Κατώτατο μισθό 908 ευρώ μεικτά (+16,4%) βάζει στο τραπέζι το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, καθώς, όπως επισημαίνει, το κατώφλι της φτώχειας βρίσκεται στα 866 ευρώ.
Ο Δημήτρης Καραγεωργόπουλος, γραμματέας Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων της ΓΣΕΕ, αναφέρει πως: «Η πρόταση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ περιλαμβάνει το 60% του διάμεσου μισθού που είναι το κατώφλι της σχετικής φτώχειας και επιπλέον λαμβάνει υπ’ όψιν την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας το 2023 και βεβαίως τον εκτιμώμενο πληθωρισμό για το 2024.
Αποκλίσεις καταγράφονται, όμως, και μεταξύ των εργοδοτικών φορέων. Τα ποσοστά των αυξήσεων κυμαίνονται από 3,5 έως 5%, δηλαδή κατώτατο από 807 έως 819 ευρώ (μεικτά).
Ο Γιώργος Καρανίκας, πρόεδρος της ΕΣΕΕ, επισημαίνει τα εξής: «Οι μικρομεσαίοι εργοδότες μάλιστα (ΓΣΕΒΕΕ και ΕΣΕΕ) επισημαίνουν ότι ο δρόμος για υψηλότερο κατώτατο πρέπει να συνοδεύεται από περαιτέρω μείωση των εισφορών και μέτρα ενίσχυσης των ατομικών επιχειρήσεων». Τα αποκαλυπτήρια έχουν ήδη γίνει για το πρώτο ψηφίο των μεικτών αποδοχών που θα είναι το 8, ενώ το 7 φαίνεται να κερδίζει έδαφος στις κυβερνητικές επιλογές ως πρώτο ψηφίο για τις καθαρές αποδοχές. Αυτό σημαίνει αύξηση 5,5%, δηλαδή 823 μεικτά και 700,5 καθαρά.
Όπως δήλωσε ο γενικός γραμματέας του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου της Αθήνας Γιώργος Κακαριάρης: «Σήμερα δεν μπορεί να βγει ο βασικός προϋπολογισμός μιας οικογένειας για τα απαραίτητα».
Κατώτατο έως 811 ευρώ μεικτά (ή 691,3 καθαρά) προτείνει η Τράπεζα της Ελλάδος, εκτιμά ότι για κάθε μια ποσοστιαία μονάδα αύξησης του κατώτατου μισθού ο μέσος μισθός ανά εργαζόμενο αυξάνεται έως και 0,5%. Κρίνεται ότι υπάρχει περιθώριο για μια συνετή αύξηση των κατώτατων μισθών και ημερομισθίων μέχρι 4%.
Προκειμένου να μην επιβαρυνθούν μικρές επιχειρήσεις και συγκεκριμένοι κλάδοι, όπου ο κατώτατος είναι πιο διαδεδομένος, το ΚΕΠΕ προτείνει έως 3 με 4%, ενώ το ΙΟΒΕ προτείνει συνετή αύξηση στην ευρύτερη περιοχή του εκτιμώμενου πληθωρισμού για το 2024.