γεγονότος ότι πρόκειται για μια διαδικασία μάθησης από τα σφάλματα, ζητά ο ΣΕΒ με το μηναίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων. «Είναι σημαντικό ότι οι πολίτες, σε μια ασυνήθιστα σπάνια άσκηση ευπείθειας, συνεργάστηκαν με τις αρχές, στη μεγάλη πλειοψηφία τους, για την εφαρμογή του προγράμματος lockdown της οικονομίας. Και θα συνεχίσουν να το κάνουν και στα στάδια άρσης των περιορισμών, εφόσον επιβεβαιώνονται οι προσδοκίες τους για μια ασφαλή μετάβαση στη μετά τον κορονοϊό εποχή, χωρίς αδικαιολόγητες οικονομικές θυσίες», επισημαίνει ο Σύνδεσμος. Ο ΣΕΒ υπογραμμίζει ακόμη τον κίνδυνο «η βαθιά ύφεση που με περισσή ευκολία προβλέπει το ΔΝΤ για την Ελλάδα» στο τέλος να γίνει μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία, καθώς οι επιχειρήσεις θα τείνουν να αναβάλλουν τις επενδύσεις τους και οι εργαζόμενοι θα αρχίσουν να μετριάζουν την κατανάλωσή τους. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στο πρώτο 9μηνο του 2020, η ύφεση θα είναι βαθιά. Εάν, όμως, δεν υπάρξει ταχεία ανάκαμψη από εκεί και πέρα, υπεραντισταθμίζοντας μάλιστα τις όποιες απώλειες στη συνέχεια και μέχρι το τέλος του 2021, τότε η κρίση θα έχει οδυνηρές συνέπειες», αναφέρει ο Σύνδεσμος. Σχετικά με τις επιπτώσεις της καραντίνας ο ΣΕΒ επικαλείται στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με τα οποία οι επιχειρήσεις που η λειτουργία τους έχει ανασταλεί με κρατική εντολή, αποτελούν το 14,6% του συνόλου (206 χιλ.) και απασχολούν το 25,4% των εργαζομένων (1.063.098), που αποτελούν 2 στους 3 εργαζόμενους στους κλάδους με αναστολή λειτουργίας, ενώ 2.609.891 εργαζόμενοι απασχολούνται σε επιχειρήσεις που δεν είναι σε αναστολή. Επίσης, οι πρώτες ενδείξεις για τις επιπτώσεις της πανδημίας στον τομέα του εμπορίου και του τουρισμού προέρχονται από τον αριθμό των αδειών κυκλοφορίας αυτοκινήτων, ο οποίος μειώθηκε κατά -50,8% τον Μάρτιο του 2020, ενώ συνολικά κατά το 1ο τρίμηνο του 2020 εμφανίζει πτώση -10,9%, έναντι αύξησης +3,9% το 1ο τρίμηνο του 2019. Τονίζεται τέλος ότι η έγκαιρη εφαρμογή των μέτρων περιορισμού της εξάπλωσης της πανδημίας του κορονοϊού στην Ελλάδα καθώς και η επιτυχία ως προς το αποτέλεσμα, τονίζεται από διεθνείς οργανισμούς. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Bridge Tank στην Ελλάδα χρειάστηκαν 19 ημέρες για να διπλασιαστεί ο αριθμός των κρουσμάτων τέσσερις εβδομάδες μετά τον εντοπισμό των πρώτων 100 κρουσμάτων COVID-19, έναντι 4,6 ημέρες στο Ηνωμένο Βασίλειο, 5,1 ημέρες στη Γαλλία και την Ισπανία και 5,4 ημέρες στην Ιταλία και τη Γερμανία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να καταφέρει με επιτυχία να συγκρατήσει τον αριθμό των κρουσμάτων και των θανάτων από τη νόσο στο χαμηλότερο επίπεδο από τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και από τις ΗΠΑ.