ΑΠΟΔΟΧΕΣ
Κατά τη διάρκεια της αδείας του ο μισθωτός δικαιούται να λάβει τις «συνήθεις αποδοχές», δηλαδή τις αποδοχές εκείνες που θα λάμβανε εάν εργαζόταν στην επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο. Στις αποδοχές περιλαμβάνεται ό,τι καταβάλλεται στο μισθωτό τακτικώς και μονίμως ως αντάλλαγμα της εργασίας του.
Αποδοχές, μεταξύ άλλων, αποτελούν και:
α) η αμοιβή για τακτική εργασία κατά Κυριακή, εορτές ή νύχτα,
β) η αμοιβή για υπερεργασία, εφόσον αυτή παρέχεται τακτικά,
γ) η αμοιβή για νόμιμη τακτική υπερωρία που θα πραγματοποιούσε ο μισθωτός κατά το διάστημα της αδείας του, αν εργαζόταν κατά το διάστημα αυτό
Στις αποδοχές αδείας, δεν υπολογίζονται, μεταξύ άλλων, η αποζημίωση για παράνομη υπερωριακή εργασία, ούτε η αναλογία των δώρων εορτών, διότι οι αποδοχές αδείας συσχετίζονται με τις αποδοχές του διαστήματος της άδειας και όχι αορίστως με τις τακτικές αποδοχές όπως συμβαίνει με τα δώρα (επιδόματα) εορτών στα οποία υπολογίζεται η αναλογία του επιδόματος αδείας.
ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ
Εκτός από τις αποδοχές αδείας οι μισθωτοί δικαιούνται να λάβουν και «Επίδομα αδείας».
Το δικαίωμα λήψης επιδόματος αδείας αποτελεί συνακόλουθο του δικαιώματος λήψης κανονικής αδείας και υπολογίζεται όπως και οι αποδοχές αδείας, είναι δηλαδή ίσες προς το σύνολο των αποδοχών αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί, για όσους μεν αμείβονται με μισθό, τον μισό μισθό, για όσους δε αμείβονται με ημερομίσθιο ή ωρομίσθιο ή ποσοστά, τα 13 ημερομίσθια.
ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ
Τόσο οι αποδοχές αδείας όσο και το επίδομα αδείας προκαταβάλλονται στον μισθωτό κατά την έναρξη της αδείας του.
Αποδοχες σε περιπτωση
λυσης εργασιας
Σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας μισθωτού με οποιονδήποτε τρόπο (απόλυση, αποχώρηση απ’ την εργασία κ.λπ.) πριν λάβει την κανονική άδεια που του οφείλεται, ο μισθωτός δικαιούται τις αποδοχές τις οποίες θα έπαιρνε αν του είχε χορηγηθεί άδεια.
ΤΙ ΔΙΚΑΙΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ
Συνοπτικά οι εργαζόμενοι δικαιούνται τα κάτωθι:
Να λάβουν ετήσια άδεια με αποδοχές από την έναρξη της απασχόλησής τους σε υπόχρεη επιχείρηση, κατ’ αναλογία (ποσοστό) του χρονικού διαστήματος που απασχολήθηκαν σε αυτήν.
Να αιτηθούν το χρονικό διάστημα εντός του οποίου επιθυμούν να λάβουν την άδειά τους, με τον εργοδότη να υποχρεούται να χορηγήσει την άδεια εντός δύο (2) μηνών από το χρονικό σημείο κατά το οποίο διατυπώθηκε το αίτημα και οπωσδήποτε εντός του πρώτου τριμήνου του επόμενου ημερολογιακού έτους.
Να λάβουν ως αποδοχές αδείας τις «συνήθεις αποδοχές», δηλαδή εκείνες που θα ελάμβαναν εάν εργαζόνταν στην επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο.
Να λάβουν επίδομα αδείας ίσο προς το σύνολο των αποδοχών αδείας με τον περιορισμό του μισού μισθού, για όσους αμείβονται με μισθό και των δεκατριών (13) ημερομισθίων για όσους αμείβονται με ημερομίσθιο.
Να τους καταβληθούν οι αποδοχές και το επίδομα αδείας, πριν την έναρξη της ετήσιας κανονικής άδειας.
Να τους καταβληθούν οι αποδοχές αδείας σε περίπτωση μη χορήγησης της αδείας μέχρι το πρώτο τρίμηνο του επόμενου ημερολογιακού έτους, απλές μεν όταν δεν υπάρχει πταίσμα του εργοδότη, διπλές δε, δηλαδή με προσαύξηση κατά 100%, όταν υπάρχει και πταίσμα του εργοδότη.
Να τους καταβληθούν οι αποδοχές και το επίδομα αδείας, σε περίπτωση λύσης της εργασιακής σχέσης με οποιονδήποτε τρόπο (απόλυση, αποχώρηση από την εργασία κ.λπ.) πριν λάβουν την κανονική άδεια που τους οφείλεται.