Τα εύσημα του ΟΟΣΑ αποσπά η ελληνική κυβέρνηση για τα μέτρα μείωσης των επιπτώσεων του άνθρακα στην ελληνική οικονομία.
Στην έκθεσή του ο Οργανισμός επικροτεί τους φιλόδοξους στόχους για τον περιορισμό των εκπομπών των αερίων ρύπων καθώς και τις πολιτικές για την ταχύτερη διείσδυση των ΑΠΕ.
Ωστόσο, ο ΟΟΣΑ στην έκθεσή του προτείνει τη συνταγή του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας ώστε η Ελλάδα να επιταχύνει την επίτευξη των στόχων για μείωση των εκπομπών αέριων ρύπων.
Μάλιστα, υποδεικνύει την οριζόντια επιβολή φόρου άνθρακα με τιμή κατώφλι στα 120 ευρώ ανά τόνο CO2 σε όλα τα ορυκτά καύσιμα. Με τον τρόπο αυτόν σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ η Ελλάδα θα μπορούσε να μειώσει τις εκπομπές CO2 κατά 16% σε σχέση με το 2021 και να αντλήσει έσοδα 1,8 δισ. ευρώ τα οποία θα μπορούσαν να διατεθούν για προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας. Ο φόρος δε, θα λειτουργούσε ως αντικίνητρο για την κατανάλωση των ορυκτών καυσίμων και τον περιορισμό των εκπομπών CO2.
Κοινωνικό τιμολόγιο ρεύματος
Στο πλαίσιο αυτό ο Οργανισμός υποδεικνύει και ως πολιτική την κατάργηση του Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου (ΚΟΤ) στο ρεύμα για τα ευάλωτα νοικοκυριά.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η Ελλάδα υποστηρίζει την κατανάλωση ενέργειας των νοικοκυριών χαμηλού εισοδήματος κυρίως επιδοτώντας τα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας και παρέχοντας ένα επίδομα υπό τον όρο θέρμανσης με ορυκτά καύσιμα. Για την αντιμετώπιση της πρόσφατης αύξησης των τιμών της ενέργειας, η Ελλάδα επέκτεινε τα υφιστάμενα μέτρα και παρείχε αρκετές πρόσθετες επιδοτήσεις, κυρίως οριζόντιες επιδοτήσεις που καθιστούν φθηνότερη την ενέργεια που βασίζεται σε ορυκτά καύσιμα», περιγράφει και αντιπροτείνει τις απευθείας επιδοτήσεις των νοικοκυριών.
Επιδοτήσεις
Η αντικατάσταση των επιδοτήσεων τιμών με άμεση ενίσχυση του εισοδήματος που δεν συνδέεται με την ποσότητα ή το είδος του καυσίμου που χρησιμοποιείται θα ενθαρρύνει καλύτερα την εξοικονόμηση ενέργειας και τη στροφή σε καθαρότερους τύπους καυσίμων.
Για παράδειγμα, λέει ο ΟΟΣΑ, η μετατροπή της επιδότησης που λαμβάνουν τα νοικοκυριά μέσω των κοινωνικών τιμολογίων σε άμεση επιδότηση του εισοδήματος σημαίνει ότι θα μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά την υπάρχουσα ενεργειακή τους κατανάλωση, ενώ η εξοικονόμηση ενέργειας θα απέφερε μεγαλύτερα κέρδη στο διαθέσιμο εισόδημα. Μόνο περίπου το ένα τρίτο των αποδεκτών ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος το 2018 έλαβαν κοινωνικά τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας, θυμίζει ο ΟΟΣΑ.
Ευάλωτα νοικοκυριά
Οι στοχευμένες μεταφορές εισοδήματος μπορούν να διασφαλίσουν ότι η υποστήριξη φτάνει στα πιο ευάλωτα νοικοκυριά. Η αναδιανομή των εσόδων από τις υψηλότερες τιμές του άνθρακα θα προστατεύσει τα νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα από την αύξηση του κόστους ζωής.
Τα σενάρια του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι η εναρμόνιση και η αύξηση των τιμών για τις εκπομπές CO2 που σχετίζονται με την ενέργεια σε τουλάχιστον 120 ευρώ ανά τόνο θα αύξανε τα μηνιαία έξοδα των νοικοκυριών κατά 68 ευρώ κατά μέσο όρο. Τα ευάλωτα νοικοκυριά θα επηρεαστούν δυσανάλογα καθώς δαπανούν μεγαλύτερο μερίδιο του προϋπολογισμού τους στην ενέργεια. Για παράδειγμα, ενώ το κόστος για τα νοικοκυριά του 20% με τα υψηλότερα εισοδήματα θα αυξηθεί κατά περίπου 3%, τα φτωχά νοικοκυριά θα πρέπει να πληρώσουν περίπου 11% περισσότερα για να διατηρήσουν την κατανάλωση. «Τα πρόσθετα έσοδα από την εφαρμογή μιας ελάχιστης τιμής άνθρακα θα ήταν αρχικά υπεραρκετά για να αντισταθμίσουν το υψηλότερο κόστος ζωής των νοικοκυριών με χαμηλότερο εισόδημα μέσω μεταβιβάσεων εισοδήματος. Με την πάροδο του χρόνου, τόσο οι δυσμενείς επιπτώσεις στο εισόδημα όσο και τα πρόσθετα έσοδα θα μειωνόταν καθώς η κατανάλωση γίνεται λιγότερο έντονη σε εκπομπές CO2», καταλήγει η έκθεση.
Πηγή: ΟΤ