφήνει και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Το γενικό συμπέρασμα είναι ιδιαίτερα δυσμενές καθώς μπορεί να γίνει λόγος για “επιδημία λουκέτων” στην αγορά, η οποία συνεχίζεται και αυξάνεται ως «μεταδοτική ασθένεια»...
ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ
Από τις βασικές διαπιστώσεις της έρευνες είναι οι εξής:
* Μετεγκατάσταση/ερήμωση παράδρομων: Παρατηρείται μια μετακίνηση εμπορικών επιχειρήσεων από παρόδους σε κεντρικούς δρόμους των πόλεων. Η κίνηση αυτή ήταν αναμενόμενη λόγω μεγάλης προσφοράς κενών καταστημάτων που βρίσκονται σε εμπορικότερα σημεία, και αντίθετα αποχώρηση επιχειρήσεων από κεντρικούς εμπορικούς δρόμους λόγω υψηλών ενοικίων. Μπορεί δηλαδή να καταγράφεται αύξηση του ποσοστού λουκέτων σε μια περιοχή αλλά ταυτόχρονα όσες επιχειρήσεις συνεχίζουν να λειτουργούν και ήταν εγκατεστημένες σε λιγότερο εμπορικούς δρόμους αποφασίζουν την «μετεγκατάστασή» τους με στόχο την αμεσότερη πρόσβαση στην πελατεία. Το τελευταίο μπορεί να σημαίνει μείωση των κενών καταστημάτων σε συγκεκριμένους όμως δρόμους.
* Περισσότερα λουκέτα στο αστικό κέντρο: Στη Λάρισα το ποσοστό των κλειστών καταστημάτων αν και αυξάνεται δεν ξεπερνά το 20%. Αυτή η διαφορά είναι στατιστικά σημαντική και χρήζει περαιτέρω διερεύνησης και ερμηνείας. Σε πρώτο επίπεδο θα μπορούσε κανείς να αναφέρει τον παραδοσιακό και διαπροσωπικό χαρακτήρα των επιχειρήσεων σε περιφέρειες ως εντονότερο χαρακτηριστικό σε σύγκριση με τις περιοχές του κέντρου. Αυτές οι επιχειρήσεις εξοικειωμένες με τη λογική (εσόδων - εξόδων), χωρίς να έχουν αναλάβει ιδιαίτερα επιχειρηματικά ρίσκα στο παρελθόν και με μεγάλο ποσοστό ιδιόκτητης επαγγελματικής στέγης, φαίνεται ότι έχουν περισσότερες αντοχές ενάντια στη μείωση της ρευστότητας και της καταναλωτικής ζήτησης. Επιπλέον, τα εμπορικά κέντρα των αστικών πόλεων παρακμάζουν εντονότερα, αφού το βιοτικό επίπεδο στην περιφέρεια αντιστέκεται λόγω της μεγαλύτερης συνοχής του κοινωνικού ιστού που σε συνθήκες κρίσης λειτουργεί ως δίχτυ προστασίας.
* Αλλοίωση των χαρακτηριστικών της αγοράς: Σε πολλούς εμπορικούς δρόμους διαπιστώθηκε ότι οι κλειστές επιχειρήσεις αφορούν και άλλους κλάδους της οικονομίας, όπως μεταποίηση, καφετέριες, ανταλλακτικά αυτοκινήτων (ιδίως σε πιάτσες), υπηρεσίες κ.λπ.. Μία τέτοια εξέλιξη έχει ως άμεσο αποτέλεσμα τη στρέβλωση της παραδοσιακής και σύγχρονης εικόνας μίας «αγοράς» σε όλες τις ανεπτυγμένες κοινωνίες. Η ερήμωση δρόμων από τέτοιους είδους επιχειρήσεις, οι οποίες είναι άμεσα συνυφασμένες με τη λειτουργία της τοπικής αγοράς, ακόμα κι αν το εμπόριο σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί και αντιστέκεται, είναι εύλογο ότι άμεσα θα φέρει αλυσιδωτές συνέπειες σε κάθε είδους καταστήματα. Σημαντικότερη συνέπεια αυτών, η ερήμωση του εμπορικού δρόμου, η διάσπαση της κοινωνικής συνοχής και η διαμόρφωση μιας νέας εικόνας για τα ιστορικά εμπορικά κέντρα.
Η εικόνα στην περιοχή της Λάρισας παρουσίασε μικρή αύξηση σε σύγκριση με το προηγούμενο εξάμηνο, αφού το ποσοστό των κλειστών επιχειρήσεων έφτασε το 17,6 % ενώ το προηγούμενο εξάμηνο ήταν 16,5%. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι η περιοχή της Λάρισας στο υπό εξέταση εμπορικό της κομμάτι παρουσιάζει μια ομοιόμορφη κατανομή των κλειστών εμπορικών επιχειρήσεων σε αντίθεση με όλες τις υπόλοιπες εμπορικές περιοχές που εξετάστηκαν.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΕΣΛ
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Λάρισας κ. Γιώργος Τσαπλές τόνισε χαρακτηριστικά «Απ’ ό,τι δείχνουν τα στοιχεία, στη Λάρισα έχουμε αύξηση των λουκέτων κατά μία ποσοστιαία μονάδα σε σύγκριση με το προηγούμενο εξάμηνο. Πολλές επιχειρήσεις αποχωρούν από κεντρικούς εμπορικούς δρόμους λόγω υψηλών ενοικίων και είτε κλείνουν είτε επαναγκαθίστανται σε περιφερειακούς εμπορικούς δρόμους. Το φαινόμενο αυτό αποδεικνύει, ότι πλέον τα ενοίκια δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές δυνατότητες ενός επιχειρηματία. Κρίνω ότι το επόμενο εξάμηνο θα είναι πολύ κρίσιμο για την αγορά και το εμπόριο, ενώ οι επιχειρηματίες οι οποίοι θα αποφασίσουν να διακόψουν τη λειτουργία της επιχείρησής τους θα αυξηθούν σημαντικά ».
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΣΕΕ
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ κ. Βασίλης Κορκίδης προέβη στην ακόλουθη σχετική δήλωση:
«Σκοπός των ερευνών δεν είναι μόνο η επιβεβαίωση μίας οδυνηρής πραγματικότητας την οποία όλοι βιώνουμε τα τελευταία χρόνια. Αυτό είναι κάτι που ο κάθε συνάδελφος μπορεί να κατανοήσει μέσα από την καθημερινή του εμπειρία. Βασικός σκοπός των ερευνών που διεξάγουμε είναι η όσο το δυνατόν ακριβέστερη καταγραφή της κατάστασης που υπάρχει. Είναι σαφές ότι η αποτυχία της πολιτικής που έχει ακολουθηθεί την τελευταία διετία οφείλεται στην στρεβλή εικόνα για την ελληνική οικονομία που είχαν και εξακολουθούν να έχουν οι ιθύνοντες. Υπ' αυτήν την έννοια, έχουμε ευθύνη απέναντι στους συναδέλφους μας να κατερχόμαστε στις διάφορες διαβουλεύσεις και συναντήσεις με τους αρμόδιους φορείς με έγκυρα και αξιόπιστα στοιχεία για την κατάσταση του εμπορίου. Οι έρευνες μας βοηθούν να έχουμε μία ακριβή εικόνα των συνθηκών που επικρατούν, ώστε να καταθέτουμε αναπτυξιακές και τεκμηριωμένες προτάσεις για τη σωτηρία των επιχειρήσεων. Δε μας ενδιαφέρει να καταθέσουμε μία ακόμη ιερεμιάδα για το μέλλον της ελληνικής Μμε επιχειρηματικότητας. Αυτό που θέλουμε και αυτό επιδιώκουμε είναι να έχουμε τον πρώτο λόγο σχετικά με την επόμενη μέρα κάθε συναδέλφου. Η επισήμανση των αστοχιών του παρόντος πρέπει να μας προετοιμάζει για ένα καλύτερο μέλλον».