Αδυναμίες διαπιστώνει ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας, στις συμφωνίες που έχει συνάψει η Ελβετία με τη Γερμανία και τη Βρετανία για τη φορολόγηση των καταθέσεων και γι’ αυτό, όπως επισημαίνει σε έγγραφό του που διαβιβάστηκε στη Βουλή, «καθίσταται επιτακτικό, η διαδικασία διαπραγμάτευσης μιας πιθανής τέτοιου τύπου συμφωνίας, μεταξύ Ελλάδος και Ελβετίας, να είναι ιδιαιτέρως προσεκτική».
Προς απάντηση ερώτησης του βουλευτή της ΝΔ Λευτέρη Αυγενάκη σχετικής με τη φορολόγηση ελληνικών καταθέσεων σε ελβετικές τράπεζες, ο υπουργός Οικονομικών ενημερώνει ότι «το υπουργείο Οικονομικών εξετάζει το ενδεχόμενο σύναψης μιας νέας συμφωνίας με την Ελβετία, πέραν της υφιστάμενης σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας, κατά το πρότυπο των ήδη υφιστάμενων συμβάσεων μεταξύ Ελβετίας με Γερμανία και Βρετανία, για τη φορολόγηση των καταθέσεων και των λοιπών περιουσιακών στοιχείων των Ελλήνων φορολογικών κατοίκων».
Οι υφιστάμενες συμφωνίες Ελβετίας-Γερμανίας και Ελβετίας-Βρετανίας προβλέπουν την καταβολή ποσοστού επί των ήδη υφιστάμενου κεφαλαίου καταθέσεων και λοιπών περιουσιακών στοιχείων, χωρίς την αποκάλυψη του ονόματος του κατόχου αυτών, προκειμένου να καλυφθούν οι απαιτούμενες φορολογικές υποχρεώσεις των κατόχων τους στα εν λόγω κράτη κατοικίας τους.
Για τις δε μελλοντικές αποταμιεύσεις προβλέπεται η παρακράτηση φόρου από την Ελβετία, ο οποίος θα αποδίδεται στα κράτη κατοικίας του κατόχου τους.
Σε κάθε περίπτωση ο κάτοχος των αποταμιεύσεων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, μπορεί να αποφύγει την πληρωμή του προβλεπόμενου ποσού, εφόσον εξουσιοδοτεί ρητά το ελβετικό πιστωτικό ίδρυμα να γνωστοποιήσει τα σχετικά με αυτόν στοιχεία στη χώρα κατοικίας του.
«Οι συμφωνίες αυτές παρόλο που αποτελούν ένα επιπλέον εργαλείο φορολόγησης αδήλωτων κεφαλαίων στο εξωτερικό και ενίσχυσης των κρατικών εσόδων, εντούτοις δεν είναι απαλλαγμένες προβλημάτων», επισημαίνει ο υπουργός Οικονομικών.
Τα βασικά προβλήματα, όπως αναφέρει ο κ. Στουρνάρας, είναι:
* Η μη αποκάλυψη του ονόματος των δικαιούχων των λογαριασμών αυτών, παρά μόνο η απόδοση στην αντισυμβαλλόμενη χώρα ενός ποσού ως αντάλλαγμα.
* Το γεγονός ότι το ποσό αυτό υπολογίζεται αποκλειστικά από τις ελβετικές Αρχές.
* Η εξαίρεση από τις συμφωνίες αυτές τραπεζικών λογαριασμών των οποίων δικαιούχοι είναι ορισμένα νομικά μορφώματα (π.χ. Trusts)
* Ο περιορισμός της ανταλλαγής πληροφοριών εκ μέρους της Ελβετίας.