Συνέντευξη: Μαρία Μίχου
michou@eleftheria.gr
«Πέτρινα» θα είναι τα δύο χρόνια, 2012 και 2013 για την ελληνική οικονομία, επιχειρηματικότητα και την κοινωνία, εκτιμά ο πρόεδρος του Ελληνο-αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, Γιάννος Γραμματίδης. Μιλώντας στην «Ε», με αφορμή την επίσκεψή του στη Λάρισα, ο κ. Γραμματίδης εκτίμησε ότι θα χρειαστεί τουλάχιστον ένα εξάμηνο για να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες ανακεφαλαίωσης των τραπεζών, κάτι που σημαίνει ότι το νωρίτερο που θα μπορέσει να διοχετευτεί ρευστότητα –από τις τράπεζες- προς την αγορά είναι τον Οκτώβριο του 2012. Μέχρι τότε, θα υπάρξουν και άλλα «λουκέτα» και περισσότερο από 1,5 εκατομμύριο άνεργοι στο τέλος του έτους. Θα χρειαστεί να δημιουργηθεί ένα οργανωτικό μεταρρυθμιστικό –ολιγομελές- κυβερνητικό σχήμα που θα ασχοληθεί με την αναδόμηση του δημοσίου τομέα και με την ανάπτυξη-ανταγωνιστικότητα.
Ο κ. Γραμματίδης είπε πως το ενδιαφέρον αμερικανικών εταιριών για υδρογονάνθρακες θα είναι έντονο για την Κρήτη και το Ιόνιο, καθώς τα κοιτάσματα στη δυτική ηπειρωτική χώρα είναι πολύ μικρά σε σχέση με το κόστος εξόρυξής τους, ενώ ανακοίνωσε ότι για τον Ιούνιο προγραμματίζεται, με πρωτοβουλία του ΧΑΑ και σε συνεργασία με το Ελληνο-Αμερικανικό Επιμελητήριο, ένα road-show 250 ελληνικών επιχειρήσεων, εισηγμένων και μη, στη Νέα Υόρκη –«εκτιμώ ότι αυτό θα είναι μια πρωθυπουργική αποστολή, όποιος κι αν είναι ο νέος πρωθυπουργός», είπε.
«Ε»: Είχατε πει, λίγο πριν σχηματιστεί η κυβέρνηση συνεργασίας, ότι το πρώτο που θα πρέπει να κάνει η όποια κυβέρνηση είναι να πει την αλήθεια στον ελληνικό λαό. Έχει, λοιπόν, ειπωθεί η αλήθεια στον ελληνικό λαό;
Γ.Γ.: Όχι. Μακριά και πέρα από κάθε πολιτική τοποθέτηση ή αντιπαράθεση, σε σχέση με το ποιος ευθύνεται για το κατάντημα της ελληνικής οικονομίας, εκείνο που μετρά είναι να εξηγήσει κάποιος με απλά και κατανοητά λόγια στον ελληνικό λαό το πώς φτάσαμε σε αυτή την κατάσταση, να περιγράψει ακριβώς αυτή την κατάσταση της οικονομίας, αλλά και την προοπτική ανάπτυξης για τη χώρα και παράλληλα να του εξηγήσει γιατί φτάσαμε από το Μνημόνιο 1, στο Μεσοπρόθεσμο κι εν συνεχεία στο Μνημόνιο 2, με την καινούρια δανειακή σύμβαση. Η αλληλουχία και η σειρά αυτών των συμβάσεων, που είναι και υποχρεώσεις της χώρας μας, είναι ένα μεγάλο ερωτηματικό για τον ελληνικό λαό. Συνδέεται και με το γεγονός ότι δεν διαπραγματευτήκαμε καθόλου το πρώτο Μνημόνιο και όταν φτάσαμε στο σημείο να διαπραγματευτούμε το δεύτερο Μνημόνιο, είχαμε ήδη αυτοπαγιδευτεί. Διότι δεν είχαμε εφαρμόσει τις υποχρεώσεις μας, δεν είχαμε σεβαστεί τις υποχρεώσεις μας εκ του πρώτου Μνημονίου, με αποτέλεσμα να μην ήμαστε πλέον αξιόπιστοι –κι αυτό δεν βοήθησε την τελική διαπραγμάτευση.
«Ε»: Γιατί συμπεραίνετε ότι δεν διαπραγματευτήκαμε το πρώτο Μνημόνιο;
Γ.Γ: Εάν είχαμε διαπραγματευτεί το πρώτο Μνημόνιο, θα είχαμε συμπεριλάβει διατάξεις και υποχρεώσεις που θα είχαν να κάνουν με την ανάπτυξη της χώρας. Η έννοια της ανάπτυξης είναι παντελώς ξένη στην ορολογία του πρώτου Μνημονίου. Επίσης, διαπραγμάτευση σημαίνει να ζητάς από τον άλλον τη βοήθειά του σε διάφορους τομείς και παράλληλα κι εκείνος να σε διευκολύνει στη δύσκολη στιγμή που βρίσκεσαι. Ναι, διευκόλυναν οι ξένοι με το πρώτο Μνημόνιο, αλλά εμείς δεν ζητήσαμε κάτι παραπάνω από πλευράς τεχνογνωσίας ή για να απελευθερωθούν από τότε τα κονδύλια του ΕΣΠΑ και να μειωθεί από τότε η εθνική συμμετοχή. Πήγαμε «αμαχητί» στο πρώτο Μνημόνιο, δεν εκπληρώσαμε τις υποχρεώσεις που αναλάβαμε και φτάσαμε αυτοπαγιδευμένοι στο δεύτερο Μνημόνιο. Διότι επιλέξαμε, ή εν πάση περιπτώσει, περιοριστήκαμε στην εύκολη διαπραγμάτευση, δηλαδή το πώς θα μειώσουμε μισθούς και συντάξεις –αυτό είναι εύκολο. Και δεν κάναμε το δύσκολο, να συγκρουστούμε με το δημόσιο, να συγκρουστούμε με την πελατειακή βάση των κομμάτων που στελεχώνει το ελληνικό δημόσιο, να μικρύνουμε το δημόσιο, να το κάνουμε ευέλικτο και πιο οικονομικό και πιο ορθολογικά οργανωμένο –και πιο φιλικό στον πολίτη και στην επιχειρηματικότητα.
«Ε»: Και το κενό που θα προέκυπτε, ποιος θα το κάλυπτε; Ο ιδιωτικός τομέας είχε αντιληφθεί το 2010 τι είχε συμβεί, τι συνέβαινε και τι θα συμβεί;
Γ.Γ.: Ο ιδιωτικός τομέας δεν είναι ξεχωριστό κομμάτι, αποκομμένο από τον ελληνικό λαό. Η αλήθεια δεν ελέχθη ούτε στον επιχειρηματικό κόσμο. Αυτό που υποστηρίζουμε πάντα είναι ότι θα έπρεπε να «τρέξουν» παράλληλα η αναδόμηση του δημοσίου τομέα μαζί με την ανάπτυξη. Διότι η αναδόμηση του δημόσιου τομέα συνδέεται με την ελαχιστοποίηση έως και την εξαφάνιση των απερίγραπτων και λαβυρινθοειδών συναρμοδιοτήτων που ταλαιπωρούν και τους πολίτες και την επιχειρηματικότητα –και διευκολύνουν και τη διαφθορά.
«Ε»: Επιχειρηματίες, όμως, έχουμε; Επενδυτές έχουμε; Εδώ ακόμη και οι τράπεζες έχουν αποφασίσει να λειτουργήσουν κατά μόνας, με αποτέλεσμα, εξαιτίας των υποχρεώσεων που έχουν από τη Βασιλεία ΙΙ και Βασιλεία ΙΙΙ να μην μπορούν να αντεπεξέλθουν στον αναπτυξιακό-επενδυτικό ρόλο που υποτίθεται ότι έχουν. Εάν υποθέσουμε ότι έρχεται αυτό το περίφημο αναπτυξιακό «πακέτο», θα πάει κι αυτό «άπατο»;
Γ.Γ: Το τελικό συμπέρασμα που βγάλατε, το «άπατο», είναι δυστυχώς μια πραγματικότητα. Αλλά να εξηγήσουμε γιατί θα πάει «άπατο». Επιχειρήσεις, όσες επέζησαν και προσπαθούν να αντιμετωπίσουν με νύχια και με δόντια την καθημερινή πραγματικότητα, υπάρχουν. Και δεν υπάρχουν μόνον παραδοσιακές επιχειρήσεις ή μεγάλοι όμιλοι που έχουν γίνει περισσότερο εξωστρεφείς, διότι δεν υπάρχει εσωτερική κατανάλωση. Βλέπουμε ότι υπάρχει και μια άλλη επιχειρηματικότητα, η νεανική και η καινοτόμος επιχειρηματικότητα, που είναι υπαρκτή, αλλά σε σπαργανώδη μορφή.
Μόνον μέσα από την παροχή ρευστότητας στην αγορά θα μπορέσουν να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις, αυτές που έχουν επιζήσει μέχρι σήμερα. Αλλά το ότι θα υπάρξει κάποια στιγμή ρευστότητα στην αγορά, αυτό από μόνο του δεν επαρκεί για να έλθει η ανάπτυξη. Δεν υπάρχουν έτοιμα επιχειρηματικά σχέδια που να ανταποκριθούν στην ρευστότητα που θα τους διατεθεί. Είναι απαρχαιωμένα σχέδια. Οι επενδύσεις που δεν έχουν ολοκληρωθεί ή οι επενδύσεις που έχουν μείνει τόσο καιρό στα χαρτιά είχαν γίνει με τα δεδομένα εκείνης της εποχής. Σήμερα, έχουν διαφοροποιηθεί τα δεδομένα. Κι επομένως θα πρέπει να ξαναδούμε ποια είναι τα σύγχρονα επιχειρηματικά σχέδια που μπορούν να δανειοδοτηθούν και σε πόσο χρόνο.
«Ε»: Πότε εκτιμάτε ότι θα έλθει η ρευστότητα στην πραγματική οικονομία;
Γ.Γ: Με βάση τις εκτιμήσεις από τα διαδικαστικά και μόνον, αν δούμε πώς θα συντελεστεί η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, διαπιστώνουμε ότι είναι μια διαδικασία, μια «άσκηση» που θα τελειώσει περίπου στα μέσα ή ενδεχομένως και μέχρι το τέλος του Σεπτεμβρίου 2012. Αυτό σημαίνει ότι από τον Οκτώβριο και μετά, θεωρητικά, θα μπορεί να υπάρξει ρευστότητα στην αγορά. Από σήμερα μέχρι τον Οκτώβριο είναι ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, κατά το οποίο οι τράπεζες δεν θα μπορούν να δώσουν χρήματα στην αγορά. Κατά συνέπεια, θα έχουμε κι άλλες επιχειρήσεις να κλείνουν και περισσότερους ανέργους. Αναμένουμε, μέχρι το τέλος του 2012, ότι ο αριθμός των ανέργων θα ξεπεράσει το 1,5 εκατομμύριο. Θα δούμε τα πρώτα σημάδια της κυκλοφορίας του χρήματος –όχι της ανάκαμψης- στο πρώτο εξάμηνο του 2014. Το 2012 και το 2013 θα είναι πάρα πολύ σκληρά χρόνια για την ελληνική επιχειρηματικότητα. Και βεβαίως, θα είναι σκληρά χρόνια και για τον ελληνικό λαό. Για να συντελεστεί η αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου, που κτίζεται σιγά-σιγά, χρειαζόμαστε δέκα χρόνια. Θα πρέπει, λοιπόν, να οπλιστούμε με υπομονή, αλλά και με την αισιοδοξία ότι εάν σηκώσουμε τα μανίκια, ο καθένας από το μετερίζι του και με την κατάλληλη στρατηγική που πρέπει να δημιουργήσει το πολιτικό προσωπικό της χώρας θα μπορέσουμε να κοιτάζουμε με αισιοδοξία το μέλλον. Είναι μια μοναδική στιγμή, δεν έχει ξαναυπάρξει στην ιστορία της χώρας και θα πρέπει να αξιοποιήσουμε αυτή την ευκαιρία.
«Ε»: Τι περιμένετε από τις επερχόμενες εκλογές;
Γ.Γ: Θα είναι πολύ δύσκολη η αυτοδυναμία. Εκείνο το οποίο βλέπω, όμως, είναι ένα πολιτικό σχήμα συνεργειακό, που θα πρέπει να περιλαμβάνει –και που μάλλον θα περιλαμβάνει- και ορισμένους τεχνοκράτες, ως ένα βαθμό, διότι και τα κόμματα θα πρέπει να κρατήσουν τις εσωτερικές τους ισορροπίες. Ο πρωθυπουργός σε ένα τέτοιο σχήμα θα έπρεπε να είναι ένα πολιτικό πρόσωπο, αλλά εκτιμώ πως μάλλον θα είναι ένας τεχνοκράτης ή ενδεχομένως ένα άλλο στέλεχος. Πάντως όχι οι αρχηγοί των κομμάτων (σ.σ. που θα συνεργαστούν), διότι στα «μικτά» σχήματα συνήθως πρωθυπουργός δεν είναι ένας εκ των δύο αρχηγών, αλλά ένα τρίτο πρόσωπο. Θεωρώ πολύ πιθανό να είναι εκ νέου ο κ. Παπαδήμος. Μόνον εάν έχουμε ένα ευέλικτο κυβερνητικό σχήμα, ένα κεντρικό μεταρρυθμιστικό όργανο, υπό τον πρωθυπουργό, με τη συμμετοχή τεχνοκρατών που θα ασχοληθούν, πλέον με δύο πράγματα, την αναδόμηση της δημόσιας διοίκησης και την ανάπτυξη-ανταγωνιστικότητα, θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία. Εμείς θα προτείνουμε τη σύσταση ενός Εθνικού Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας και Ανάπτυξης, το οποίο θα αποτελείται από τεχνοκράτες και θα είναι υπεύθυνο για τον σχεδιασμό και τον συντονισμό του μεταρρυθμιστικού έργου και στους δύο τομείς που προανέφερα.
«Ε»: Ανταγωνιστικότητα με μειώσεις μισθών, χωρίς μειώσεις τιμών των προϊόντων και των ειδών;
Γ.Γ: Οι μισθοί, σε καμία μέτρηση της ανταγωνιστικότητας διεθνώς, δεν υπάρχουν ως δείκτης μέτρησης της ανταγωνιστικότητας. Για παράδειγμα, η Παγκόσμια Τράπεζα, στο Doing Business, μετρά άλλους δείκτες για την ανταγωνιστικότητα, όπως την ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης, την αδειοδότηση των επιχειρήσεων, το πόσο εύκολα και ευέλικτα γίνονται δικαιοπραξίες επί ακινήτων, πόσο είναι σταθερό το φορολογικό μας πλαίσιο, το πόσο απλό είναι το τελωνειακό σύστημα και ο βαθμός της διαφθοράς. Αυτοί είναι οι παράγοντες που μετρούν την ανταγωνιστικότητα, όχι οι μισθοί. Η ανάσχεση όλων των εμποδίων που αποτρέπουν την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας είναι το αναπτυξιακό πλαίσιο που πρέπει να τεθεί και οδηγεί και σε μείωση τιμών. Όπως και πιο ανταγωνιστική φορολόγηση. Έχουμε προτείνει μείωση των φορολογικών συντελεστών για όλες τις μορφές επιχειρήσεων στο 15%, έναν βασικό ΦΠΑ στο 19%, με δύο εξαιρέσεις: ΦΠΑ 3% στα τρόφιμα και ΦΠΑ 5% στα τουριστικά μας πακέτα.