Ρεπορτάζ
της Έφης Τουφεξή
Η επιπλούπολη Λάρισα στην κρίση
Η Λάρισα φέρει τον τίτλο της «επιπλούπολης» με τους τεχνίτες της να διαμορφώνουν για πέντε δεκαετίες την «οικιακή κουλτούρα», τροφοδοτώντας την τοπική και εγχώρια αγορά, αλλά και την αλλοδαπή, με έπιπλα που ξεχωρίζουν για την ποιότητα και τον πρωτοποριακό τους σχεδιασμό. Κι όσο κι αν τα έπιπλά της κατέχουν δεσπόζουσα θέση στην αγορά, η οικονομική κρίση σε συνδυασμό με την έλευση πολυεθνικών κολοσσών και τα εισαγόμενα έπιπλα δεν αφήνουν ανεπηρέαστο το τοπίο του κλάδου.
Έπιπλα άνετα, κομψά και ποιοτικά που αποτελούν πρόκληση και πρόσκληση φιλοξενίας, δημιουργώντας ένα σπίτι καταφύγιο για το σύγχρονο άνθρωπο. Έπιπλα υψηλών προδιαγραφών που ντύνουν φιλόξενους επαγγελματικούς χώρους. Όλα φτιαγμένα με μεράκι, αγάπη και προσήλωση στην ποιότητα, από τεχνίτες με μεγάλη εμπειρία και εξειδίκευση, οι οποίοι συνεχίζουν μια παράδοση πολλών ετών στο νομό Λάρισας.
Η επιπλοποιία στη Λάρισα αποτελούσε ανέκαθεν τον πιο αξιόλογο κλάδο του μεταποιητικού τομέα στο νομό, διαθέτοντας σημαντικό δυναμικό επιχειρήσεων. Ο αριθμός τους ξεπερνά συνολικά τις 500 στο παζλ των αλληλένδετων και συναφών επαγγελματικών ενασχολήσεων, που ξεκινά από την επεξεργασία της πρώτης ύλης και φτάνει μέχρι το τελικό προϊόν. Η πλειοψηφία των παραγωγικών μονάδων, αν και είναι μικρού μεγέθους και οικογενειακού χαρακτήρα, ξεχωρίζει στην ελληνική αγορά επίπλου, επειδή οι περισσότεροι επαγγελματίες της είναι γνώστες της παραδοσιακής τεχνικής στην κατασκευή επίπλου.
Η πορεία του κλάδου
Η ιστορία του λαρισινού επίπλου αρχίζει να γράφεται στα «επιπλάδικα της γειτονιάς» στα μέσα του περασμένου αιώνα. Μάλιστα στο νομό η πρώτη σωματειακή συγκρότηση του κλάδου γίνεται το 1946 με πρόεδρο τον Κώστα Παπαθανασίου. Στη δεκαετία του 1970 η τοπική επιπλοποιία γνωρίζει μεγάλη άνθιση και εδραιώνεται. Σε αυτή την περίοδο στο καταστατικό των επιπλοποιών του Επιμελητηρίου Λάρισας εγγράφονται 22 εταιρείες επεξεργασίας – μεταποίησης, με πρώτη εγγεγραμμένη, το Φεβρουάριο του 1971, η εταιρεία Μπακράτσας Γεώργιος και ΣΙΑ Ο.Ε. που εδρεύει στην Ελασσόνα, κι ακολουθεί ένα χρόνο αργότερα η εταιρεία Οικονόμου Ναπολέων Βιομηχανία Επίπλων Α.Ε. με έδρα τη Λάρισα. Η δραστηριότητα του κλάδου εμφανίζεται αυξανόμενη στη δεκαετία του ‘80, καθώς στα μητρώα του Επιμελητηρίου προστίθενται άλλες 59 νέες επιχειρήσεις.
Ωστόσο η χρυσή δεκαετία του κλάδου, είναι εκείνη του ’90, στην οποία καταξιώνεται σε όλη τη χώρα το επάγγελμα του Λαρισαίου επιπλοποιού. Ο κλάδος ενδυναμώνεται με επιπλέον186 εταιρείες που εισέρχονται στην αγορά και δραστηριοποιούνται στη μεταποίηση ή εμπορία επίπλων. Η πορεία είναι ενθαρρυντική και για το διάστημα από το 2000 έως το 2009, κατά το οποίο εγγράφονται στο Επιμελητήριο άλλες 158 καινούργιες εταιρείες. Η εξέλιξη όμως, είναι απογοητευτική. Από το 2010 μέχρι τώρα έχουν εγγραφεί μόλις 19 επιχειρήσεις επίπλων!
Συνολικά από τις 447 εταιρείες που εμφανίζονται εγγεγραμμένες από το 1970 μέχρι σήμερα στο Επιμελητήριο, οι 145 επιχειρήσεις έχουν διαγραφεί, ολοκληρώνοντας τον κύκλο εργασιών τους. Κι αξίζει να σημειωθεί ότι οι 105 από αυτές διαγράφηκαν την τετραετία 2010 - 2013. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με την κατά 33,9%, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία, μείωση του όγκου παραγωγής επίπλων στη χώρα μας το έτος 2012, σε σχέση με το 2011, (ενώ η αντίστοιχη μείωση σε σχέση με το έτος 2005 ανέρχεται σε 71,2%), πιστοποιούν ότι η συρρίκνωση του κλάδου έχει προσλάβει δραματικές διαστάσεις.
Πώς φθάσαμε ως εδώ;
Η φθίνουσα πορεία οφείλεται φυσικά στις συνέπειες της οικονομικής κρίσης. Η καθίζηση της εγχώριας ζήτησης επίπλων είναι μία από αυτές. Το έπιπλο πληρώνει διττό τίμημα, αφού, εκτός από τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών, οι οποίοι αναβάλλουν ανακαινίσεις, ο κλάδος πιέζεται και από την πτώση της οικοδομικής δραστηριότητας, που σταμάτησε να τροφοδοτεί την αγορά με νέα σπίτια προς επίπλωση.
Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας και η μεταφορά της παραγωγής σε χώρες με φθηνότερο κόστος σε υλικά και εργατικά αφαιρούν τζίρο από τους ιδιοπαραγωγούς και τον μεταφέρουν στους εισαγωγείς. Έτσι στην αγορά πλέον διοχετεύονται έπιπλα ανεξαρτήτως ποιότητας, με προέλευση από την Κίνα, την Τουρκία ή άλλες ανατολικές χώρες, που λόγω της ανταγωνιστικής τους τιμής προτιμώνται σε σχέση με τα ελληνικά.
Μερίδιο της πίτας έχουν πάρει και οι ελληνικές ή ξένες μεγάλες αλυσίδες φθηνών επίπλων, που προσφέρουν τα προϊόντα τους σε πολύ χαμηλές τιμές, λόγω του χαμηλού κοστολογίου και των φθηνών εργατικών χεριών. Πονοκέφαλο στους βιοτέχνες προκαλούν και τα πολυκαταστήματα – supermarkets, που πουλούν οικονομικά έπιπλα, χωρίς να ειδικεύονται στο αντικείμενο.
Παράλληλα, η τιμή των πρώτων υλών αυξάνεται διαρκώς, γεγονός που επιβαρύνει επιπλέον τον κλάδο, ενώ στον αντίποδα οι βιοτέχνες καταβάλλουν μεγάλη προσπάθεια για να διατηρήσουν τις τιμές των επίπλων τους σε χαμηλά επίπεδα, ίδια με εκείνα προ πενταετίας.
Επιπρόσθετα η αδυναμία των επιχειρήσεων να επεκταθούν εξαγωγικά επιτείνει το πρόβλημα. Σύμφωνα με στοιχεία του Επιμελητηρίου Λάρισας στο νομό μόλις 12 εταιρείες εμφανίζουν εξαγωγικό ενδιαφέρον. Αισιοδοξία πάντως προκαλεί το γεγονός ότι το Δεκέμβριο του 2012 η εξαγωγική δραστηριότητα των ελληνικών εταιρειών σημείωσε αύξηση κατά 78,5% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2005, όπως προκύπτει από μελέτη της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας.
Στροφή και αναπροσαρμογή
Παράγοντες της αγοράς με εμπειρία στο λιανικό εμπόριο εστιάζονται και σε μια άλλη αιτία της κρίσης στο έπιπλο, πιο εσωστρεφής: Οι μικρές επιπλοβιοτεχνίες, οι πληττόμενες κυρίως από την κρίση, δεν έκαναν όλα αυτά τα χρόνια καμία προσπάθεια να εξελιχθούν, παρέμειναν στα κεκτημένα τους, χωρίς να αφουγκραστούν τις αλλαγές της αγοράς. Τα έπιπλα κάποτε θεωρούνταν επένδυση για μια ζωή. Τα τελευταία χρόνια η νοοτροπία αυτή άλλαξε. Αγοράζουμε ένα έπιπλο που μας ταιριάζει σήμερα, με τη σκέψη ότι σε δύο – τρία χρόνια μπορεί να αλλάξουν οι ανάγκες μας, η αισθητική μας, η μόδα...
Ας μην ξεχνάμε ότι τη δεκαετία του 1960 οι υψηλοί δασμοί εισαγωγής ουσιαστικά λειτούργησαν ως ομπρέλα προστασίας για το έπιπλο των ελληνικών βιοτεχνιών. Από την ένταξή μας στην ΕΟΚ και ως το 1990 ισορρόπησε η ιδιοπαραγωγή με την εισαγωγή, ενώ μετά το 1990 άρχισε η εποχή του καταναλωτισμού. Η κίνηση στην αγορά ήταν αυξημένη μέχρι και την περασμένη δεκαετία. Σήμερα τα δεδομένα άλλαξαν και αποδεικνύονται κερδισμένες μόνο όσες επιπλοβιοτεχνίες του νομού επένδυσαν σε νέες τεχνικές και τεχνολογίες, σε νέους ταλαντούχους Έλληνες σχεδιαστές και τεχνολόγους επίπλου (η συνεισφορά του σχετικού τμήματος του ΤΕΙ Λάρισας είναι σημαντική).
Η εικόνα του κλάδου μπορεί επίσης, να βελτιωθεί με την ευελιξία στην παραγωγή και τη δυνατότητα προσαρμογής στις απαιτήσεις των καταναλωτών, καθώς και με την εφαρμογή κατάλληλων στρατηγικών μάρκετινγκ και τη συνεργασία μεταξύ των επιχειρήσεων σε τομείς σχεδιασμού και παραγωγής.