Σύμφωνα με ρεπορτάζ της Καθημερινής, η ΑΑΔΕ ξεκινά σύνθετες διασταυρώσεις ανασύροντας τους φακέλους μεταβιβάσεων ακινήτων οι οποίοι έχουν χαρακτηριστεί από τα στελέχη της φορολογικής διοίκησης «υψηλού κινδύνου», όχι μόνο για φοροδιαφυγή, αλλά και για ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος. Εφόσον εντοπιστούν αποκλίσεις, θα κληθούν από τις φορολογικές αρχές να δώσουν εξηγήσεις και επί της ουσίας να δικαιολογήσουν την προέλευση των χρημάτων.
Σε διαφορετική περίπτωση θα κληθούν να πληρώσουν φόρο με συντελεστή 33% που θα επιβληθεί στο αδικαιολόγητο ποσό. Εάν όμως διαπιστωθούν περιπτώσεις ξεπλύματος, οι υποθέσεις θα αποσταλούν στην αρμόδια Αρχή Καταπολέμησης της
Η αρχή θα γίνει με τις αγοραπωλησίες ακινήτων μεγάλης αξίας και θα ολοκληρωθεί με τον έλεγχο αυτών μικρότερης αξίας. Θα εξεταστούν οι φορολογικές δηλώσεις των τελευταίων και οι τραπεζικοί λογαριασμοί προκειμένου να διαπιστωθεί εάν έγινε ανάληψη μεγάλων ποσών που να μπορούν να δικαιολογήσουν αγοραπωλησίες ακινήτων με μετρητά. Επίσης θα αναζητηθούν τυχόν δωρεές χρηματικών ποσών, καθώς και η επαγγελματική δραστηριότητα. Σύμφωνα με τη νομοθεσία, η προσαύξηση περιουσιακών στοιχείων δεν υπόκειται σε φορολογία, εφόσον ο φορολογούμενος είναι σε θέση να αποδείξει την πραγματική πηγή αυτής, καθώς και ότι αυτή είτε έχει υπαχθεί σε νόμιμη φορολογία είτε απαλλάσσεται από τον φόρο.
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις κάθε προσαύξηση περιουσίας που προέρχεται από παράνομη ή αδικαιολόγητη ή άγνωστη πηγή ή αιτία θεωρείται κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα και φορολογείται με συντελεστή 33%.
Εκτός από τις ανωτέρω περιπτώσεις, η ΑΑΔΕ έχει ήδη ξεκινήσει ελέγχους σε 2.500 παλιές υποθέσεις μεταβιβάσεων ακινήτων, κληρονομιών, γονικών παροχών και δωρεών, καθώς και σε συμβολαιογράφους και υποθηκοφύλακες. Στο επίκεντρο των ελέγχων βρίσκονται υποθέσεις του έτους 2017 για τις οποίες στις 31 Δεκεμβρίου 2023 λήγει η προθεσμία της φορολογικής διοίκησης να εκδώσει πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου και αφορούν ακίνητα εκτός των αντικειμενικών αξιών, μη αποδοχή από τον φορολογούμενο της προεκτίμησης προσωρινής αξίας της ΔΟΥ, διαφορές δηλωθείσας αξίας και προεκτίμησης που υπερβαίνουν το 30% ή η αξία της προεκτίμησης είναι πάνω από 100.000 ευρώ. Σε αυτές τις περιπτώσεις ελέγχονται οι προϋποθέσεις απαλλαγής από τον φόρο μεταβίβασης, το εμβαδόν των ακινήτων, καθώς και η αναγραφόμενη στο συμβόλαιο τιμή του ακινήτου. Επίσης ελέγχεται εάν το τέκνο δικαιούται απαλλαγή από τον φόρο γονικής παροχής, λόγω πρώτης κατοικίας.