Αλλά και πριν από την αύξηση των τιμών – συμπληρώνει η έκθεση- περίπου ένα στα τρία νοικοκυριά στην Ελλάδα δυσκολευόταν να καλύψει τις βασικές του ανάγκες, γεγονός που ως προς τον σχετικό δείκτη κατατάσσει τη χώρα στη χειρότερη θέση στην ΕΕ με τεράστια απόκλιση από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη. Η έκθεση επισημαίνει επίσης ότι οι υψηλές αποταμιεύσεις που δημιουργήθηκαν εξαιτίας των lockdown θα στραφούν στην κατανάλωση, αλλά μόνο όσον αφορά τα νοικοκυριά που ανήκουν στα υψηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια.
Θετικά «βλέπει» το ινστιτούτο την πτωτική πορεία της ανεργίας που διαμορφώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2021 στο 13%. Το ποσοστό αυτό είναι το χαμηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί εδώ και πάνω από δέκα έτη συγκεκριμένα, από τον Αύγουστο του 2010. Ωστόσο η μείωση της απασχόλησης παραμένει μεγάλο «αγκάθι» για νεαρά άτομα έως 35 ετών και τις γυναίκες. Το α’ τρίμηνο του 2021 αυξήθηκαν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των μικρομεσαίων, των μικρών και των ατομικών επιχειρήσεων ενώ μειώθηκαν των μεγάλων επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ ζητά να δοθεί άμεσα η αύξηση του κατώτατου μισθού για το 2021 με αναδρομική ισχύ από 1/9/2021 και να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για την αύξηση του κατώτατου μισθού για το 2022, ώστε η μεταβολή του να ισχύσει από 1/1/2022. Προτείνει επίσης να ενισχυθούν τα μέτρα επιδότησης των νοικοκυριών και να μειωθούν οι ειδικοί φόροι.
* Όπως προκύπτει από τα βασικά συμπεράσματα της ενδιάμεσης έκθεσης, «η ελληνική οικονομία θα γνωρίσει μια ισχυρή ανάκαμψη το τρέχον έτος. Ωστόσο, συσσωρεύεται σημαντική αβεβαιότητα, που θολώνει τη διατηρησιμότητα αυτής της δυναμικής το 2022. Η αρνητική εξέλιξη του τέταρτου κύματος της επιδημίας Covid-19 σε συνδυασμό με τις αρνητικές επιπτώσεις της ακρίβειας στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών ενεργοποιούν αντίρροπες δυνάμεις στην επέκταση της εγχώριας ζήτησης και, μέσω αυτής, στην οικονομική δραστηριότητα.
* Η Ελλάδα διατηρεί από τις υψηλότερες θέσεις στην ΕΕ όσον αφορά την τιμή ανά λίτρο της αμόλυβδης και του πετρελαίου θέρμανσης, λόγω μεγάλης φορολογικής επιβάρυνσης, η οποία φτάνει το 60%. Η αύξηση της τιμής της ενέργειας δημιουργεί δημοσιονομικό χώρο που πρέπει να αξιοποιηθεί, για να προστατευτεί το βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών.
* Το κύμα ακρίβειας έρχεται να επιδεινώσει την ήδη άσχημη οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών. Πριν από την αύξηση των τιμών, περίπου ένα στα τρία νοικοκυριά στην Ελλάδα δυσκολευόταν να καλύψει τις βασικές ανάγκες του, γεγονός που ως προς τον σχετικό δείκτη κατατάσσει τη χώρα στη χειρότερη θέση στην ΕΕ με τεράστια απόκλιση από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη.
* Η ακρίβεια μειώνει σημαντικά την αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού. Τον Οκτώβριο, μόνο η αύξηση της τιμής των εξόδων στέγασης, μεταφοράς, τροφίμων και μη αλκοολούχων ποτών, μείωσε την αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού κατά 7,4%, ενώ οι συνεχιζόμενες αυξήσεις στην τιμή της ενέργειας το πρώτο μισό του Νοεμβρίου αυξάνουν τη διάβρωση της αγοραστικής του δύναμης κοντά στο 10%.
* Παρά τη βελτιωμένη εικόνα τους τελευταίους μήνες, οι προκλήσεις στην αγορά εργασίας παραμένουν σημαντικές, δεδομένης και της αβεβαιότητας που προκαλεί η εξέλιξη της πανδημίας τους προσεχείς μήνες.