που εκλάπησαν από τραπεζικούς λογαριασμούς στο εννιάμηνο του 2020, την αντίστοιχη φετινή περίοδο το ποσό εκτοξεύθηκε στα 40 εκατ. ευρώ. Δηλαδή, κατά μέσο όρο οι δράστες σήκωναν καταθέσεις της τάξης των 150.000 ευρώ την ημέρα, κατά το διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου. Αφορμή για την έξαρση των ηλεκτρονικών απατών στάθηκε η στροφή των καταναλωτών από τα γκισέ των τραπεζών στα εναλλακτικά, ηλεκτρονικά, δίκτυα συναλλαγών (e-banking και mobilebanking) που ευνοήθηκαν ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα, λόγω κορονοϊού.
Οι νέες συνθήκες ώθησαν τους επιτήδειους να εφεύρουν νέους τρόπους απάτης, ώστε να υφαρπάζουν χρήματα και να αδειάζουν λογαριασμούς. Οι περισσότερες πάντως από τις απάτες αυτές και συγκεκριμένα το 54%, έχουν να κάνουν με κλοπή χρημάτων από τραπεζικούς λογαριασμούς ή κάρτες και το 40% με την υπόσχεση για «εύκολο χρήμα». Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι η ζημιά δεν περιορίζεται στις οικονομικές απώλειες των θυμάτων, αλλά δημιουργεί και ζήτημα εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών-επιχειρήσεων και τραπεζικών ιδρυμάτων. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, για την επιτυχία των δραστών συνέβαλαν αποκλειστικά τα θύματα, που άνοιξαν τον δρόμο στους e-ληστές να «σηκώσουν» χρήματα από τους λογαριασμούς τους. Δηλαδή όχι μόνο αποκάλυπταν τους κωδικούς εισόδου στο e-banking τους, αλλά ενέκριναν οι ίδιοι τις συναλλαγές ή έδιναν στους δράστες τους κωδικούς μίας χρήσης που είναι απαραίτητοι για να γίνει μία μεταφορά χρημάτων. Μάλιστα, σε όλα τα περιστατικά, τα θύματα δεν έλαβαν καμία αποζημίωση από την τράπεζα, καθώς είχαν οι ίδιοι την ευθύνη για ό,τι συνέβη και δεν υπήρξε παραβίαση των συστημάτων ασφαλείας του πιστωτικού ιδρύματος.
Η ΝΕΑ ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Για να αποφευχθούν τα χειρότερα οι τράπεζες, από κοινού με το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, για την αντιμετώπιση του φαινομένου, αποφάσισαν τη δημιουργία ενός συντονιστικού κέντρου, το οποίο θα κάνει εκστρατεία ενημέρωσης των πολιτών. Επιπλέον, θα συμβάλλει στην ταχεία αναβάθμιση των συστημάτων ασφαλείας των τραπεζών, ώστε να λειτουργεί ακόμη και προληπτικά σε περιστατικά απάτης, τη στιγμή που γίνονται. Ειδικότερα, θα υπάρξει αναβάθμιση των συστημάτων, ώστε όταν εντοπίζεται μία μη συνηθισμένη ή ύποπτη συναλλαγή από κάθε πελάτη, η συναλλαγή να παγώνει μετά την εντολή εκτέλεσής της. Θα βρίσκεται δηλαδή στον «αέρα», μεταξύ των λογαριασμών παραλήπτη και αποστολέα, μέχρι να διερευνηθεί αν όντως ο πελάτης έδωσε ο ίδιος την εντολή της μεταφοράς.
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΠΕΛΑΤΗ
Μετά από επικοινωνία με τον πελάτη, θα αποδεσμεύεται το μεταφερόμενο ποσό ή θα επιστρέφει στον λογαριασμό του, αν πρόκειται για απάτη. Αυτό γίνεται σήμερα σε έναν βαθμό στις κάρτες όταν παρατηρηθεί μία αγορά που δεν ταιριάζει με το συναλλακτικό προφίλ του πελάτη. Η τράπεζα επικοινωνεί με τον τελευταίο για να διαπιστώσει αν η αγορά έγινε από εκείνον, ώστε να την ακυρώσει αν χρειαστεί.