εφαρμογής των αυξημένων συντελεστών αναπλήρωσης σε όσους συνταξιοδοτήθηκαν πριν τη 13η.05.2016. Η απόφαση βρίσκεται στη διαδικασία υπογραφής σε εφαρμογή του ν. Βρούτση που ψηφίστηκε τον Φεβρουάριο του 2020 προς συμμόρφωση με τις αποφάσεις του ΣτΕ του Οκτωβρίου 2019. Αφορά κύριες συντάξεις Δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (εκτός του πρώην ΟΓΑ), οι οποίες είτε έχουν ήδη επανυπολογιστεί, είτε εκκρεμεί ο επανυπολογισμός τους.
Να σημειωθεί ότι η αντίστοιχη διαδικασία για τους νεότερους ασφαλισμένους, μετά τις 13 Μαΐου 2016 και την εφαρμογή του ν. Κατρούγκαλου, έχει ήδη προβλεφθεί και για κάποιους λίγους συνταξιούχους, του δημοσίου, έχουν ήδη καταβληθεί τα νέα αυξημένα ποσά συντάξεων.
ΜΕ ΝΕΟΥΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Σύμφωνα με το Υπουργείο Εργασίας, με τη νέα απόφαση, ο υπολογισμός του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης θα γίνει βάσει των νέων, βελτιωμένων συντελεστών αναπλήρωσης του ν. 4670/2020 για όσους έχουν συνταξιοδοτηθεί με περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης. Η αναπροσαρμογή πραγματοποιείται από την 1η Οκτωβρίου 2019 (οπότε και ισχύει η απόφαση του ΣτΕ), βάσει των στοιχείων επί των οποίων πραγματοποιήθηκε ο πρώτος επανυπολογισμός. Βέβαια, αναπροσαρμόζεται το διάστημα από 13.05.2016 έως 30.09.2019. Οι βελτιωμένοι συντελεστές αναπλήρωσης ισχύουν άμεσα χωρίς επανάληψη του πρώτου επανυπολογισμού και της αναπροσαρμογής.
Προκειμένου να προσδιοριστεί η καταβλητέα από 01.10.2019 σύνταξη, γίνεται σύγκριση α) του καταβαλλόμενου την 30.09.2019 ποσού εθνικής σύνταξης, ανταποδοτικής σύνταξης και προσωπικής διαφοράς με β) το άθροισμα εθνικής σύνταξης, ανταποδοτικής σύνταξης και προσωπικής διαφοράς που προκύπτει με βάση τους αυξημένους συντελεστές αναπλήρωσης. Η σύγκριση των ποσών διενεργείται μεταξύ καθαρών προ φόρου ποσών.
Αν το καθαρό προ φόρου ποσό που ελάμβανε ο συνταξιούχος προ της 30.09.2019 εξακολουθεί να είναι μεγαλύτερο από το ποσό που προκύπτει με τους αυξημένους συντελεστές αναπλήρωσης, τότε εξακολουθεί να καταβάλλεται το υψηλότερο ποσό. Η διαφορά τους εξακολουθεί να καταβάλλεται στο δικαιούχο ως προσωπική διαφορά.
Στην περίπτωση που λόγω των αυξημένων συντελεστών αναπλήρωσης προκύπτει αυξημένο ποσό στον δικαιούχο, σε σχέση με ό,τι ελάμβανε προ της 30ής Σεπτεμβρίου 2019, τότε το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο της τυχόν πρόσθετης διαφοράς που προκύπτει, για την περίοδο από την 1η Οκτωβρίου 2019 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 και σταδιακά ισόποσα κατ' έτος έως την 31η Δεκεμβρίου 2024.
Σύμφωνα με το Υπουργείο Εργασίας, με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται ότι κάθε συνταξιούχος προ του 2016 θα λαμβάνει τουλάχιστον όσα ελάμβανε, εάν όχι περισσότερα. Για όσους έχουν πάνω από 30 έτη ασφάλισης θα αναπροσαρμοστούν προς τα πάνω οι ανταποδοτικές τους συντάξεις, ενώ ενδέχεται να υπάρξουν και αυξήσεις των καθαρών ποσών που αυτοί λαμβάνουν.
Μάλιστα, ξεκαθαρίζεται ότι τυχόν αναδρομικά ποσά που θα προκύψουν για τους συνταξιούχους για το διάστημα από τον Οκτώβριο 2019, μέχρι την εφαρμογή της αναπροσαρμογής, αυτά θα τους αποδοθούν εφάπαξ. Βέβαια, η ηγεσία του Υπουργείου Εργασίας έχει ξεκαθαρίσει ότι προτεραιότητα στις πληρωμές κατά την παρούσα φάση, θα έχουν οι χιλιάδες συνταξιούχου εν αναμονή.
Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι πρώτα θα πληρωθούν οι εκατοντάδες χιλιάδες δικαιούχοι των προκαταβολών συντάξεων, για τους οποίους η σχετική πλατφόρμα υποβολής αιτήσεων αναμένεται να ανοίξει εντός της επόμενης εβδομάδας, κάπου κοντά στο Πάσχα, και στη συνέχεια θα ξεκινήσει η διαδικασία πληρωμών των αυξήσεων αλλά και των αναδρομικών στους περίπου 150.000 ήδη συνταξιούχους. Οι οποίοι βέβαια βρίσκονται στο περίμενε για τουλάχιστον ένα χρόνο. Πρόκειται για άτομα που ήταν ήδη συνταξιούχοι τον Μάιο του 2016 και δικαιούνται αυξήσεις στην τσέπη σε 5 ετήσιες δόσεις, αρχής γενομένης από το 2020 έως και το 2024. Συγκεκριμένα είναι:
* 50.000 παλαιοί συνταξιούχοι με μικρή θετική προσωπική διαφορά κατά μέσο όρο 30 ευρώ περίπου. Με τους νέους συντελεστές αναπλήρωσης, ισοφαρίζουν την προσωπική διαφορά και κερδίζουν αύξηση μεσοσταθμικά 30 ευρώ σε 5 ετήσιες δόσεις έως το 2024.
* 100.000 παλαιοί συνταξιούχοι που έλαβαν αύξηση από 1/1/2019 (αρνητική προσωπική διαφορά) με τον νόμο Κατρούγκαλου. Δικαιώνονται νέα μεσοσταθμική αύξηση της τάξης των 40-50 ευρώ σε πέντε ετήσιες δόσεις ως το 2024.