αλλά δυσκολεύονται πραγματικά να τα καταφέρουν. Ρυθμίσεις οφειλών τα τελευταία 25 χρόνια υπήρξαν πολλές (ν. Αλογοσκούφη, ν. Κατσέλη, ν. Δένδια, ν. Σταθάκη κλπ). Μόνον η νέα ρύθμιση Σταϊκούρα όμως:
* δίνει περιθώριο μέχρι 35 χρόνια (420 δόσεις) για χρέη σε τράπεζες ή 20 χρόνια (240 δόσεις) για χρέη στο δημόσιο
* «κουρεύει» αρχική/βασική οφειλή (κεφάλαιο) για τα χρέη στο Δημόσιο και έως 70% (και έως 90% σε προσαυξήσεις και τέλη)
* σβήνει έως 80% χρέη στις τράπεζες (και έως 100% σε προσαυξήσεις και τέλη).
Η διαδικασία λέγεται «εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών» και είναι πλήρως ηλεκτρονική. Ο αλγόριθμος της Ειδικής Γραμματείας Ιδιωτικού Χρέους ενσωματώνει κανόνες που “κουρεύουν” χρέη έως 75% ή 80% (και προσαυξήσεις έως 85% ή 100%) προς Δημόσιο και Τράπεζες αντίστοιχα. Η αίτηση συνεπάγεται ότι ο οφειλέτης αποκαλύπτει όλα τα χρέη του και όλα τα περιουσιακά του στοιχεία. Αν τα περισσότερα χρέη (άνω του 50%) είναι προς το Δημόσιο, δηλαδή σε εφορία και ασφαλιστικά Ταμεία, τότε αυτομάτως ισχύει η ρύθμιση που θα βγάλει ο αλγόριθμος.
Επίσης το νέο πλαίσιο προβλέπει για πρώτη φορά ότι στη ρύθμιση θα μπορούν να ενταχθούν και οφειλές που δεν είναι ακόμη σε καθυστέρηση αλλά οι οφειλέτες δυσκολεύονται να εξοφλήσουν και προϋπόθεση για να τεκμηριωθεί αυτό είναι να έχουν υποστεί μείωση των εισοδημάτων τους κατά 20% τουλάχιστον.
ΠΟΙΟΙ ΥΠΟΒΑΛΟΥΝ ΑΙΤΗΣΗ
Αίτηση για εξωδικαστική διευθέτηση οφειλών μπορούν να υποβάλουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα, υπό την προϋπόθεση ότι οι οφειλές τους είναι άνω των 10.000 ευρώ και τουλάχιστον προς δύο πιστωτές. Επίσης, αίτηση μπορεί να υποβάλουν και οι χρηματοδοτικοί οργανισμοί (τράπεζες).
ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ
Ο νόμος θέτει σε τράπεζες και διαχειριστές δανείων συγκεκριμένους κανόνες ρύθμισης οφειλών όπως ο οφειλέτης πρέπει να πληρώνει βάσει των εισοδημάτων του καθώς και αυτών των εγγυητών του, κανένας πιστωτής δεν δύναται να λάβει λιγότερα χρήματα από όσα θα λάμβανε σε περίπτωση ρευστοποίησης της περιουσίας του οφειλέτη και των εγγυητών του και τα χρήματα του οφειλέτη πρέπει να μοιραστούν αναλογικά, έτσι ώστε να καλύψουν όλους τους πιστωτές (δημόσιου και χρηματοπιστωτικού τομέα).
Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Η διαδικασία θα πρέπει να ολοκληρώνεται το αργότερο σε δύο μήνες από την υποβολή της αίτησης στην πλατφόρμα. Όσοι επιλέξουν τον εξωδικαστικό συμβιβασμό θα πρέπει αφού κάνουν αίτηση να παρέχουν εξουσιοδότηση για την άρση τραπεζικού και φορολογικού απορρήτου. Στη συνέχεια αυτοματοποιημένα θα καταγράφονται τα στοιχεία που αφορούν σε οφειλές, εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία και θα παράγεται η σχετική ρύθμιση, χωρίς να απαιτείται εμπλοκή ανθρώπινου παράγοντα ή/και έγκριση οποιουδήποτε στελέχους του δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης. Στη συνέχεια οι χρηματοδοτικοί φορείς, δύνανται να καταθέσουν πρόταση ρύθμισης προς τον οφειλέτη. Αν η πρόταση εξασφαλίσει τη συναίνεση του οφειλέτη και της απαιτούμενης πλειοψηφίας των χρηματοδοτικών φορέων, διαβιβάζεται στο δημόσιο και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, οι οποίοι καλούνται σε στενό χρονικό πλαίσιο να ελέγξουν την τήρηση των προϋποθέσεων του νόμου και εφόσον πληρούνται τότε αυτομάτως παρέχεται η έγκρισή τους.
ΤΟ «ΚΟΥΡΕΜΑ»
Το «κούρεμα» προς το δημόσιο δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από 95% των απαιτήσεων του δημοσίου από πρόστιμα που έχουν επιβληθεί από τη φορολογική διοίκηση, 85% των απαιτήσεων του δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής. Επιπλέον, στην περίπτωση των διμερών διαπραγματεύσεων ή στις πολυμερείς διαπραγματεύσεις όταν η προσφερόμενη λύση από τους χρηματοδοτικούς φορείς προκύπτει από την αντιπρόταση των πιστωτών, το «κούρεμα» βασικής οφειλής προς το Δημόσιο και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από 75%. Σημειώνεται ότι διαγραφή βασικής οφειλής προς το Δημόσιο και ασφαλιστικών εισφορών απαγορεύεται από τον νόμο. Περαιτέρω, στην περίπτωση αυτή το «κούρεμα» προς τους χρηματοδοτικούς φορείς δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από 80% των απαιτήσεων των χρηματοδοτικών φορέων, με εξαίρεση τους τόκους υπερημερίας για τους οποίους δεν υπάρχει όριο.
Παράλληλα η ρύθμιση οφειλών με το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης επιβαρύνεται με επιτόκιο ίσο με το euribor τριμήνου, προσαυξημένο κατά 5%, το οποίο υπολογίζεται ετησίως. Η ρύθμιση οφειλών με τους χρηματοδοτικούς φορείς επιβαρύνεται με επιτόκιο ίσο με το euribor τριμήνου/μηνός, προσαυξημένο κατά 3,25% για εξασφαλισμένες οφειλές και 4,5% για μη εξασφαλισμένες οφειλές. Να σημειωθεί ότι το ποσό μηνιαίας δόσης αυξάνεται σταδιακά μετά από 1 και 4 έτη.
ΤΟ ΕΛΑΧΙΣΤΟ ΠΟΣΟ ΔΟΣΗΣ
Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης για τη ρύθμιση οφειλών με το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ανέρχεται σε 50 ευρώ. Περαιτέρω σε περίπτωση που η προσφερόμενη λύση από τους χρηματοδοτικούς φορείς προκύπτει από την αντιπρόταση των πιστωτών, προβλέπεται ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης προς χρηματοδοτικούς φορείς που ανέρχεται σε 50 ευρώ ανά δάνειο με εξασφάλιση και σε 50 ευρώ ανά πιστωτή για δάνεια χωρίς εξασφάλιση.
Ο ΑΡΙΘΜΟΣ ΔΟΣΕΩΝ
Ο μέγιστος αριθμός δόσεων ρύθμισης αποπληρωμής οφειλής προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης είναι 240. Περαιτέρω, σε περίπτωση που η προσφερόμενη λύση από τους χρηματοδοτικούς φορείς προκύπτει από την αντιπρόταση των πιστωτών, προβλέπεται μέγιστο όριο 420 δόσεων για τα εξασφαλισμένα δάνεια Φ.Π., 240 δόσεων για μη εξασφαλισμένα δάνεια Φ.Π. και εξασφαλισμένα δάνεια Ν.Π. και 180 δόσεων για μη εξασφαλισμένα δάνεια Ν.Π. Επιπλέον για οφειλέτες Φ.Π. έχει προβλεφθεί από τους χρηματοδοτικούς φορείς το μέγιστο όριο ηλικίας τα 85 έτη, βάσει του οποίου μειώνεται ο αριθμός των δόσεων, έκτος αν συμβληθεί εγγυητής μικρότερης ηλικίας.
Επίσης θα πρέπει να καταβάλει για τα χρέη του ό,τι εισπράξει από τη ρευστοποίηση όλης της περιουσίας του. Για τα, δε, ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, η αξία ρευστοποίησης προσδιορίζεται ως το μέγιστο ανάμεσα στη φορολογητέα αξία και την εμπορική αξία μειωμένη, κατά 3% λόγω των εξόδων της διαδικασίας ρευστοποίησης, ενώ για τα κινητά περιουσιακά στοιχεία, η αξία ρευστοποίησης ταυτίζεται με την εμπορική αξία. Επιπλέον, ο οφειλέτης θα πρέπει να πληρώσει και το ποσό που περισσεύει από τα εισοδήματά του (μετά την κάλυψη των ευλόγων δαπανών διαβίωσης για φυσικό πρόσωπο και του αναγκαίου κεφαλαίου κίνησης για νομικό πρόσωπο), εφόσον τα εισοδήματά του είναι επαρκή και μπορούν να υποστηρίξουν κάτι τέτοιο.
Πρόσθετα στα ανωτέρω, ο οφειλέτης έχει την ευχέρεια να δηλώσει ότι μπορεί να πληρώνει παραπάνω (με σκοπό να αποπληρώσει νωρίτερα και αποφύγει την επιβάρυνση τόκων) και τότε προστίθεται και αυτό το ποσό.